Τάσος Γ. Καπουρνιώτης
Αρχιτέκτονας
Έλεος
!... Στον βωμό της αντιπολίτευσης και προκειμένου να βρουν κατηγόριες
μεταχειρίζονται των πάντων.
Στην
κυριολεξία μπερδεύουν τα αυγά με τα καλάθια.
Γράφω
για την ανακοίνωση της Δημοτικής παράταξης «Επιλογή Ευθύνης» η οποία βρήκε
ευκαιρία να κάνει φτηνή αντιπολίτευση με θέμα: «Αδιαφορούν για το Αρχαίο Θέατρο
Μικροθηβών και ασχολούνται μόνο με τα … «δόντια»»
Αναφέρονται
σε μια περίπτωση που οι ενέργειες που έγιναν είχαν ανθρωπιστικό σκοπό και
συγκεκριμένα να προστατεύσουν τους διερχόμενους πολίτες από μια θανάσιμη
παγίδα.
Ειρωνεύονται
τις ενέργειες της Δημοτικής Αρχής για την μεταφορά ενός πεσσού (γνωστού
με την παρουσία του στην περιοχή σαν θανατηφόρο αίτιο ατυχημάτων) του
ρωμαϊκού υδραγωγείου που εμπόδιζε την ασφαλή κίνηση των οχημάτων στην οδό Αθηνών
που διέρχεται από το σημείο εκείνο.
Ενέργεια
επιβεβλημένη αλλά εγκληματικά καθυστερημένη από τις προηγούμενες Δημοτικές
Αρχές και που δεν έχει καμιά σχέση με τον πολιτισμό που εννοούν και συγκρίνουν
στην αναφορά τους, δηλαδή την ανάδειξη του πλούσιου πολιτιστικού κεφαλαίου
(μυθολογικού, ιστορικού και σύγχρονου) της περιοχής μας .
Κυρίως
ενέργεια επιβεβλημένη που εν αντιθέσει με αυτό που συγκρίνουν, έχει να κάνει
με το πολιτιστικό επίπεδο των συνθηκών διαβίωσης και κυρίως με την ποιότητα
ζωής.
Συμφωνώ
και επαυξάνω πως η ανάδειξη του πλούσιου πολιτιστικού κεφαλαίου της περιοχής
μας είναι απαραίτητη.
Αν
δεν κάνω όμως λάθος η συγκεκριμένη παράταξη διοικούσε την πόλη για πολλά
χρόνια, από όλες της Διοικητικές Αρχές.
Γιατί
λοιπό αφού το πολιτιστικό κεφάλαιο στο οποίο αναφέρονται υπάρχει από αιώνες παρέμεινε
όλα αυτά τα χρόνια στην αφάνεια;…….
ΕΙΝΑΙ
προσβλητικό για την νοημοσύνη μας να επιρρίπτουν ευθύνες για αδιαφορία στην
σημερινή Δημοτική Αρχή.
Εκείνο
που όλα αυτά τα χρόνια επικρατούσε ήταν πως αυτό το υπάρχον πολιτιστικό
κεφάλαιο υπήρχε για να υπάρχουν ορισμένοι των τότε Δημοτικών Αρχών.
Η
σημερινή Δημοτική Αρχή ασχολείται με όσες δυνάμεις – ικανότητες έχει (πολλές
πάρα πολλές σε σύγκριση), για να ΥΠΑΡΧΕΙ (στην κυριολεξία) το σύνολο των
πολιτών- Δημοτών.
Κάνοντας
μια αναδρομή θα δούμε πως τελευταία το πλούσιο πολιτιστικό κεφάλαιο
(μυθολογικό, ιστορικό και σύγχρονο) της περιοχής μας, είχε περιοριστεί στην Αργώ.
Αφού
μόνο για το Μουσείο της έγιναν ενέργειες, είχε βρεθεί δε και τρόπος (ΕΣΠΑ)
εύρεσης κεφαλαίων και προκλητικά αγνοήθηκαν όλα τα άλλα.
Οι
λόγοι;….. πολλά κυκλοφόρησαν!....... δεν είναι της στιγμής….
Είναι
παράλογο άλλωστε να εγκρίνονται χρηματοδοτήσεις για την στέγαση ενός αντιγράφου
του οποίου η πιστότητα αμφισβητείται.
Γιατί
δεν έγιναν προσπάθειες για ένα συγκεντρωτικό Μουσείο αυτού του πολιτιστικού
κεφαλαίου (μυθολογικού, ιστορικού και σύγχρονου) που προκλητικά και ξαφνικά
θυμήθηκαν, της περιοχής μας.
Αυτό
θα μπορούσε και μπορεί να γίνει με τα
ίδια χρήματα, σε υπάρχουσες παλιές και ιστορικές κτιριακές εγκαταστάσεις (όπως π.χ.
Παλιές αποθήκες Τελωνείου – κτιριακές εγκαταστάσεις εργοστασίου Γκλαβάνη…..).
Ξέρετε
τα φαινόμενα συνήθως απατούν… ο πολιτισμός δεν χρειάζεται ύφος, τίτλους,
περγαμηνές, μπορεί να κρύβεται και στον πιο απλό άνθρωπο του Λαού.
Ο
πολιτισμός αφορά το σύνολο και ΟΧΙ μια υποτιθέμενη πνευματική ελίτ!.... γιαυτό
είναι απρέπεια να καπηλεύεται
Ο
Βόλος, η Μαγνησία μπορεί και πρέπει με γνώση και παραδειγματισμό από την αναμφισβήτητη
μοναδική πολιτιστική κληρονομιά τους, να παράγουν διαρκή ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
συνέχεια του προηγούμενου.
Τα
διάφορα όπως «Διάζωμα», «Πολιτιστικές διαδρομές Θεσσαλίας» μπορούν να
εμπλουτίσουν τις γνώσεις, τα αρχεία τους και να πράξουν αντλώντας ενδιαφέροντα
στοιχεία από αυτόν.
Όμως
αυτό μπορεί να επιτευχθεί κυρίως αν οι συνθήκες διαβίωσης το επιτρέπουν.
Μέρος
αυτού επιδιώχθηκε και με την υπό εμπαιγμό, απόφαση για αφαίρεση του πεσσού.
Σαν
συμβατό επίλογο από την μεριά του Αρχιτέκτονα, θα προτείνω κάτι που αφορά ένα σύγχρονο
εγκαταλειμμένο δείγμα εδώ και χρόνια (γιατί άραγε;), αξιόλογου πολιτισμού.
Στα
συρτάρια του Υπουργείου Περιβάλλοντος βρίσκεται η πρόταση για τον χαρακτηρισμό
του ΠΑΛΙΟΥΡΊΟΥ Μαγνησίας, ως παραδοσιακού οικισμού, κάτι που αυτοί που
πραγματικά γνωρίζουν, συγκλίνουν ότι είναι ο μοναδικός τρόπος για να
«ζωντανέψει» και πάλι ο τόπος.