Μεγάλο το δίλημμα για έναν πρωθυπουργό. Θα πρέπει να πάρει την πιο δύσκολη απόφαση της πολιτικής του καριέρας έπειτα από ένα δημοψήφισμα που προκήρυξε ο ίδιος.
Να το αγνοήσει για να διασώσει τη χώρα του από την αστάθεια και τις οικονομικές αναταράξεις ή όχι;
Δεν πρόκειται για αρχαία ελληνική τραγωδία ή σαιξπηρικό δράμα, αλλά για μια πραγματικότητα που σε διάστημα δώδεκα μηνών συνέβη δύο φορές στη σύγχρονη Ευρώπη.
Ανάμεσα στο ελληνικό δημοψήφισμα τον Ιούλιο 2015 και ένα χρόνο αργότερα, στο βρετανικό, υπάρχουν αξιοπρόσεκτοι παραλληλισμοί αλλά και σημαντικές διαφορές.
Δικλίδα ασφαλείας τα δημοψηφίσματα
Τον περασμένο Ιούλιο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ζήτησε από τον ελληνικό λαό να του προσφέρει κάλυψη στις διαπραγματεύσεις με τους ευρωπαίους εταίρους. Εσπευσμένα προκήρυξε δημοψήφισμα και ο λαός στην πλειοψηφία του τον κάλυψε:
το 60% των ψηφοφόρων τάχθηκε εναντίον των μέτρων λιτότητας των δανειστών. Δεν πρόλαβε να περάσει μια εβδομάδα και ο Τσίπρας αναγκάστηκε να δεχθεί τελικά τους «επονείδιστους» όρους.
Ένα χρόνο αργότερα κλήθηκαν και οι Βρετανοί στις κάλπες για να απαντήσουν σε ένα εξαιρετικά σημαντικό ερώτημα για το μέλλον τους, την παραμονή τους στους κόλπους της ΕΕ.
Την περασμένη εβδομάδα και παρά τις εκκλήσεις του βρετανού πρωθυπουργού να ταχθούν υπέρ της παραμονής, ποσοστό 52% προτίμησε την έξοδο.
Όπως ο Τσίπρας, έτσι και ο Κάμερον προκήρυξε δημοψήφισμα με δική του πρωτοβουλία. Και οι δύο είχαν τη σαφή πλειοψηφία στη Βουλή, που τους δικαιολογούσε να υποθέσουν ότι οι λαοί τους θα τους ακολουθούσαν.
Αλλά και στις δύο περιπτώσεις τα Συντάγματα δεν προέβλεπαν σαφείς δεσμεύσεις για την εφαρμογή του αποτελέσματος των δημοψηφισμάτων.
Πριν ένα χρόνο αρκετοί παρατηρητές είχαν την απόλυτη βεβαιότητα ότι η Ελλάδα με το δημοψήφισμα, είχε πλέον επισφραγίσει την έξοδό της από το ευρώ. Το Grexit έμοιαζε πλέον αναπόφευκτο.
Αλλά, αυτό ακριβώς θέλησε να αποφύγει ο Τσίπρας. Και υποχώρησε στον αλύπητο αγώνα κατά τον δανειστών.
Η Βρετανία βρίσκεται τώρα ενώπιον αυτού που ο Κάμερον θέλει να αποφύγει: ενός Brexit. Και στις δύο χώρες οι λαοί ένοιωσαν να αδικούνται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Και στις δύο χώρες οι ηγεσίες τους πρόσφεραν δικλίδα ασφαλείας.
Θα αγνοήσει ο διάδοχος του Κάμερον το δημοψήφισμα;
Και εδώ έρχονται οι διαφορές. Παρά το ότι ο Κάμερον είχε καλά σχεδιάσει το δημοψήφισμα, στο τέλος το πράγμα στράβωσε σε τέτοιο βαθμό που αναγκάστηκε να δηλώσει την παραίτησή του μια κιόλας ημέρα μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος.
Αντίθετα, ο Τσίπρας υπέγραψε μεν τους όρους του τρίτου μνημονίου, αλλά μπόρεσε να κρατηθεί στην εξουσία. Και η Ευρώπη το καλοκαίρι του 2015 πήρε μια βαθιά ανάσα για το Grexit που τελικά απεφεύχθη. Θα γίνει το ίδιο και με το Brexit;
Σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος στο χθεσινό συμβούλιο κορυφής της ΕΕ με πρώτη την καγκελάριο Μέρκελ επιμένει ότι σε αυτή τη διαδικασία δεν υπάρχει πισωγύρισμα.
Παράλληλα ωστόσο δηλώνει, όπως και άλλοι υψηλόβαθμοι εταίροι της στην ΕΕ, ότι το μπαλάκι βρίσκεται στο τερέν των Βρετανών και ότι μόνο η κυβέρνηση του Λονδίνου μπορεί να καταθέσει επίσημο αίτημα για την έξοδό της από την ΕΕ.
Αξιοπερίεργο είναι επίσης, ότι ακόμη και το στρατόπεδο των νικητών υπέρ του Brexit φαίνεται να πατά φρένο. «Δεν πρέπει να πάρουμε βιαστικές αποφάσεις», είπε ο συνεχώς αναμαλλιασμένος αντίπαλος του Κάμερον, Μπόρις Τζόνσον, που κατά τα άλλα προτίμησε να μην κάνει άλλα σχόλια.
«Γίνεται σαφές ότι το στρατόπεδο του Brexit δεν διαθέτει κανένα σχέδιο για το τι μέλλει γενέσθαι» παρατήρησε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ. Το δημοψήφισμα άφησε πολιτικό χάος στη Βρετανία.
Τόσο στους εργατικούς όσο και στους συντηρητικούς κανείς δεν ξέρει ποιοι θα αναδειχθούν νέοι αρχηγοί, εάν γίνουν πρόωρες εκλογές ή ακόμη και ένα δεύτερο δημοψήφισμα.
Η βρετανική οικονομία βρίσκεται σε αναβρασμό και πολλές επιχειρήσεις ετοιμάζουν την μετακόμισή τους σε χώρες της ΕΕ. Εν όψει αυτού του σκηνικού δεν αποκλείεται ο διάδοχος του Κάμερον να τραβήξει το δρόμο που χάραξε και ο Τσίπρας και να αγνοήσει παντελώς το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.