Σύμφωνα με τον Δείκτη Αντίληψης για τη Διαφθορά του 2013, της Διεθνούς Διαφάνειας, οι σκανδιναβικές χώρες μαζί με τη Νέα Ζηλανδία είναι οι χώρες με τα χαμηλότερα επίπεδα διαφθοράς.
Στη λίστα των 177 χωρών τις καλύτερες επιδόσεις εμφανίζουν η Δανία και η Ν. Ζηλανδία με με σκορ 91/100, και ακολουθούν η Φινλανδία, η Σουηδία και η Νορβηγία.
Η Γερμανία εμφανίζει ικανοποιητική επίδοση και βρίσκεται στην...
12η θέση, ακολουθούν το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ στην 14η, 18η και 19η θέση αντίστοιχα, ενώ η Γαλλία κατατάσσεται 22η.
Τα στοιχεία αυτά παραθέτει η Deutsche Bank σε πρόσφατη έκθεσή της, εστιάζοντας στην Ευρώπη και συσχετίζοντας τα επίπεδα διαφθοράς σε κάθε χώρα με την προσπάθεια οικονομικής σύγκλισης μεταξύ των κρατών-,μελών της Ε.Ε.
Όπως σχολιάζει η DB, η εικόνα μεταξύ των χωρών που έχουν πληγεί περισσότερο από την ευρωπαϊκή κρίση είναι μικτή. Στην Πορτογαλία (33η) και στη Ισπανία (40η) υπάρχει η αντίληψη ότι η διαφθορά είναι λιγότερη ευρεία σε σχέση με την Ιταλία (69η).
Η Ελλάδα, αν και έχει βελτιώσει την κατάταξή της κατά 14 θέσεις σε σχέση με το 2012, παραμένει ουραγός και κατατάσσεται στην 80η θέση, μαζί με την Κίνα. Μεταξύ άλλων, η DB σημειώνει ότι οι χώρες με τις χειρότερες επιδόσεις παγκοσμίως, είναι χώρας που ταλανίζονται από εμφυλίους και δικτατορίες, όπως το Αφγανιστάν, η Σομαλία και η Β. Κορέα.
Μεταξύ άλλων, στην έκθεση διευκρινίζεται ότι ο Δείκτης Αντίληψης για τη Διαφθορά βασίζεται σε 13 ανεξάρτητες μελέτες και έρευνες, μεταξύ των οποίων και μελέτες του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
«Φυσικά» αναφέρει ο συντάκτης της έκθεσης, Dr. Stefan Vetter, η διαφθορά ως παράνομη δραστηριότητα δεν μπορεί να μετρηθεί επακριβώς, και ο δείκτης αποτυπώνει την αντίληψη περί διαφθοράς. Ωστόσο, ως προς τις οικονομικές της συνέπειες, αυτή η αντίληψη είναι που μετράει».
Όπως εξηγεί, από τη μία πλευρά αποτυπώνει την εμπειρία εταιρειών από επαφές τους με διεφθαρμένους αξιωματούχους και, από την άλλη, αποτελεί βάση για την λήψη επενδυτικών αποφάσεων, από εγχώριους και ξένους επενδυτές.
Ακόμα και αν κάποιες αναδυόμενες οικονομίες καταφέρνουν να διατηρούν επί μακρόν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, η αποτελεσματική καταπολέμηση της διαφθοράς αποτελεί βασική προϋπόθεση προκειμένου να πετύχουν κάποια ισοτιμία με τις ανεπτυγμένες οικονομίες.
Η Ιταλία και η Ελλάδα είναι οι δύο χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου όπου η κατάσταση έχει επιδεινωθεί σημαντικά σε σχέση με το 2001. Επίσης, οι περισσότερες χώρες της ανατολικής Ευρώπης έχουν υποχωρήσει πολύ στην σχετική κατάταξη, στο ίδιο διάστημα, αν και υπάρχουν θετικές εξαιρέσεις, όπως της Εσθονίας και της Πολωνίας που από το 2007 έχουν βελτιωθεί.
Όμως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), σε πρόσφατη έκθεσή της (“Transition Report 2013”) επίσης υπογραμμίζει τις αδυναμίες πολλών χωρών της ανατολικής Ευρώπης στο πεδίο των οικονομικών και δικαστικών θεσμών.
Στις περισσότερες χώρες, οι θεσμικές βελτιώσεις κορυφώθηκαν στην τριετία που προηγείτο της ένταξής τους στην Ε.Ε. Έκτοτε έχει σημειωθεί ελάχιστη πρόοδος σε πεδία όπως η διαφθορά και η ασφάλεια δικαίου, και αυτό λειτουργεί ως εμπόδιο στην επίτευξη μεγαλύτερης οικονομικής σύγκλισης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αν, από την άλλη πλευρά, τα εισοδήματα, οι τιμές των ακινήτων και τα κόστη παραγωγής συνεχίσουν να συγκλίνουν με τα δυτικοευρωπαϊκά επίπεδα, αλλά την ίδια στιγμή δεν σημειώνεται σχεδόν καμία βελτίωση σε θεσμικό επίπεδο, τότε πιθανότατα αυτές οι χώρες θα καθίστανται ολοένα και λιγότερο ελκυστικές για υψηλού επιπέδου εταιρείες τόσο στον βιομηχανικό κλάδο, όσο και στον τομέα των υπηρεσιών.
Γι’ αυτό και οι εκτεταμένες θεσμικές μεταρρυθμίσεις είναι απολύτως απαραίτητες.
Πηγή: www.capital.gr