Αρρώστησε η Σουμέλα και την πάει ο Γιωρίκας στον γιατρό.
Στο δρόμο συναντάει τον φίλο του τον Κωστίκα και ακολουθεί ο εξής διάλογο:
- "Που πας νέπε Γιωρίκα;" Στο δρόμο συναντάει τον φίλο του τον Κωστίκα και ακολουθεί ο εξής διάλογο:
- "Πάω την Σουμέλα στον γιατρό."
- "Γιατί τι έχει;"
- "Είναι άρρωστη."
- "Άντε νέπε σέφτελε τίποτα δεν έχει. Γ...ι θέλει."
- "Τι λες νέπε Κωστίκα;"
- "Ναι, άκουσε με που σου λέω."
Επιστρέφουν στο σπίτι και αρχίζουν εντατικά την θεραπεία σύμφωνα με όσα του υπέδειξε ο Κωστίκας. Μετά λίγο καιρό η Σουμέλα ήταν περδίκι. Ο Γιωρίκας βλέποντας το αποτέλεσμα λέει:
- "Κοίτα ρε ο μαλάκας τι θαυμάσιο φάρμακο που έχω και άφησα τον πατέρα μου και πέθανε τζάμπα και βερεσέ..."