Φυσικοθεραπευτής.
Επιστημονικός σύμβουλος στο voliotaki.
Επιστημονικός σύμβουλος στο voliotaki.
Η ρήξη των συνδέσμων του γόνατος είναι δυνατόν να είναι ολική ή μερική. Κατά τη μερική ρήξη παθαίνει κάκωση ο αρθρικός υμένας (αυτός προσεκβάλλει μέσα στην άρθρωση και σχηματίζει ογκώδεις πτυχές, που περιέχουν αγγεία ή λιπώδεις πτυχές, που περιέχουν λίποι) με αποτέλεσμα να αναπτύσσεται υγρός εντός της αρθρώσεως.
Στον τραυματισμό αυτό δεν παρατηρείται παρά φύση κίνηση της αρθρώσεως. Ο πόνος, το οίδημα και ο περιορισμός των κινήσεων της αρθρώσεως είναι τα κυριαρχούντα συμπτώματα της μερικής ρήξεως. Η ολική ρήξη των συνδέσμων χαρακτηρίζεται από έντονο πόνο στο σημείο του βλαβέντος συνδέσμου, την δημιουργία αιματώματος, εμφάνιση οιδήματος και ανώμαλη κινητικότητα της αρθρώσεως που υπάσχει.
Ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος συμμετέχει σπουδαιότατα στην καλή λειτουργία του γόνατος. Αυτός σταθεροποιεί την άρθρωση κατά τη θέση κάμψεως και εκτάσεως αυτής αποκλείων τις κινήσεις κατά το πλαγιοπλάγιον και προσθιοπίσθιο επίπεδο, παίζει δε σπουδαίο ρόλο στον έλεγχο της υπερεκτάσεως και υπερκάμψεως.
Κατά την έκταση του γόνατος ο σύνδεσμος αυτός παραμένει σε σύσπαση και ενεργεί σαν άξονας γύρω από τον οποίο εκτελείται η εξωτερική στροφή της κνήμης κατά τις τελευταίες μοίρες της εκτάσεως, καθορίζει δε μεά του έσω πλαγίου και του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου την στροφή της κνήμης κατά την κάμψη και έκταση του γόνατος.
Ο ασθενής κατά τον χρόνο της ρήξεως αισθάνεται σαν να αποσχίζεται κάτι εντός της αρθρώσεως ακολουθεί δε αμέσως αστάθεια του γόνατος κατά την βάδηση όταν το γόνατο φέρεται σε κάμψη. Στις περισσότερες περιπτώσεις παρατηρείται αίμαθρο ενώ το γόνατο συγκρατείται σε κάμψη λόγω συσπάσεως των οπισθίων μηριαίων μυών.
Όταν το γόνατο ευρίσκεται σε κάμψη ορθής γωνίας οπισθαίνει η κνήμη προς τα εμπρός. Η χειρουργική αποκατάσταση της συνέχειας του συνδέσμου δεν είναι δυσχερής εφόσον η επέμβαση γίνει μέσα σε λίγες μέρες μετά τον τραυματισμό.
Εάν η ρήξη γίνει στο μέσον του συνδέσμου συρράπτεται με μετάξι. Μετά την εγχείριση το γόνατο ακινητοποιείται σε κάμψη μέσα σε κυλινδρικό γύψινο επίδεσμο για έξι εβδομάδες.
Η επί του γόνατος στήριξη του βάρους επιτρέπεται μετά 15νθήμερο, ο δε γύψινος επίδεσμος μετά 2 εβδομάδες τέμνεται επιμηκώς ώστε να επιτρέψει την κινητοποίηση. Η συντηρητική θεραπεία εφαρμόζεται σε μερική ρήξη και σε όλες τις περιπτώσεις που η ρήξη αφορά μόνο τον πρόσθιο χιαστό.
Μετά την δια παρακεντήσεως αφαίρεση του αιμάθρου, τοποθετείται γύψινος νάρθηκας εκ του ριζομπρίου μέχρι των δακτύλων που συγκρατεί το γόνατο σε έκταση 180 μοιρών.
