O
πρώην δημοσιογράφος της Ουάσινγκτον Ποστ, Καρλ Μπερνστάιν, ο οποίος
βραβεύτηκε με Πούλιτζερ για τα ρεπορτάζ του στη διάρκεια του 1970 που
οδήγησαν στην παραίτηση του Αμερικανού προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον, δήλωσε
ότι υπάρχουν «εντυπωσιακές» ομοιότητες μεταξύ των δύο υποθέσεων.
Αμφότερες περιλαμβάνουν καταγγελίες για διαφθορά στα ανώτατα επίπεδα και έχουν προκαλέσει την απώλεια εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους θεσμούς, ειδικά την κυβέρνηση, είπε ο ίδιος.
Σε ανοιχτή συζήτηση που διοργάνωσε στο Λονδίνο η εφημερίδα Guardian, ο Μπερνστάιν είπε ότι ...
πάντοτε αντιστεκόταν στον πειρασμό να συγκρίνει άλλα σημαντικά γεγονότα με το σκάνδαλο Ουότεργκεϊτ, από το 1972 που αποκάλυψε τη διάρρηξη στα κεντρικά γραφεία του Εθνικής Επιτροπής του Δημοκρατικού Κόμματος στην Ουάσινγκτον.
Ο όμιλος News Corp του Μέρντοκ κλυδωνίζεται από το σκάνδαλο από τον Ιούλιο όταν αποκαλύφθηκε ότι δημοσιογράφοι μίας από τις εφημερίδες του στη Βρετανία είχαν παγιδεύσει τους τηλεφωνητές των κινητών τηλεφώνων θυμάτων εγκλημάτων, διασημοτήτων και πολιτικών.
Τα γεγονότα έφεραν στο προσκήνιο ύποπτες σχέσεις ανάμεσα στα ΜΜΕ, υψηλόβαθμους πολιτικούς και την αστυνομία. Ο συντηρητικός ηγέτης Ντέιβιντ Κάμερον δέχτηκε κριτική επειδή προσέλαβε τον πρώην διευθυντή εφημερίδας του Μέρντοκ ως επικεφαλής της ομάδας επικοινωνίας του. Ο πρωθυπουργός ζήτησε συγγνώμη για την απόφασή του αυτή.
Ο Μπερνστάιν είπε ότι το σκάνδαλο με τις υποκλοπές έπληξε την φήμη των βρετανών πολιτικών, των ρυθμιστικών αρχών και των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες χώρες, παρότι συχνά για διαφορετικούς λόγους.
«Οι θεσμοί έχουν χάσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Αν συμβαίνει κάτι σήμερα-από τη Μέση Ανατολή ως τη Νέα Υόρκη, την Ελλάδα, τη Βρετανία, όλο τον κόσμο-αυτό είναι η απώλεια εμπιστοσύνης στις κρατικές δομές,» σχολίασε ο Μπερνστάιν.
Αμφότερες περιλαμβάνουν καταγγελίες για διαφθορά στα ανώτατα επίπεδα και έχουν προκαλέσει την απώλεια εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους θεσμούς, ειδικά την κυβέρνηση, είπε ο ίδιος.
Σε ανοιχτή συζήτηση που διοργάνωσε στο Λονδίνο η εφημερίδα Guardian, ο Μπερνστάιν είπε ότι ...
πάντοτε αντιστεκόταν στον πειρασμό να συγκρίνει άλλα σημαντικά γεγονότα με το σκάνδαλο Ουότεργκεϊτ, από το 1972 που αποκάλυψε τη διάρρηξη στα κεντρικά γραφεία του Εθνικής Επιτροπής του Δημοκρατικού Κόμματος στην Ουάσινγκτον.
Ο όμιλος News Corp του Μέρντοκ κλυδωνίζεται από το σκάνδαλο από τον Ιούλιο όταν αποκαλύφθηκε ότι δημοσιογράφοι μίας από τις εφημερίδες του στη Βρετανία είχαν παγιδεύσει τους τηλεφωνητές των κινητών τηλεφώνων θυμάτων εγκλημάτων, διασημοτήτων και πολιτικών.
Τα γεγονότα έφεραν στο προσκήνιο ύποπτες σχέσεις ανάμεσα στα ΜΜΕ, υψηλόβαθμους πολιτικούς και την αστυνομία. Ο συντηρητικός ηγέτης Ντέιβιντ Κάμερον δέχτηκε κριτική επειδή προσέλαβε τον πρώην διευθυντή εφημερίδας του Μέρντοκ ως επικεφαλής της ομάδας επικοινωνίας του. Ο πρωθυπουργός ζήτησε συγγνώμη για την απόφασή του αυτή.
Ο Μπερνστάιν είπε ότι το σκάνδαλο με τις υποκλοπές έπληξε την φήμη των βρετανών πολιτικών, των ρυθμιστικών αρχών και των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες χώρες, παρότι συχνά για διαφορετικούς λόγους.
«Οι θεσμοί έχουν χάσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Αν συμβαίνει κάτι σήμερα-από τη Μέση Ανατολή ως τη Νέα Υόρκη, την Ελλάδα, τη Βρετανία, όλο τον κόσμο-αυτό είναι η απώλεια εμπιστοσύνης στις κρατικές δομές,» σχολίασε ο Μπερνστάιν.