Οι λόγοι που η τουρκική διπλωματία τεντώνει τη χορδή στα άκρα είναι προφανείς: εγκλωβισμένη η Άγκυρα σε ένα πλέγμα σοβαρών προβλημάτων - πολιτικών, οικονομικών και γεωπολιτικών - και έχοντας μπροστά της το κρίσιμο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου, επιλέγει την κορύφωση των τόνων με την Ελλάδα για λόγους πρωτίστως εσωτερικής κατανάλωσης.
Δεν είναι η πρώτη φορά ούτε θα είναι προφανώς η τελευταία.
Το ερώτημα είναι, ωστόσο, αν καλώς η Αθήνα απαντά σε παρεμφερείς τόνους ή αν θα ήταν ενδεδειγμένο να καθορίσει αυτοτελώς τη ρητορική της, θέτοντας την αντιπαράθεση στο πλαίσιο που επιλέγει αυτή και όχι ο συνήθως επιθετικός γείτονάς της.
Με άλλα λόγια, η ελληνική διπλωματία και οι αρμόδιοι υπουργοί, αντί να επιστρέφουν τα βέλη στον εκ πεποιθήσεως προκλητικό Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, αποδεχόμενοι το γήπεδο και το ύφος της αναμέτρησης που εκείνος διαλέγει, θα μπορούσαν να δείξουν ποικιλλοτρόπως στην Αγκυρα ότι, εξαπολύοντας απειλές κατά της Ελλάδας, στην πραγματικότητα διευρύνει το ήδη μεγάλο ρήγμα που την χωρίζει από την Ευρώπη
Βεβαίως, η ισχυρή παράδοση του «ηχηρού πατριωτισμού» επηρεάζει και το ελληνικό πολιτικό προσωπικό, που νιώθει ότι θα υπάρχει πάντα ακροατήριο να καταναλώσει ασυμβίβαστες θέσεις, ανυποχώρητες διαβεβαιώσεις και βροντώδεις απαντήσεις στις αμφισβητήσεις των γειτόνων.
Είναι, όμως, αυτός ο τρόπος ο καταλληλότερος για να αντιμετωπισθεί η κλιμακούμενη τουρκική προκλητικλοτητα ή, όπως συμβαίνει και με την κούρσα των εξοπλισμών, εγκλωβίζει τη χώρα σε έναν άγονο ανταγωνισμό;
Η ενίσχυση της επιχειρησιακής ετοιμότητας και της αποτρεπτικής ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων, που η πολιτική εξουσία οφείλει να διασφαλίζει, δεν είναι αναγκαστικά συνδεδεμένη με τη ρητορική των υψηλών τόνων.
Εξίσου πατριώτες με αυτούς που το διαλαλούν, είναι και όσοι πιστεύουν ότι η επιπλέον ασπίδα για την Ελλάδα είναι ο χαρακτήρας της ως χώρας μέλους του σκληρού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αν το ξεχνά η Άγκυρα, οι υπουργοί μας μπορεί να της το υπενθυμίζουν: τα σύνορά μας είναι τα σύνορα της Ευρώπης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το παρόν και το μέλλον όλων μας...
tvxs
Δεν είναι η πρώτη φορά ούτε θα είναι προφανώς η τελευταία.
Το ερώτημα είναι, ωστόσο, αν καλώς η Αθήνα απαντά σε παρεμφερείς τόνους ή αν θα ήταν ενδεδειγμένο να καθορίσει αυτοτελώς τη ρητορική της, θέτοντας την αντιπαράθεση στο πλαίσιο που επιλέγει αυτή και όχι ο συνήθως επιθετικός γείτονάς της.
Με άλλα λόγια, η ελληνική διπλωματία και οι αρμόδιοι υπουργοί, αντί να επιστρέφουν τα βέλη στον εκ πεποιθήσεως προκλητικό Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, αποδεχόμενοι το γήπεδο και το ύφος της αναμέτρησης που εκείνος διαλέγει, θα μπορούσαν να δείξουν ποικιλλοτρόπως στην Αγκυρα ότι, εξαπολύοντας απειλές κατά της Ελλάδας, στην πραγματικότητα διευρύνει το ήδη μεγάλο ρήγμα που την χωρίζει από την Ευρώπη
Βεβαίως, η ισχυρή παράδοση του «ηχηρού πατριωτισμού» επηρεάζει και το ελληνικό πολιτικό προσωπικό, που νιώθει ότι θα υπάρχει πάντα ακροατήριο να καταναλώσει ασυμβίβαστες θέσεις, ανυποχώρητες διαβεβαιώσεις και βροντώδεις απαντήσεις στις αμφισβητήσεις των γειτόνων.
Είναι, όμως, αυτός ο τρόπος ο καταλληλότερος για να αντιμετωπισθεί η κλιμακούμενη τουρκική προκλητικλοτητα ή, όπως συμβαίνει και με την κούρσα των εξοπλισμών, εγκλωβίζει τη χώρα σε έναν άγονο ανταγωνισμό;
Η ενίσχυση της επιχειρησιακής ετοιμότητας και της αποτρεπτικής ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων, που η πολιτική εξουσία οφείλει να διασφαλίζει, δεν είναι αναγκαστικά συνδεδεμένη με τη ρητορική των υψηλών τόνων.
Εξίσου πατριώτες με αυτούς που το διαλαλούν, είναι και όσοι πιστεύουν ότι η επιπλέον ασπίδα για την Ελλάδα είναι ο χαρακτήρας της ως χώρας μέλους του σκληρού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αν το ξεχνά η Άγκυρα, οι υπουργοί μας μπορεί να της το υπενθυμίζουν: τα σύνορά μας είναι τα σύνορα της Ευρώπης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το παρόν και το μέλλον όλων μας...
tvxs