Τις πιέσεις που ασκούνται στην ελληνική οικονομία εξαιτίας της κατακόρυφης πτώσης που σημειώνει η αξία της τουρκικής λίρας επισημαίνει η Handelsblatt στην ηλεκτρονική της έκδοση.
Η οικονομική εφημερίδα του Ντύσελντορφ σημειώνει ότι η απόφαση να πωλήσει το 2016 ο όμιλος της Εθνικής Τράπεζας τη Finansbank, θυγατρική της στην Τουρκία, αποδεικνύεται εκ των υστέρων ορθότατη. «Μια τουρκική τράπεζα είναι το τελευταίο που θέλει να έχει κανείς αυτή την ώρα.
Εξαιτίας της πτώσης της λίρας ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα δάνεια που έχουν λάβει σε ξένο νόμισμα.
Έτσι η νομισματική θα μπορούσε να εξελιχθεί γρήγορα σε τραπεζική κρίση», γράφει ο γερμανός ανταποκριτής της Handelsblatt, προσθέτοντας ότι οι ανησυχίες αυτές αντικατοπτρίζονται στην πτωτική πορεία των μετοχών του τουρκικού τραπεζικού κλάδου, που σύμφωνα με το δημοσίευμα, έχουν χάσει το ήμισυ της αξίας τους στο διάστημα των τελευταίων έξι μηνών.
Η εφημερίδα παρατηρεί ότι παρότι οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν συμμετοχές σε τράπεζες της γειτονικής χώρας, και οι μετοχές του ελληνικού τραπεζικού κλάδου κινήθηκαν πτωτικά τις προηγούμενες εβδομάδες.
«Η Ελλάδα θεωρείται αναδυόμενη αγορά. Ως εκ τούτου αναλυτές και επενδυτές φοβούνται το ενδεχόμενο το ελληνικό χρηματιστήριο να βρεθεί στη δίνη της τουρκικής κρίσης. […] Οι τουρκικές αναταράξεις αποτυπώνονται και στα ελληνικά χρεόγραφα.
Τα ομόλογα της Ελλάδας βρίσκονται εδώ και μήνες υπό πίεση λόγω της σύγχυσης στην Ιταλία, τώρα προστίθεται ως επιπρόσθετος επιβαρυντικός παράγοντας η κρίση της λίρας.
Η απόδοση του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου, που είχε υποχωρήσει τον Ιανουάριο σε 3,64%, το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 12 ετών, ανέρχεται τώρα σε 4,3%», γράφει η Handelsblatt, σχολιάζοντας ότι «η άνοδος (σ.σ. της απόδοσης) έρχεται σε ακατάλληλη στιγμή, δεδομένου ότι κανονικά η Ελλάδα θα πρέπει μετά το τέλος του προγράμματος που ολοκληρώθηκε τη Δευτέρα να αναχρηματοδοτείται και πάλι αυτόνομα στις αγορές.
Με τέτοιους όρους όμως αυτό θα ήταν καταστροφικό», τονίζει η εφημερίδα, υπογραμμίζοντας ότι «οι υψηλές αποδόσεις δείχνουν πόσο ευαίσθητη εξακολουθεί να είναι η Ελλάδα απέναντι σε εξωτερικά σοκ».
Επωφελείται ο κλάδος των ακινήτων;
Το δημοσίευμα αναφέρει ακόμη ότι η τουρκική κρίση προκαλεί νευρικότητα και στους έλληνες εξαγωγείς. «Η Τουρκία είναι μετά την Ιταλία, τη Γερμανία και την Κύπρο, η σημαντικότερη αγορά.
Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ανήλθε το 2017 σε σχεδόν 2,8 δις ευρώ, εκ των οποίων 1,95 δις αντιστοιχεί στις ελληνικές εξαγωγές», γράφει η Handelsblatt.
Επισημαίνει ακόμη ότι ούτε και ο ελληνικός τουριστικός κλάδος βλέπει με χαρά τις εξελίξεις στη γειτονική Τουρκία, δεδομένου ότι «η πτώση της λίρας κάνει φθηνότερα τα ταξίδια στην Τουρκία.
Αυτό αντικατοπτρίζεται και στις κρατήσεις της τελευταίας στιγμής. Αυτές αυξάνονται στην Τουρκία, αντιθέτως μένουν στάσιμες στην Ελλάδα», αναφέρει το δημοσίευμα.
Τέλος γράφει ότι «ο κλάδος των ακινήτων θα μπορούσε να επωφεληθεί από την κρίση. […] Κτηματομεσίτες στην Αθήνα κάνουν λόγο για διαρκώς αυξανόμενο ρεύμα Τούρκων που ενδιαφέρονται» να αγοράσουν ακίνητα στην Ελλάδα.
Το πρόβλημα της ευρωπαϊκής αριστεράς και ο ΣΥΡΙΖΑ
Η Süddeutsche Zeitung σχολιάζει επικριτικά την ευρωπαϊκή αριστερά, επιρρίπτοντάς της έλλειψη οράματος και αδυναμία να καταθέσει εναλλακτικές πολιτικές προτάσεις.
Ο σχολιαστής της εφημερίδας του Μονάχου θυμίζει την άνοδο αριστερών πολιτικών κομμάτων και κινημάτων διαμαρτυρίας στην Ευρώπη στις αρχές της δεκαετίας του 2010, αναφέροντας μεταξύ άλλων την ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ.
«Αυτά ανήκουν στο παρελθόν», επισημαίνει η SZ. Σήμερα «η γερμανίδα αριστερή πολιτικός Σάρα Βάγκενκνεχτ φωνάζει ‘Ξεσηκωθείτε’ (σ.σ. μια πρωτοβουλία αριστερής συσπείρωσης), όμως το κάλεσμα φαίνεται ότι κάνει λίγους να σηκωθούν από την πολυθρόνα τους.
Ο Έλληνας Γιάνης Βαρουφάκης, άλλοτε προβεβλημένη μορφή της αριστεράς, είναι σήμερα απλά ομιλητής σε διαλέξεις. Στη Γαλλία, η άνοδος του Εμμανουέλ Μακρόν ώθησε τη γαλλική αριστερά σχεδόν σε ανυποληψία.
Πολλοί άνθρωποι είναι μεν με κάποιον τρόπο δυσαρεστημένοι με την κατάσταση του κόσμου και τις κοινωνικές δυσχέρειες, ωστόσο μόνο λίγοι φαίνεται να βλέπουν τον αντικαπιταλισμό ως αντίδοτο».
Ο σχολιαστής επισημαίνει ότι «η αριστερά δεν κατόρθωσε κατά την πρόσφατη, βραχύβια άνθησή της […] να παρουσιάσει μια εναλλακτική πρόταση στην οικονομία της αγοράς.
Η Ελλάδα δεν ξέφυγε από την παγίδα του χρέους επειδή ο Αλέξης Τσίπρας υλοποίησε την εναλλακτική πολιτική που είχε υποσχεθεί, αλλά επειδή αποδέχθηκε τους όρους των Βρυξελλών.
Αυτό δεν ήταν εκείνο που προσδοκούσαν οι ψηφοφόροι του. Έτσι η τελευταία αριστερή κυβέρνηση της Ευρώπης θα ακολουθήσει μάλλον τον δρόμο που είχε διαβεί προηγουμένως η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία – (σ.σ. τον δρόμο που οδηγεί) στο περιθώριο».