Κακά τα ψέματα, για αρκετούς που πηγαίνουν εκκλησία μόνο στην Ανάσταση και απέχουν για διάφορους λόγους από την κατανυκτική ατμόσφαιρα των ημερών, ο «Ιησούς από τη Ναζαρέτ» έρχεται κάθε χρόνο τέτοια εποχή να καλύψει το κενό.
Η εμβληματική σειρά του Φράνκο Τζεφιρέλι εξελίχθηκε – με το σπαθί της – στην πιο διαχρονική παραγωγή εποχής και ειδικά στη χώρα μας αισθάνεσαι πια ότι χωρίς αυτήν θα έλειπε κάτι από τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Άρτια στην κινηματογράφηση και τη φωτογραφία, το μουσικό χαλί και τη σκηνογραφία, η σειρά θεωρείται από πολλούς ένα ατμοσφαιρικό τηλεοπτικό αριστούργημα, αλλά και ένα ρίσκο που διέψευσε πολλούς.
Ρίσκο διότι επρόκειτο για ένα κολοσσιαίο project, με ανάλογο κόστος παραγωγής. Εκτός του ότι τεχνικά είναι αψεγάδιαστη, προκλήθηκε εύλογα η ανάγκη ενός πολυπληθούς cast, αλλά και η συμμετοχή ορισμένων ιερών τεράτων της 7ης τέχνης.
Συνολικά εφτά κάτοχοι Όσκαρ και έξι που είχαν κερδίσει υποψηφιότητα έλαβαν μέρος στο διάρκειας έξι ωρών φιλμ.
Μεταξύ αυτών οι Λόρενς Ολίβιε (Νικόδημος), Τζέιμς Μέισον (Ιωσήφ της Αριμαθέας), Ροντ Στάιγκερ (Πόντιος Πιλάτος), Άντονι Κουίν (Καϊάφας), Έρνεστ Μπόργκναϊν (Εκατόνταρχος) και Πίτερ Ουστίνοφ (Ηρώδης ο Μέγας) ήταν τα μεγαλύτερα ονόματα που έβαλαν την υπογραφή τους στη σειρά.
Ακόμα η αγαπημένη του Τζεφιρέλι -και Ιουλιέτα του- Ολίβια Χάσεϊ (στο ρόλο της Παναγίας), η Αν Μπάνκροφτ (Μαρία Μαγδαληνή) αλλά και οι Ντόναλντ Πλέζανς (Μελχιώρ), Κρίστοφερ Πλάμερ (Ηρώδης Αντύπας), Τζέιμς Ερλ Τζόουνς (Βαλτάσαρ) και Κλαούντια Καρντινάλε (Μοιχαλίδα).
Η σπαζοκεφαλιά βέβαια για τους παραγωγούς ήταν ο ηθοποιός που θα έπαιρνε τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Η αρχική πρόθεση ήταν να ανατεθεί σε κάποιον σταρ κοινής αποδοχής, με τους Ντάστιν Χόφμαν και Αλ Πατσίνο να είναι οι βασικοί υποψήφιοι! Σκηνοθέτης και σεναριογράφος ωστόσο ένιωσαν άβολα με αυτές τις προτάσεις, καθώς κανείς από τους δύο ηθοποιούς δεν έμοιαζε με την εικόνα που είχε καθιερωθεί στον κοινό νου για τον Ιησού.
Η ιδέα για τον άσημο τότε Ρόμπερτ Πάουελ προέκυψε με εισήγηση της συζύγου του Βρετανο-ουκρανού παραγωγού Λιου Γκρέιντ, η οποία τον είχε δει σε μια σειρά του BBC. Έκανε λόγο για τα «υπέροχα γαλάζια μάτια» του, αν και ο Φρανκ Τζεφιρέλι τον προόριζε αρχικά για το ρόλο του Ιούδα (τον οποίο δεν είχε καταφέρει να αποδεχτεί λόγω ασθένειας ο Πίτερ Ο’ Τουλ)!
H Ολίβια Χάσεϊ, με τον «δικό» μας Γιώργο Βογιατζή, στο ρόλο του Ιωσήφ
Ο Λιου Γκρέιντ ήταν αυτός τον οποίο παρότρυνε ο Πάπας ο Παύλος ο 6ος να αποπειραθεί μια τηλεοπτική σειρά με θέμα την ζωή του Ιησού. Ναι η ιδέα να μεταφερθεί με πιστότητα στη μικρή και μεγάλη οθόνη (το έργο προβλήθηκε με μειωμένη διάρκεια και στον κινηματογράφο) η ζωή του Θεανθρώπου, σύμφωνα με τα τέσσερα Ευαγγέλια, ήταν του ίδιου του προκαθήμενου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Ο Γκρέιντ ανέθεσε την σκηνοθεσία στον Φράνκο Τζεφιρέλι που τότε απολάμβανε τα εύσημα για την εξαιρετική κινηματογραφική μεταφορά του σαιξπηρικού «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Αρχικά, ο Ιταλός σκηνοθέτης, ο οποίος γνώριζε προσωπικά τον Πάπα από την εποχή που ο τελευταίος ήταν Αρχιεπίσκοπος του Μιλάνου, αρνήθηκε την πρόταση.
