«Αυτό το υπέροχο σκαρί θα συνεχίσει χωρίς εμένα», γράφει ο Στάθης στο σημερινό του άρθρο με τίτλο «αποχαιρετισμός…», στη στήλη του «ναυτίλος» στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία»,
Αναλυτικά το κείμενο του Στάθη:
Αποχαιρετισμός…
Σαν τσιγάρο που κόπηκε στη μέση χωρίς να βρει ένα επόμενο στόμα για να κάψει σ’ αυτό τη ζωή του, σαν τραγούδι που έρχεται και ξανάρχεται στον νου σου θέλοντας να σου τραγουδήσει άλλα τραγούδια που δεν έχεις αυτιά ν’ ακούσεις…
…………………………………
Μια νύχτα του Δεκέμβρη, με το Ακροταίναρο να ταξιδεύει ορθόπλωρο
ξημερώνουν αίφνης μεσοπέλαγα τα παλιά σου κόμιξ κι αρχίζουνε τα θαύματα και οι περιπέτειες στ’ στρα… Πάντα γίνονται θαύματα!..
Αποχαιρετισμός στα όπλα;
Μάλλον όχι! Αλλωστε ουδείς εξ όσων γνωρίζω απ’ το είδος που εκτιμώ δεν αποχαιρετά, ούτε παρατά τα όπλα του, όχι τουλάχιστον πριν ο ίδιος να αποφασίσει κι όχι κάποια ανωτέρα βία, συνήθως κατώτερη των περιστάσεων, να κρεμάσει την «ασπίδα του» πάνω απ’ το τζάκι ή έστω τα «παπούτσια του» στον τοίχο.
Αποχαιρετισμός στους αναγνώστες;
Μάλλον όχι! Εχουμε συν-ταξιδέψει πολύ για να χαθούμε μεταξύ μας, όλο και κάπου θα ανταμώνουμε ξανά, σε ένα βιβλίο, σε ένα φιλμ, ένα ποίημα, έναν περίπατο, μια ανάμνηση.
Αποχαιρετισμός στην «Ελευθεροτυπία»;
Ναι!
Αυτό το υπέροχο σκαρί θα συνεχίσει χωρίς εμένα, ελπίζω όμως με όλους εσάς, πιστούς συνεπιβάτες.
Πέρασα μαζί σας πάνω σ’ αυτό το σκάφος, πότε στην κουβέρτα, πότε στ’ αμπάρια, άλλοτε στη γέφυρα ή στο μηχανοστάσιο και πάντα στον τηλέγραφο δέκα μεστά, γενναία και πολυκύμαντα χρόνια.
«Δέκα χρόνια στην πλώρη» ή μια ακόμα Ιλιάδα στα μέτρα της δικής μου μικρής ζωής – δέκα χρόνια στον «Ριζοσπάστη», δέκα χρόνια στα «ΝΕΑ» και δέκα χρόνια στην «Ελευθεροτυπία» – τριάντα χρόνια «υπό σκιάν» στο φως της δημοσιογραφίας.
Εν πρώτοις οφείλω τις ευχαριστίες μου σε παλιούς και νέους συναδέλφους που βρήκα όταν ήρθα εδώ στο σώμα της «Ελευθεροτυπίας», οι οποίοι πολλά μού έμαθαν και πολύ μου στάθηκαν. Ιδιαιτέρως όμως η καρδιά μου ευχαριστεί την ψυχή του Κίτσου Τεγόπουλου, όταν δίψασα με φώναξε στη βρύση του να πιω νερό -και τη δροσιά του θα ‘χω πάντα φυλαχτό, δίπλα στις παιγνιώδεις προτροπές του Λέοντα Καραπαναγιώτη.
Επίσης ευχαριστώ εκ βαθέων όλους τους εργάτες του Τύπου που στολίζουν κάθε μέρα με τη δουλειά τους αυτό το καράβι, κλητήρες, διορθωτές, διοικητικούς, οδηγούς, τεχνικούς, τυπογράφους, όλους!
Απολογισμός.
Ενα κυρίως προσπάθησα: να μη σας γράφω ψέματα, να μη σας παραμυθιάζω. Οχι ότι υπήρξα αντικειμενικός, δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα για τους γελοιογράφους ή τους σχολιαστές, αλλά πάντα πρόσεχα να «διασταυρώνω» τις πληροφορίες και να μαθαίνω απ’ τα γεγονότα. Λάθη έκαμα, όχι όμως επίτηδες, όχι για να ξεγελάσω κανέναν, αλλά επειδή είναι αναπόφευκτο.
