- Ο ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Τζον Μακέιν απεβίωσε σε ηλικία 81 ετών
- Άλλοτε αιχμάλωτος πολέμου στο Βιετνάμ και υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ το 2008
- Μόλις πριν δύο μέρες ανακοίνωσε πως αποφάσισε να σταματήσει την θεραπεία του
- Είχε "χτυπηθεί" από μια επιθετική μορφή καρκίνου στον εγκέφαλο
- Συλλυπητήρια από Τραμπ, Ομπάμα, Μπους, Κλίντον και πολλούς άλλους
- Η πολυτάραχη ζωή και τα έργα του "λιονταριού της Γερουσίας"
Ο Μακέιν υποβαλλόταν σε θεραπεία για γλοιοβλάστωμα, μια επιθετική μορφή καρκίνου στον εγκέφαλο, μετά τη διάγνωσή του τον Ιούλιο του 2017, και δεν είχε μεταβεί στο Καπιτώλιο το 2018.- Άλλοτε αιχμάλωτος πολέμου στο Βιετνάμ και υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ το 2008
- Μόλις πριν δύο μέρες ανακοίνωσε πως αποφάσισε να σταματήσει την θεραπεία του
- Είχε "χτυπηθεί" από μια επιθετική μορφή καρκίνου στον εγκέφαλο
- Συλλυπητήρια από Τραμπ, Ομπάμα, Μπους, Κλίντον και πολλούς άλλους
- Η πολυτάραχη ζωή και τα έργα του "λιονταριού της Γερουσίας"
Είχε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στα μέσα Απριλίου για μια λοίμωξη στο έντερο.
Την Παρασκευή, η οικογένεια του Μακέιν ανακοίνωσε ότι ο πολύπειρος πολιτικός, ο οποίος εκπροσώπησε την Αριζόνα στην αμερικανική Γερουσία για 35 χρόνια, αποφάσισε να σταματήσει την θεραπεία στην οποία υποβαλλόταν για το γλοιοβλάστωμα.
Ο… χαμός με τον Τραμπ λόγω Ομπάμα!
Ο Μακέιν υποβαλλόταν σε θεραπεία στην Πολιτεία του, την Αριζόνα, όπου πολλοί φίλοι και συνάδελφοί του πήγαιναν για να τον δουν εδώ και μήνες, ουσιαστικά για να τον αποχαιρετίσουν, καθώς οι πάντες είχαν πλέον πλήρη συνείδηση του πόσο κοντά βρισκόταν στο τέλος.
Παρά τη θεραπεία του και την απουσία του από το Καπιτώλιο πλέον από τον Δεκέμβριο, παρέμενε σχετικά ενεργός πολιτικά. Το καλοκαίρι του 2017, αψήφησε τον πρόεδρο Τραμπ —για τους τρόπους και τις ιδέες του οποίου ο Μακέιν ουδέποτε έκρυψε την περιφρόνησή του— και καταψήφισε τη μεταρρύθμιση του Obamacare, του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων και υγείας της προηγούμενης κυβέρνησης.
Ο Μακέιν επέκρινε ανοιχτά τον Τραμπ, χαρακτηρίζοντάς τον «κακά πληροφορημένο» και «παρορμητικό», ενώ στα απομνημονεύματά του, που κυκλοφόρησαν τον Μάιο του 2018, κατήγγειλε και αυτός τη «συμπάθεια» του νεοϋορκέζου μεγιστάνα για τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τον ρώσο πρόεδρο εναντίον του οποίου ο Μακέιν έδινε μάχες από τη Γερουσία.
Στον Μακέιν άλλωστε είχαν επιβληθεί από τη Ρωσία αντίποινα για τις αμερικανικές κυρώσεις, για την επιβολή των οποίων είχε πρωτοστατήσει, κάτι που ανέφερε συχνά ο ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής εμφανώς υπερήφανος γι’ αυτό.
Η αιχμαλωσία
Ο Τζον Μακέιν, γιος και εγγονός ναυάρχων, ήταν τα χρόνια της νιότης του πιλότος καταδιωκτικού του ναυτικού, και συμμετείχε στον πόλεμο του Βιετνάμ, όπου το αεροπλάνο του καταρρίφθηκε, ο ίδιος τραυματίστηκε και αιχμαλωτίστηκε για πέντε χρόνια.
Έλεγε ότι είχε βασανιστεί από τους δεσμώτες του και έγινε κατά τη διάρκεια της πολιτικής του καριέρας μια από τις φωνές που εναντιώνονταν στα βασανιστήρια, καταγγέλλοντας ιδίως τις πρακτικές της CIA, τις ανακρίσεις με τις «προχωρημένες τεχνικές» κατά τη διάρκεια του λεγόμενου πολέμου κατά της τρομοκρατίας, επί των ημερών του Τζορτζ Ου. Μπους.
Οι ήττες και η Γερουσία
Ο Μακέιν καλλιέργησε για χρόνια την εικόνα ενός ανεξάρτητου νου που μίλαγε με ειλικρίνεια και δεν τηρούσε άκριτα την κομματική γραμμή. Αλλά απέτυχε το 2000 να κερδίσει στην εσωκομματική διαδικασία τον Τζορτζ Ου. Μπους και να γίνει ο υποψήφιος του κόμματος στις προεδρικές εκλογές. Το 2008, έλαβε το χρίσμα του κόμματός του, αλλά υπέστη βαριά ήττα από τον Μπαράκ Ομπάμα.
Κατόπιν παρέμεινε στη Γερουσία, δεύτερο σπίτι του για τριάντα πέντε χρόνια.
Γνωστός για τον επεμβατισμό που πρέσβευε στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, καθώς θεωρούσε ότι η Αμερική οφείλει να υπερασπίζεται τις αξίες της και τα συμφέροντά της σε όλο τον κόσμο, ήταν από τους πιο ανυποχώρητους υποστηρικτές του πολέμου στο Ιράκ και επέμενε να τάσσεται υπέρ ενός ισχυρού αμερικανικού στρατιωτικού ρόλου στο εξωτερικό. Οι θέσεις του τον είχαν περιθωριοποιήσει στο ρεπουμπλικανικό κόμμα, στους κόλπους του οποίου σταδιακά επικρατούσαν εκείνοι που δίνουν την προτεραιότητα σε ζητήματα εσωτερικής πολιτικής.
Τη δεκαετία του 2010, αντιμετώπισε με δυσπιστία και κατάπληξη την άνοδο του Tea Party στο κόμμα του, αδυνατώντας να την περιορίσει.
Τασσόταν μονίμως υπέρ της ανόδου του προϋπολογισμού των ένοπλων δυνάμεων, ήταν εξάλλου πρόεδρος της επιτροπής της Γερουσίας για τις ένοπλες δυνάμεις ως τον θάνατό του.