Μετά πάροδο 10 ημερών αντικαθίσταται ο νάρθηκας από κυκλοτερή γύψινο επίδεσμο που εκτείνεται από το ριζομήριο μέχρι άνωθεν των σφυρών προς συγκράτηση του γόνατος σε έκταση.
Η έκταση αυτή επιτυγχάνεται αργότερα με φυσικοθεραπεία δυσκολότερα παρά η τέλεια κάμψη και η βάδιση επιτυγχάνεται πιο ομαλά μόνον όταν το γόνατο βρίσκεται σε έκταση.
Η ρήξη του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου είναι σπάνια και συμβαίνει κατόπιν ισχυράς βίας επάνω στην πρόσθια επιφάνεια των κνημιαίων κονδύλων όταν το γόνατο βρίσκεται σε κάμψη, ο δε μηρός και το άκρο πόδι παραμένουν σταθερά και δεν ακολουθούν την προς τα πίσω παρεκτόπιση του άνω κνημιαίου άκρου.
Μεμονωμένη ρήξη του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου, εάν αυτή δεν συνοδεύεται από ρήξη άλλων συνδέσμων ή μηνίσκων του γόνατος, αποκαθίστανται ικανοποιητικά δια της συντηρητικής θεραπείας που είναι ακριβώς η ίδια όπως επί ρήξεως του προσθίου χιαστού συνδέσμου.
Ο ρόλος της φυσικοθεραπείας δια την αποκατάσταση της λειτουργίας του γόνατος αρχίζει αμέσως μετά την κάκωση, για τις μερικές ρήξεις των συνδέσμων και κατά το 1ο 24ωρο, μετά την τοποθέτηση νάρθηκος για τις ολικές ρήξεις αυτών.
Κατά την μερική ρήξη αμέσως μετά την κάκωση επιβάλλεται η εφαρμογή ψυχρών επιθεμάτων, η χρήση ελαστικού επιδέσμου, η ανάπαυση και η ανάρροπος θέση του πάσχοντος μέλους.
Μετά την παρέλευση του πρώτου 24ώρου το πάσχον μέλος συνήθως ακινητοποιείται με νάρθηκα για τον κίνδυνο της ολικής ρήξεως.
Φυσικοθεραπεία εφαρμόζουμε και κατά την περίοδο ακινητοποιήσεως του μέλους δια γύψινου νάρθηκος, αλλά και μετά την αφαίρεση της ακινητοποιήσεως. Οι σκοποί αυτής της κατά την διάρκεια της ακινητοποιήσεως είναι:
Διατήρηση της κινητικότητας των αρθρώσεων που μπορούν να κινηθούν όπως ισχύου και ποδοκνήμης.
Αποφυγή οιδήματος
Πρόληψη αναπνευστικών επιπλοκών.
Περιλαμβάνει δε τις ισομετρικές συστολές όλων εκείνων των μυών, που έχουν ακινητοποιηθεί κυρίως δε του 4κέφαλου μυός. Οι συστολές αυτές εκτός του ότι διευκολύνουν την τοπική κυκλοφορία, περιλαμβάνουν και την εξ’ ανενεργησίας ατροφία των μυών.
Επίσης μάλαξη άκρου ποδός και ποδοκνημικής σε περίπτωση οιδήματος. Μετά την αφαίρεση του γύψινου επιδέσμου αρχίζει το πρόγραμμα κινητοποιήσεως των αρθρώσεων του γόνατος. Οι σκοποί αυτοί είναι:
Ανακούφιση από τον πόνο (δινόλουτρο, παραφίνη).
Λύση των συμφύσεων με μασάζ και ασκήσεις.
Μηχανοθεραπεία (τροχαλία με βάρη – ποδήλατο κλπ).
Έλεγχος του επεκτατικού μηχανισμού γόνατος.
Αποκατάσταση πλήρους βαδίσεως.