Η τηλεόραση με τον ίδιο τρόπο που ατομικά απευθύνεται στον θεατή, έτσι εξατομικευμένα επιχειρεί τον παραμερισμό του συλλογικού ενδιαφέροντος, προκειμένου να προβάλει το ατομικό που το ανάγει σε γενικότητα και το επιβάλλει ως κάτι που αφορά όλη την κοινωνία
* Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής στην Περιφέρεια Αττικής
Του Πάνου Σκουρολιάκου*
Ως αποφασιστικό εργαλείο της καθημερινότητας για μια σειρά από ανάγκες μας, η τηλεόραση, παρ’ ότι απευθύνεται σε όλους εμάς μαζικά, ταυτόχρονα λειτουργεί και μέσω της ατομικής στόχευσης. Με ενεργά αυτά τα δύο επίπεδα, πετυχαίνει την εξάρτηση από αυτήν, μεγάλου μέρους των πολιτών.
Παρεμβαίνει αποφασιστικά στην καταναλωτική μας συμπεριφορά, στην επιβολή τρόπου ζωής και βέβαια στις πολιτικές μας επιλογές. Πέτυχε να είναι το κέντρο των πολιτικών διεργασιών, αναλαμβάνοντας εργολαβικά τη διεξαγωγή της πολιτικής αντιπαράθεσης, μεταφέροντας την από τους δρόμους και τις πλατείες στα τηλεοπτικά στούντιο και ελέγχοντας την πλήρως.
Οι όποιες επιβιώσεις πολιτικής δράσης σε δρόμους και πλατείες, μεταδίδονται ως πληροφορία και ως εικόνα, κυρίως από την τηλεόραση. Παρεμβαίνει και εδώ στον τρόπο και στην οπτική από την οποία θα μεταδοθεί μια πολιτική δράση. Τα κολακευτικά τηλεοπτικά πλάνα από μία συγκέντρωση μαζί με εκείνα που εκθέτουν τους διοργανωτές, εναλλάσσονται στην τηλεοπτική καθημερινότητα αναλόγως της θέσης του καναλιού (ή του καναλάρχη), απέναντι στο κόμμα ή στην πολιτική ομάδα που δρα.
Ο καθαρός χειρισμός των πολιτικών θεμάτων, λίγο ενδιαφέρει το μέσον. Στα στούντιο από όπου βγαίνουν στον αέρα πολιτικές εκπομπές, η τηλεόραση ελέγχοντας πλήρως τα εργαλεία και το πλαίσιο, αποπολιτικοποιεί τον πολιτικό λόγο, τηλεοπτικοποιώντας στον απλώς. Η παρέμβαση των δημοσιογράφων, τα πλάνα, ο φωτισμός, η προβολή ερευνών για το θέμα που έχουν προηγουμένως προετοιμασθεί και ο χειρισμός του χρόνου, λίγα περιθώρια αφήνουν για την ανάπτυξη ψύχραιμου πολιτικού λόγου με θέσεις και επιχειρήματα.
Στις εκπομπές ενημέρωσης, η δραματοποίηση της είδησης με μουσικά χαλιά, επιλογή των πληροφοριών και επιλεκτική προβολή έκφρασης γνώμης του κοινού από μια δεξαμενή επιλογών, μόνο ψύχραιμη και αντικειμενική ενημέρωση δεν εξασφαλίζουν.
Η τηλεόραση με τον ίδιο τρόπο που ατομικά απευθύνεται στον θεατή, έτσι εξατομικευμένα επιχειρεί τον παραμερισμό του συλλογικού ενδιαφέροντος, προκειμένου να προβάλει το ατομικό που το ανάγει σε γενικότητα και το επιβάλλει ως κάτι που αφορά όλη την κοινωνία. Η περίπτωση του εξωγήινου που πρότεινε σε κάποιον να αλλάξει φύλο, όπως μας πληροφόρησε ο κ. Μητσοτάκης στη Βουλή, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η ατομική ελευθερία του τηλεθεατή στην επιλογή καταστρατηγείται λοιπόν βάναυσα.