Ούτε διεκδίκησα ποτέ τη «δική μου αλήθεια» -μακρυά απ’ αυτές τις μεταμοντερνικές ευκολίες, αλλά πάντα έψαχνα την απόδειξη της αλήθειας -γνωρίζοντας
ή μάλλον προσπαθώντας πάντα να ενθυμούμαι ότι υπάρχουν κι εκείνες οι αλήθειες που δεν αποδεικνύονται (ακόμα).
Αφήνομαι στην κρίση σας.
Τέλος, θέλω να σας ευχαριστήσω μίαν-μίαν κι έναν-έναν προσωπικώς καθώς και όλους μαζί, για τον καλό ή τον κριτικό σας λόγο τόσα χρόνια. Για τις ελπίδες και τα όνειρά σας που έθρεψαν και τις δικές μου ελπίδες, και τα δικά μου όνειρα.
Σας ευχαριστώ για τους δρόμους που μου δείξατε, για τις στιγμές που με ανακαλέσατε στην τάξη, για το κοινό μας γέλιο, τους θυμούς, το ονειροπόλημα.
Στην πραγματικότητα -το πιο συχνό- οι αναγνώστες είναι που γράφουν αυτά που μεταδίδει ο γραφιάς και τέτοιες στιγμές, νομίζω, ζήσαμε πολλές μαζί…
Τώρα τα κυπαρισσάκια γέρνουν προς την έξοδο.
Το ταξίδι όμως, ναυτάκια μου
και καπετάνισσες της καρδιάς μου αρχόντισσες
συνεχίζεται.
Εύχομαι η «Ελευθεροτυπία» να συνεχίσει καλοτάξιδη, προσέχοντας τις ανάγκες των ανθρώπων!
Η πέννα μου στα πόδια σας.
Και το πεννάκι μου επίσης! -όσο θα φτιάχνονται χάρτινα ανθρωπάκια, με μύτες σαν πατάτες, δεν θα «παραδεχθούμε ποτέ καμμιά ήττα», -κι αυτή είναι και θα είναι πάντα η νίκη του καλού.
ΣΤΑΘΗΣ Σ. 22.ΧΙΙ.2011 stathis@enet.gr
Αναλυτικά το κείμενο του Στάθη:
Αποχαιρετισμός…
Σαν τσιγάρο που κόπηκε στη μέση χωρίς να βρει ένα επόμενο στόμα για να κάψει σ’ αυτό τη ζωή του, σαν τραγούδι που έρχεται και ξανάρχεται στον νου σου θέλοντας να σου τραγουδήσει άλλα τραγούδια που δεν έχεις αυτιά ν’ ακούσεις…
…………………………………
Μια νύχτα του Δεκέμβρη, με το Ακροταίναρο να ταξιδεύει ορθόπλωρο
ξημερώνουν αίφνης μεσοπέλαγα τα παλιά σου κόμιξ κι αρχίζουνε τα θαύματα και οι περιπέτειες στ’ στρα… Πάντα γίνονται θαύματα!..
Αποχαιρετισμός στα όπλα;
Μάλλον όχι! Αλλωστε ουδείς εξ όσων γνωρίζω απ’ το είδος που εκτιμώ δεν αποχαιρετά, ούτε παρατά τα όπλα του, όχι τουλάχιστον πριν ο ίδιος να αποφασίσει κι όχι κάποια ανωτέρα βία, συνήθως κατώτερη των περιστάσεων, να κρεμάσει την «ασπίδα του» πάνω απ’ το τζάκι ή έστω τα «παπούτσια του» στον τοίχο.
Αποχαιρετισμός στους αναγνώστες;
Μάλλον όχι! Εχουμε συν-ταξιδέψει πολύ για να χαθούμε μεταξύ μας, όλο και κάπου θα ανταμώνουμε ξανά, σε ένα βιβλίο, σε ένα φιλμ, ένα ποίημα, έναν περίπατο, μια ανάμνηση.
Αποχαιρετισμός στην «Ελευθεροτυπία»;
Ναι!
Αυτό το υπέροχο σκαρί θα συνεχίσει χωρίς εμένα, ελπίζω όμως με όλους εσάς, πιστούς συνεπιβάτες.
