«Τι πήγε στραβά;» διερωτάται ο «Economist»
Σε εκτενή ανάλυση για την κατάσταση στην Ελλάδα, η γνωστή στήλη «Charlemagne» του περιοδικού «Economist» περιγράφει τη ζοφερή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, καταλήγοντας ότι ενδεχομένως αυτή να είναι τελικά μια ευκαιρία για τη χώρα, εφόσον όμως «επιδείξει εντυπωσιακό ζήλο προς την απελευθέρωση των αγορών».
«Τι πήγε στραβά;» διερωτάται ο «Economist», σπεύδοντας να πει ότι ο πρωθυπουργός της χώρας «για δεύτερη φορά μέσα σε έναν χρόνο αναγκάζεται να ικετεύσει τους Ευρωπαίους ηγέτες για έκτακτα δάνεια δισεκατομμυρίων ευρώ».
«Οι ευθύνες μοιράζονται τόσο στην Ελλάδα όσο...
και στους δανειστές της», απαντά το δημοσίευμα, όπου αναφέρονται η κόπωση των μεταρρυθμίσεων, η καθυστέρηση στις ιδιωτικοποιήσεις αλλά και «τα μικτά μηνύματα του ΔΝΤ που έκαναν χειρότερη την κατάσταση προκαλώντας αναταραχή στις αγορές».
Ο «Economist» εκτιμά ότι οι επόμενες εβδομάδες είναι κρίσιμες, αλλά «στο τέλος θα συμφωνηθεί η νέα βοήθεια». «Όλοι συμφωνούν ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να βγει από το ευρώ», τονίζεται εκτιμώντας ότι στο τέλος «οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν θα αφήσουν την Ελλάδα να καταστραφεί».
Και μετά; «Η Ελλάδα χρειάζεται δεκαετίες υψηλής ανάπτυξης, σφιχτού προϋπολογισμού και χαμηλών επιτοκίων» για να αποπληρώσει τα χρέη της, αναφέρει το περιοδικό, επισημαίνοντας πως πρόκειται για μία από τις πιο περιορισμένες και σκληρωτικές οικονομίες.
«Οι Έλληνες που στηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις βλέπουν στην κρίση μία ευκαιρία για τη χώρα τους. Διακριτικά, επιδοκιμάζουν τους ξένους που εντείνουν τις πιέσεις στους πολιτικούς της χώρας», αναφέρει ο «Economist», παραπέμποντας στις δημοσκοπήσεις που τάσσονται υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων. Το δημοσίευμα, όμως, υποστηρίζει πως στην Ελλάδα πρέπει να γίνουν σαρωτικές αλλαγές για την αντιμετώπιση της διαφθοράς και των κατεστημένων που απαιτούν «αποφασιστική ηγεσία» και «αίσθηση εθνικού στόχου».
«Ακόμη και ορισμένοι υποστηρικτές του κ. Παπανδρέου υποστηρίζουν πως δεν έχει την απαιτούμενη τόλμη», σημειώνει το περιοδικό και συμπληρώνει πως αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες εκτιμούν ότι «ο κ. Σαμαράς είναι ανεύθυνος στην κριτική του για τις μεταρρυθμίσεις».
Αν πρόκειται η Ελλάδα να έχει πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να αποκτήσει μια αίσθηση «εθνικού στόχου», καθώς ο χρόνος είναι λίγος, καταλήγει.
«Τι πήγε στραβά;» διερωτάται ο «Economist», σπεύδοντας να πει ότι ο πρωθυπουργός της χώρας «για δεύτερη φορά μέσα σε έναν χρόνο αναγκάζεται να ικετεύσει τους Ευρωπαίους ηγέτες για έκτακτα δάνεια δισεκατομμυρίων ευρώ».
«Οι ευθύνες μοιράζονται τόσο στην Ελλάδα όσο...
και στους δανειστές της», απαντά το δημοσίευμα, όπου αναφέρονται η κόπωση των μεταρρυθμίσεων, η καθυστέρηση στις ιδιωτικοποιήσεις αλλά και «τα μικτά μηνύματα του ΔΝΤ που έκαναν χειρότερη την κατάσταση προκαλώντας αναταραχή στις αγορές».
Ο «Economist» εκτιμά ότι οι επόμενες εβδομάδες είναι κρίσιμες, αλλά «στο τέλος θα συμφωνηθεί η νέα βοήθεια». «Όλοι συμφωνούν ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να βγει από το ευρώ», τονίζεται εκτιμώντας ότι στο τέλος «οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν θα αφήσουν την Ελλάδα να καταστραφεί».
Και μετά; «Η Ελλάδα χρειάζεται δεκαετίες υψηλής ανάπτυξης, σφιχτού προϋπολογισμού και χαμηλών επιτοκίων» για να αποπληρώσει τα χρέη της, αναφέρει το περιοδικό, επισημαίνοντας πως πρόκειται για μία από τις πιο περιορισμένες και σκληρωτικές οικονομίες.
«Οι Έλληνες που στηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις βλέπουν στην κρίση μία ευκαιρία για τη χώρα τους. Διακριτικά, επιδοκιμάζουν τους ξένους που εντείνουν τις πιέσεις στους πολιτικούς της χώρας», αναφέρει ο «Economist», παραπέμποντας στις δημοσκοπήσεις που τάσσονται υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων. Το δημοσίευμα, όμως, υποστηρίζει πως στην Ελλάδα πρέπει να γίνουν σαρωτικές αλλαγές για την αντιμετώπιση της διαφθοράς και των κατεστημένων που απαιτούν «αποφασιστική ηγεσία» και «αίσθηση εθνικού στόχου».
«Ακόμη και ορισμένοι υποστηρικτές του κ. Παπανδρέου υποστηρίζουν πως δεν έχει την απαιτούμενη τόλμη», σημειώνει το περιοδικό και συμπληρώνει πως αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες εκτιμούν ότι «ο κ. Σαμαράς είναι ανεύθυνος στην κριτική του για τις μεταρρυθμίσεις».
Αν πρόκειται η Ελλάδα να έχει πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να αποκτήσει μια αίσθηση «εθνικού στόχου», καθώς ο χρόνος είναι λίγος, καταλήγει.