Στη χώρα μας, συναντούμε όλα τα πιο πάνω χαρακτηριστικά σε ένα τηλεοπτικό τοπίο δύο ταχυτήτων. Στη δημόσια και την ιδιωτική τηλεόραση. Ταυτιζόμενη με την εκάστοτε κυβέρνηση η δημόσια τηλεόραση, δίκαια ή άδικα, εξασφαλίζει ένα μίνιμουμ αξιοπρέπειας για πολλούς λόγους. Ο πιο σημαντικός είναι η ίδια η δημοκρατική εναλλαγή στην κυβερνητική εξουσία.
Στην ιδιωτική τηλεόραση, το πιο σημαντικό που πρέπει να σημειώσουμε είναι ότι πρόκειται για μία επιχείρηση. Οι επιχειρήσεις για να δημιουργηθούν χρειάζονται χρήματα. Και στην περίπτωσή μας, πολλά χρήματα. Το επιχειρείν στα τηλεοπτικά νερά είναι ακριβό σπορ. Όταν λοιπόν κάποιος ρισκάρει δεκάδες εκατομμυρίων ευρώ, πρέπει να είναι σίγουρος πώς θα τα πάρει πίσω. Πώς; Μα από τα ποσά που εξασφαλίζουν οι διαφημίσεις. Άρα θα πρέπει να προσφέρει ένα πρόγραμμα αγαπητό στο κοινό, ώστε να προσελκύσει διαφημίσεις. Σχεδόν πάντα η ιδιωτική τηλεόραση καταφεύγει στον ποιοτικό κατήφορο προκειμένου να διαθέτει ένα πρόγραμμα ευρείας αποδοχής. Απολαμβάνουμε λοιπόν πλήθος realities, talk shows, talent shows, παιχνιδιών «επιβίωσης» κ.λπ.
Αλίμονο όμως. Συνήθως τα έσοδα από τις διαφημίσεις δεν φθάνουν για την επιβίωση του καναλιού. Και όταν ακόμα φθάνουν, ο επιχειρηματίας στοχεύει σε ακόμα περισσότερα. Τότε ο τηλεοπτικός επιχειρηματίας καταφεύγει στα παιχνίδια εξουσίας. Στηρίζει συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις, πρόσωπα, κόμματα. Άλλοτε κομψά, άλλοτε χοντροκομμένα και πάντα με το αζημίωτο.
Προσδεμένη η ιδιωτική τηλεόραση στο άρμα συγκεκριμένων πολιτικών ομάδων στη χώρα μας διεκδικεί το δικαίωμα στην ασυδοσία! Δεν δέχεται να λειτουργεί με άδεια του κράτους εντός του οποίου δραστηριοποιείται και την οποία θα πληρώσει. Δεν ενδιαφέρουν φαίνεται κάποιους επιχειρηματίες οι κανόνες που επιβάλλει η ανεξάρτητη αρχή που εποπτεύει τα ραδιοτηλεοπτικά πράγματα στη χώρα.
Το ΕΣΡ αποφάσισε ότι πρέπει να δοθεί συγκεκριμένος αριθμός αδειών, με ορισμένο σημείο εκκίνησης όσον αφορά το οικονομικό τίμημα. Η προηγούμενη απόπειρα αδειοδότησης από τη Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας, παρ’ ότι δεν ευοδώθηκε εξαιτίας της διαφωνίας του ΣτΕ για ένα βασικό άρθρο του «νόμου Παπά», αποτελεί ένα σημαντικό κεκτημένο. Το νέο ΕΣΡ που προέκυψε μετά, με συμφωνία των τεσσάρων πέμπτων της Βουλής προχωρά.
Τα ιδιωτικά κανάλια συνεπικουρούμενα από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αντιδρούν. Τα θέλουν όλα δωρεάν και χωρίς κανόνες. Η Ν.Δ., συμφωνεί και «αδειάζει» πρόσωπα του ΕΣΡ που πρότεινε η ίδια. Το βέρτιγκο της εξ αιτίας του εναγκαλισμού της με όποιον πιστεύει ότι θα την επιβάλει ως κυβέρνηση στον ελληνικό λαό, της κάνει κακό. Και κάνει κακό και στην κοινή μας ζωή στον πολύπαθο αυτόν τόπο.
Τέλος η τηλεόραση ως αναπόσπαστο κομμάτι της συλλογικής μας ζωής, θα πρέπει να αρθεί στο ηθικό και λογικό ύψος των περιστάσεων.