Πέρασα μαζί σας πάνω σ’ αυτό το σκάφος, πότε στην κουβέρτα, πότε στ’ αμπάρια, άλλοτε στη γέφυρα ή στο μηχανοστάσιο και πάντα στον τηλέγραφο δέκα μεστά, γενναία και πολυκύμαντα χρόνια.
«Δέκα χρόνια στην πλώρη» ή μια ακόμα Ιλιάδα στα μέτρα της δικής μου μικρής ζωής – δέκα χρόνια στον «Ριζοσπάστη», δέκα χρόνια στα «ΝΕΑ» και δέκα χρόνια στην «Ελευθεροτυπία» – τριάντα χρόνια «υπό σκιάν» στο φως της δημοσιογραφίας.
Εν πρώτοις οφείλω τις ευχαριστίες μου σε παλιούς και νέους συναδέλφους που βρήκα όταν ήρθα εδώ στο σώμα της «Ελευθεροτυπίας», οι οποίοι πολλά μού έμαθαν και πολύ μου στάθηκαν. Ιδιαιτέρως όμως η καρδιά μου ευχαριστεί την ψυχή του Κίτσου Τεγόπουλου, όταν δίψασα με φώναξε στη βρύση του να πιω νερό -και τη δροσιά του θα ‘χω πάντα φυλαχτό, δίπλα στις παιγνιώδεις προτροπές του Λέοντα Καραπαναγιώτη.
Επίσης ευχαριστώ εκ βαθέων όλους τους εργάτες του Τύπου που στολίζουν κάθε μέρα με τη δουλειά τους αυτό το καράβι, κλητήρες, διορθωτές, διοικητικούς, οδηγούς, τεχνικούς, τυπογράφους, όλους!
Απολογισμός.
Ενα κυρίως προσπάθησα: να μη σας γράφω ψέματα, να μη σας παραμυθιάζω. Οχι ότι υπήρξα αντικειμενικός, δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα για τους γελοιογράφους ή τους σχολιαστές, αλλά πάντα πρόσεχα να «διασταυρώνω» τις πληροφορίες και να μαθαίνω απ’ τα γεγονότα. Λάθη έκαμα, όχι όμως επίτηδες, όχι για να ξεγελάσω κανέναν, αλλά επειδή είναι αναπόφευκτο.
Ούτε διεκδίκησα ποτέ τη «δική μου αλήθεια» -μακρυά απ’ αυτές τις μεταμοντερνικές ευκολίες, αλλά πάντα έψαχνα την απόδειξη της αλήθειας -γνωρίζοντας
ή μάλλον προσπαθώντας πάντα να ενθυμούμαι ότι υπάρχουν κι εκείνες οι αλήθειες που δεν αποδεικνύονται (ακόμα).
Αφήνομαι στην κρίση σας.
Τέλος, θέλω να σας ευχαριστήσω μίαν-μίαν κι έναν-έναν προσωπικώς καθώς και όλους μαζί, για τον καλό ή τον κριτικό σας λόγο τόσα χρόνια. Για τις ελπίδες και τα όνειρά σας που έθρεψαν και τις δικές μου ελπίδες, και τα δικά μου όνειρα.
Σας ευχαριστώ για τους δρόμους που μου δείξατε, για τις στιγμές που με ανακαλέσατε στην τάξη, για το κοινό μας γέλιο, τους θυμούς, το ονειροπόλημα.
Στην πραγματικότητα -το πιο συχνό- οι αναγνώστες είναι που γράφουν αυτά που μεταδίδει ο γραφιάς και τέτοιες στιγμές, νομίζω, ζήσαμε πολλές μαζί…
Τώρα τα κυπαρισσάκια γέρνουν προς την έξοδο.
Το ταξίδι όμως, ναυτάκια μου
και καπετάνισσες της καρδιάς μου αρχόντισσες
συνεχίζεται.
Εύχομαι η «Ελευθεροτυπία» να συνεχίσει καλοτάξιδη, προσέχοντας τις ανάγκες των ανθρώπων!
Η πέννα μου στα πόδια σας.
Και το πεννάκι μου επίσης! -όσο θα φτιάχνονται χάρτινα ανθρωπάκια, με μύτες σαν πατάτες, δεν θα «παραδεχθούμε ποτέ καμμιά ήττα», -κι αυτή είναι και θα είναι πάντα η νίκη του καλού.
ΣΤΑΘΗΣ Σ. 22.ΧΙΙ.2011 stathis@enet.gr