Κατόπιν πιέσεων, απόφασισε στα τέλη του 1973, να πει το «ναι» στο εγχείρημα, θέτοντας ωστόσο τους όρους του.
Ξεκαθάρισε ότι πρόθεση του δεν ήταν να φτιάξει ακόμα μία ιστορία για τον Ιησού, που θα συγκινούσε μόνο τους θρησκευόμενους Χριστιανούς, αλλά ακόμα και την κοινότητα των άθεων. Ζήτησε υπέρβαση του μπάτζετ για να δημιουργήσει ένα λυρικό τηλεοπτικό έπος, που θα γινόταν οικουμενικά αποδεκτό και σημείο αναφοράς στην προκείμενη θεματολογία.
Ο Φράνκο Τζεφιρέλι με τον Ρόμπερτ Πάουελ, κατά τα γυρίσματα της σειράς
Για αυτό το σκοπό επιστρατεύτηκαν ιστορικοί και θεολόγοι από το Βατικανό και το Κολέγιο των Ραβίνων στο Λονδίνο. Η σύνθεση της πλοκής από τις ιστορίες των τεσσάρων ευαγγελίων, με χρονολογική σειρά, ανατέθηκε παραδόξως στον Άγγλο λογοτέχνη και σεναριογράφο Άντονι Μπέρτζες.
Ήταν ο άνθρωπος που είχε γράψει το περίφημο «Κουρδιστό Πορτοκάλι», μια σπουδή πάνω στη βία, η οποία θεωρήθηκε εξτρεμιστική για την εποχή της και απαγορεύτηκε σε αρκετές χώρες.
Βασισμένος περισσότερο στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, ο σεναριογράφος κράτησε όσο το δυνατόν περισσότερους διαλόγους όπως παρουσιάζονται αυτούσιοι στα τέσσερα πρώτα βιβλία της Καινής Διαθήκης, με αρκετές φράσεις να απαγγέλλονται στα Αραμαϊκά.
Φυσικά, ένα μεγάλο ποσοστό της επιτυχίας καθρεφτίστηκε στη μορφή του Ρόμπερτ Πάουελ, που με την πάροδο των χρόνων ταυτίστηκε στη συνείδηση πλήθους κόσμου με την προσπάθεια να φανταστούμε τον Ιησού. Αυτό όμως ήταν, όπως αποδείχτηκε, προϊόν και κάποιων τεχνικών «τρικ».
Το μακιγιάζ του Πάουελ αποτελούνταν από μια λεπτή γραμμή σκούρου μπλε eyeliner στο επάνω μέρος του ματιού, και μια λεπτή γραμμή λευκού στο κάτω. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπογραμμίζει το διάφανο μπλε των ματιών του. Επιπλέον, ο Πάουελ εξασκήθηκε να μπορεί να κρατάει τα μάτια του ανοιχτά για όσο το δυνατόν περισσότερη ώρα.
Ο στόχος ήταν ο τηλεοπτικός Ιησούς Ιησούς να μην ανοιγοκλείνει ποτέ τα μάτια του και όταν αυτό δεν ήταν οργανικά εφικτό, έδινε τη λύση το μοντάζ. Ήταν ένα «κόλπο» για να προσδώσει ένα μυσταγωγικό, υπεράνθρωπο στοιχείο στη φιγούρα και μια επιλογή που δικαίωσε τον Τζεφιρέλι καθώς σύμφωνα με τους τηλεοπτικούς κριτικούς «ο θεατής απέκτησε μια διεισδυτική επαφή με το πρόσωπο του Ιησού».
Σε όλη τη σειρά ο Πάουελ εμφανίζεται να ανοιγοκλείνει μόνο μία φορά τα μάτια, ενώ άλλες δύο συμβαίνει στο αγόρι που τον υποδύεται, σε μια σκηνή που βρίσκεται στη Συναγωγή.
Τα γυρίσματα της σειράς ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο του 1975 σε Μαρόκο και Τυνησία και ολοκληρώθηκαν τον Μάιο του 1976.
H σειρά προβλήθηκε για πρώτη φορά από το Ιταλικό κανάλι RAI1 στις 27 Μαρτίου 1977 και έτυχε αποθεωτικών σχολίων από τους κριτικούς. Κάποιες σκηνές της, όπως η ανάσταση του Λαζάρου και το ξέσπασμα του Ιησού στο Ναό του Σολομώντα, θεωρήθηκαν κορυφαίες στην τέχνη της μικρής και μεγάλης οθόνης.
Στο αριστούργημα του Φράνκο Τζεφιρέλι τίποτα δεν είχε αφεθεί στην τύχη. Και προφανώς για αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι 40 και πλέον χρόνια μετά υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που επιστρέφουν νοερά στο 33 μ.Χ. μέσα από τα μάτια του Ρόμπερτ Πάουελ…