Μια σειρά από επιστημονικά όργανα τοποθέτησε στο βυθό της καλντέρας της Σαντορίνης μία ελληνο-γαλλο-ισπανική αποστολή, η οποία ξεκίνησε στις 13 Ιουλίου. Είναι η πρώτη φορά που θα υπάρξει πλέον μία μακρόχρονη μελέτη της πιθανής υποθαλάσσιας ηφαιστειακής δραστηριότητας στην περιοχή, όπου πέρυσι υπήρξαν σημάδια ενεργοποίησης.
Οι ερευνητές, που χρησιμοποίησαν το βαθυσκάφος «Θέτις» και το τηλεχειριζόμενο υποβρύχιο όχημα «Max Rover» του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίου Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), θέλουν να έχουν μία καλύτερη εικόνα, από «πρώτο χέρι», για το τι συμβαίνει στο ηφαίστειο της Σαντορίνης....Η αποστολή, αρχηγός της οποίας ήταν ο γεωλόγος Δημήτρης Σακελλαρίου, επικεφαλής ερευνών του Τομέα Θαλάσσιας Γεωλογίας-Γεωφυσικής του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του ΕΛΚΕΘΕ, πόντισε ένα μετρητή κλίσης και δύο αισθητήρες υποθαλάσσιας πίεσης για να καταγράψει την πιθανή παραμόρφωση και το «φούσκωμα» του βυθού εξαιτίας ανοδικών κινήσεων του μάγματος και των αερίων κάτω από το βυθό. Όσο ανυψώνεται ο βυθός πιεζόμενος από κάτω, τόσο μειώνεται η πίεση στους αισθητήρες, αφού πια υπάρχει μικρότερος όγκος νερού από πάνω τους.
Επίσης οι επιστήμονες τοποθέτησαν υποθαλάσσια θερμόμετρα για να καταγράψουν κάθε μεταβολή της θερμοκρασίας στα νερά της καλντέρας και ιδιαίτερα στις υδροθερμικές πηγές, εξαιτίας μια πιθανής αφανούς ηφαιστειακής δραστηριότητας. Η τοποθέτηση των οργάνων έγινε στην υποθαλάσσια περιοχή μεταξύ Θηρασιάς-Καμμένης-Οίας, στο βόρειο τμήμα της καλντέρας, η οποία αποτελείται από τρεις διακριτές λεκάνες με διαφορετικά βάθη και είναι η μεγαλύτερη υποθαλάσσια καλντέρα στον κόσμο φθάνοντας σε βάθος 389 μέτρων.
Η μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης, που πιθανώς κατέστρεψε τον μινωικό πολιτισμό, συνέβη περίπου το 1650 π.Χ., ενώ η πιο πρόσφατη έκρηξη έγινε το 1950. Το 2011 σημειώθηκαν μικροί σεισμοί και οι μετρήσεις μέσω GPS έδειξαν ότι το ανατολικό και το δυτικό άκρο της καλντέρας απομακρύνθηκαν κατά 14 εκατοστά μεταξύ Ιανουαρίου 2011 και Ιανουαρίου 2012. Η δραστηριότητα υποχώρησε το 2012 και υπάρχει πλέον ηρεμία, αλλά η κατάσταση βρίσκεται πάντα υπό επιστημονική παρακολούθηση.