Με αφορμή την είδηση ότι επιστρέφει έστω και μέσω Πολωνίας η θρυλική μάρκα ηλεκτρικών ειδών που δεν έλειπε από κανένα νοικοκυριό του παρελθόντος, είναι μια ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε την ιστορία της που είναι συνδεδεμένη με τη Θήβα. Το παλιό εργοστάσιο της Θήβας είναι ένα κουφάρι σήμερα και έτσι θα μείνει, αφού οι κουζίνες ΙΖΟΛΑ σχεδιάζονται σε εργοστάσιο της Πολωνίας και απλά εισάγονται στην ελληνική αγορά.
Αυτά που μένουν στους σημερινούς Θηβαίους είναι οι αναμνήσεις των παλαιών εργαζομένων, μια οδός και μια ταμπέλα στο σημερινό παλαιό δημαρχείο που αναγράφει «Δράκειος Βιβλιοθήκη».
Η ιστορία της Ιζόλα
Η ιστορία της Ιζόλα στις ηλεκτρικές συσκευές ξεκινάει στις αρχές της δεκαετίας του ΄50 όταν ο Παναγιώτης Δράκος, που έφυγε πάμφτωχος από την Θήβα, με την βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ και ένα δάνειο από την Εθνική επέκτεινε την μονάδα που έφτιαχνε σωλήνες, εμαγιέ και καζανάκια, στις ηλεκτρικές συσκευές. Ήταν η εποχή που η ΔΕΗ έστηνε κολώνες και το ηλεκτρικό ρεύμα επεκτείνονταν σε όλη την Ελλάδα, και η ίδια εποχή, λίγο μετά τον εμφύλιο, που η χώρα άρχισε να νοικοκυρεύεται και να αποκτά τον αστικό της χαρακτήρα.
Το 1952, στις εγκαταστάσεις της Ιζόλα στις Τζιτζιφιές, δημιουργήθηκε το πρώτο ελληνικό ψυγείο. Παρούσα και η βασιλική οικογένεια που προς τιμήν της δόθηκαν οι πρώτες συσκευές για να εξοπλίσουν τις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης. Ένα χρόνο πριν, και μόλις 20 μήνες μετά την χρηματοδότηση από τους Αμερικάνους είχε προηγηθεί η ηλεκτρική κουζίνα και ο θερμοσίφωνας.
Μέσα σε λίγα χρόνια η Αθήνα και οι υπόλοιπες πόλεις άφηναν πίσω τους τις παγωνιέρες και τα χωριά τα «φανάρια» για χάρη της Ιζόλα. Για χάρη της επίσης, ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ο πατριάρχης της ελληνικής διαφήμισης, πραγματοποίησε τις πρώτες έρευνες αγοράς στην Ελλάδα και μερικές από τις κλασικές καμπάνιες μέσω της πρωτοποριακής για την εποχή της διαφημιστική ΑΔΕΛ. Ο Μ. Καραγάτσης θα γράψει μερικά από τα πιο εμπνευσμένα του κείμενα για την εταιρεία ηλεκτρικών συσκευών όσο καιρό εργάζονταν στην ΑΔΕΛ ενώ λίγο πριν πεθάνει ο εμπνευσμένος συγγραφέας της γενιάς του ’30 θα συντάξει την βιογραφία του Παναγιώτη Δράκου τον οποίο θαύμαζε και τον αποκαλούσε ο «αυτοδημιούργητος».
Τόσο ο Καραγάτσης όσο και ο Δράκος είχαν ενθουσιαστεί από την «βιομηχανική επανάσταση» της Ελλάδας και πίστευαν ότι η ανάπτυξη θα έρχονταν μέσα από αυτό τον τομέα. Ουσιαστικά όμως και για την συγκεκριμένη κατηγορία στην οποία δραστηριοποιούνταν η Ιζόλα η ανάπτυξη ήταν προϊόν της οικοδομής, του διαμερίσματος και του νέου μοντέρνου νοικοκυριού σε συνδυασμό με την προστασία που προσέφερε η συναλλαγματική ισορροπία . Καθώς οι τιμές στις ξένες ηλεκτρικές συσκευές ήταν απαγορευτικές για τον μέσο Έλληνα η Ιζόλα έπαιζε σχεδόν μόνη της μπάλα στην αγορά.
Η νεότερη γενιά, κυρίως μέσω του Γιώργου Δράκου, που διετέλεσε και για περίπου 25 χρόνια πρόεδρος του ΣΕΒ, ήταν πλέον στα ηνία και πέρα από τις νέες μεθόδους μάρκετινγκ άρχισαν και οι διευκολύνσεις προς τους υποψήφιους αγοραστές. Πρώτη η Ιζόλα, μέσω των εκθέσεων – καταστημάτων που διατηρούσε, με χαρακτηριστικότερο αυτή στην οδό Αμερικής, εισήγαγε την πολιτική των δόσεων, 6, 12 και 24 στην συνέχεια. Κύριο όπλο στο marketing, που προαναφέραμε, ήταν η χρήση του ραδιοφώνου που μαζί με τον κινηματογράφο αποτελούσαν τα βασικά μέσα διασκέδασης και ενημέρωσης της μεταπολεμικής Ελλάδας. Από αυτούς τους διαύλους περνούσε ευθέως από την διαφήμιση ή πλαγίως μέσω διαγωνισμών και συμβουλών προς τις νοικοκυρές το σλόγκαν της που ήταν «ο πολιτισμός στο σπίτι». Προκήρυσσε παράλληλα μαθητικούς διαγωνισμούς, διοργάνωνε εκδηλώσεις και γιορτές με την παραμικρή αφορμή. Μια από αυτές ήταν το νέο ψυγείο που διέθετε …θήκες για αυγά στην πόρτα του.
