Ολική …επαναφορά φαίνεται ότι έχει κάνει το κυκλοφοριακό πρόβλημα στην Αθήνα ύστερα από το «μούδιασμα» των πρώτων ετών της οικονομικής κρίσης.
Σε μέρες όπως η χθεσινή μάλιστα που η αυξημένη κίνηση συνδυάζεται με την απεργία των εργαζομένων στις συγκοινωνίες που κράτησε ακινητοποιημένα όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς πλην του Προαστιακού, το μείγμα που δημιουργείται είναι …εκρηκτικό, όπως αντελήφθησαν όσοι προσπάθησαν να μετακινηθούν.
Οι συγκοινωνιολόγοι υπολογίζουν ότι σε μέρες γενικής απεργίας στις συγκοινωνίες πραγματοποιούνται περίπου μισό εκατομμύριο ταξίδια περισσότερα απ΄ότι μια κανονική ημέρα: «Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι σε αντίστοιχες ημέρες εκτελούνται 400.000 – 500.000 ταξίδια παραπάνω.
Αν υπολογίσει κανείς ότι έχουμε περίπου 4 εκατομμύρια μετακινήσεις ημερησίως με ιδιωτικά και δημόσια μέσα στο λεκανοπέδιο, η αύξηση αυτή είναι σημαντική» σημειώνει ο πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων, Κωνσταντίνος Κεπαπτσόγλου.
Ο αριθμός των καθημερινών μετακινήσεων με λεωφορεία και τρόλεϊ φτάνει τις 931.000, ενώ η μέση ημερήσια επιβατική κίνηση του μετρό αγγίζει τους 600.000 επιβάτες.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον κ. Κεπαπτσόγλου, το πρόβλημα στην Αθήνα αρχίζει να αποκτά εκ νέου χαρακτηριστικά …μονιμότητας: «Εάν επρόκειτο για μια μέρα, ο κόσμος θα το ανεχόταν. Όμως σε ένα βαθμό τείνει να γίνει η καθημερινότητά του δεδομένου ότι, όπως φαίνεται, η Αθήνα αντιμετωπίζει ξανά σημαντικό κυκλοφοριακό πρόβλημα».
Αλλωστε και σχετικά πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2016), κατέδειξαν ότι οι Έλληνες οδηγοί περνούν μποτιλιαρισμένοι περί τις 39 ώρες το χρόνο, περίπου δέκα ώρες περισσότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η μείωση του κυκλοφοριακού φόρτου και η συνακόλουθη αύξηση της μέσης ταχύτητας που ήρθαν ως αποτέλεσμα των πρώτων χρόνων της κρίσης, φαίνεται ότι έχουν ανακοπεί, καθώς όχι μόνο έχουν επιστρέψει οι ώρες αιχμής, αλλά έχουν διευρυνθεί κιόλας αφού το πρωί ξεκινούν στις 7.40 και διατηρούνται έως τις 10, όπως επισημαίνουν οι συγκοινωνιολόγοι.
Σύμφωνα με τα πρώτα ποιοτικά αποτελέσματα των μετρήσεων που πραγματοποίησαν τον περασμένο Οκτώβριο επιστήμονες της Μονάδας Βιώσιμης Κινητικότητας του ΕΜΠ, το μποτιλιάρισμα έχει επιστρέψει και μάλιστα όχι μόνο στους …συνήθεις υπόπτους δρόμους ή το κέντρο της πόλης:
«Εκτός των γνωστών σημείων σε βασικές οδικές αρτηρίες όπως ο Κηφισός ή η λεωφόρος Κηφισίας (Φάρος Ψυχικού, Μαρούσι) παρατηρήσαμε μεγάλο κορεσμό στη λεωφόρο Μεσογείων, στις οδούς Παπανικολή και Εθνικής Αντιστάσεως στο Χαλάνδρι αλλά και σε δρόμους της Καλλιθέας» λέει στο «Έθνος» ο Δρ Πολεοδόμος-Συγκοινωνιολόγος, Ευθύμιος Μπακογιάννης.
Αντίστοιχα και από την τριμηνιαία έκθεση του Κέντρου Ελέγχου Κυκλοφορίας που καλύπτει την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2017, προκύπτει ότι σε κόμβους όπως η Κατεχάκη με τη Μεσογείων η μέση ταχύτητα τον περασμένο Μάιο ήταν κατά 11% μειωμένη συγκριτικά με τον αντίστοιχο μήνα του 2016, ενώ η μείωση στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και Ιπποκράτους με κατεύθυνση προς την Ομόνοια ήταν 9%.
Όπως φαίνεται από τα εμπειρικά και ποιοτικά δεδομένα, ακόμα και η κρίση …συνηθίζεται τουλάχιστον σε επίπεδα κίνησης στους δρόμους, ενώ το σύστημα των αστικών συγκοινωνιών της Αθήνας λόγω των ελλείψεών του εμφανίζεται μάλλον αδύναμο να καλύψει τις συγκοινωνιακές ανάγκες της πρωτεύουσας:
«Παρατηρούμε ότι η χρήση του Ι.Χ. έχει αυξηθεί σε σχέση με τα πρώτα χρόνια της κρίσης. Ο κόσμος αντιμετωπίζει την κρίση πλέον ως μία παγιωμένη κατάσταση, η οποία σε συνδυασμό με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αστικές συγκοινωνίες, οδηγούν τους πολίτες πίσω στα Ι.Χ. τους» λέει ο κ. Κεπαπτσόγλου.
Την ίδια στιγμή τα μηνύματα για αναστροφή του οικονομικού κλίματος παίζουν το δικό τους ρόλο στην αλλαγή των κυκλοφοριακών συνθηκών, καθώς όπως σημειώνουν οι συγκοινωνιολόγοι, παρατηρείται ξανά αύξηση στην αγορά καινούριων αυτοκινήτων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Αυτοκινήτων, συνολικά το 2017 οι ταξινομήσεις καινούριων επιβατικών αυτοκινήτων ήταν αυξημένες κατά 11,7% συγκριτικά με την προηγούμενη χρονιά με την πλειονότητα αυτών να προστίθενται στο στόλο της Αθήνας. Μόνο τον περασμένο Δεκέμβριο στην Αθήνα ταξινομήθηκαν 3.873 οχήματα από το σύνολο των 5.396 σε όλη την Ελλάδα.
Επιπλέον και άλλοι παράγοντες δείχνουν να συντελούν στο ίδιο αποτέλεσμα: «Παρά το γεγονός ότι η τιμή του καυσίμου παραμένει σε υψηλά επίπεδα και οι καιρικές συνθήκες είναι σχετικά καλές παρατηρείται αύξηση της κίνησης.
Ίσως επειδή ένας σημαντικός αριθμός καινούριων αυτοκινήτων με μικρές εκπομπές ρύπων μπορούν να εισέρχονται ελεύθερα στο δακτύλιο. Επίσης υπάρχουν πολλές μετατροπές βενζινοκίνητων οχημάτων σε υγραέριο προκειμένου να μειωθεί το κόστος καυσίμου.
Αυτά σε συνδυασμό με την αντίληψη που έχει επικρατήσει ότι κανείς δεν ελέγχεται δεδομένου ότι έχουν ατονήσει πολύ οι έλεγχοι τόσο για την παράνομη στάθμευση όσο και για τη διέλευση στις λεωφορειολωρίδες, λειτουργούν σε ένα βαθμό ως κίνητρα για να χρησιμοποιήσει κανείς το αυτοκίνητό του» εξηγεί ο κ. Μπακογιάννης.