Πρωτοποριακή ήταν και η σχέση με τους εργαζόμενους, είχαν μερίδιο στα κέρδη της εταιρείας, συνδικαλισμό, παροχές και εκπροσώπηση στην διοίκηση. Ακόμη και το δικό τους περιοδικό, «το ελεφαντάκι» που ήταν και το σήμα της εταιρείας, διέθεταν.
Τα πρώτα σύννεφα άρχισαν να φαίνονται με την μεταπολίτευση. Κανείς δεν μπορεί να πει τι ακριβώς «πήγε στραβά» και η Ιζόλα όπως και τα άλλα ελληνικά σήματα άρχισαν να παίρνουν την κάτω βόλτα. Κάποιοι μίλησαν για λάθος πολιτική αρχικά από την κυβέρνηση Καραμανλή και αργότερα από αυτή του Παπανδρέου με τις κρατικοποιήσεις. Κάποιοι άλλοι για τρικλοποδιά από τις τράπεζες που δεν χρηματοδότησαν στον βαθμό που ήθελαν οι επιχειρηματίες τα σχέδια τους. Στα σενάρια και ο ξένος δάκτυλος που ήθελε να καταστρέψει την ελληνική βιομηχανία. Που βρίσκεται η αλήθεια; κάπου στην μέση. Όσο η Ελλάδα δεν ήταν στο ραντάρ των πολυεθνικών και όσο τα ξένα προϊόντα ήταν απαγορευτικά για την τσέπη των περισσότερων Ελλήνων οι εγχώριες βιομηχανίες μεγαλούργησαν. Με την είσοδο στην ΕΟΚ φάνηκε σε ένα μεγάλο βαθμό η γύμνια τους. Κάπως έτσι η Ιζόλα βρέθηκε το 1986 να συγκατοικεί μαζί με την Εσκιμό και μέτοχο επίσης την Εθνική Τράπεζα στην νεοσύστατη, υπό τον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων, Ελίντα. Ήταν όμως ένας δρόμος χωρίς γυρισμό τουλάχιστον σε παραγωγικό επίπεδο.
Από τις εγκαταστάσεις στην Καλλιθέα έχει μείνει μόνο το φουγάρο για να θυμίζει τις ημέρες δόξας που γνώρισε η Ιζόλα καθώς και ένα μικρό «μουσείο» με κάποιες παλιές συσκευές που φιλοξενείται στο υπερ μάρκετ Σκλαβενίτης που χτίστηκε το 2009 στον χώρο που ήταν κάποτε το εργοστάσιο της.
O Παναγιώτης Δράκος
Γεννήθηκε στη Θήβα το 1879. Θεωρείται από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες στο χώρο της σύγχρονης ελληνικής βιομηχανίας. Ξεκίνησε φτωχό παιδί για να μορφωθεί και να δουλέψει στην Αθήνα. Φοίτησε σε σχολαρχείο και δούλεψε σε ζαχαροπλαστείο. Με ένα μικρό κεφάλαιο 3.οοο δραχμών άνοιξε το 1906 ένα μαγαζί για υδραυλικά είδη στην οδό πραξιτέλους. Η ΙΖΟΛΑ υπήρξε ένα από τα πολλά επιτεύγματα του. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ένα μικρό σωληνάδικο έχει μεταμορφωθεί σε αξιόλογη βιομηχανία που ξεπέρασε τα εθνικά όρια. Γιατην γεννέτειρα του τη Θήβα ο Παναγιώτης και η γυναίκα του Μεταξία Δράκου, ήταν μεγάλοι ευεργέτες και δωρητές. Μια μαρμάρινη πλάκα στον εξωτερικό τοίχο της εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου, αναφέρει τον Π.Δράκο ως μεγάλο δωρητή. Στο παλιό δημαρχείο που αρχικά λειτουργούσε νυχτερινή τεχνική σχολή και αργότερα η Δημοτική Βιβλιοθήκη, φέρει την επιγραφή ΔΡΑΚΕΙΟΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ. Το Εργοστάσιο της ΑΖΙΝΚΟ και η μεταφορά του εργοστασίου από την Αθήνα στη Θήβα, προσέφερε για πολλά χρόνια εργασία σε εκατοντάδες Θηβαίους.
Σήμερα υπάρχει μια οδός με το όνομα του, πάροδος της Επαμεινώνδα και Πινδάρου (αρχίζει από την πλατεία Αγίου Δημητρίου και τελειώνει στην Μητρόπολη).