Ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει επικριθεί ποικιλοτρόπως από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Τον έχουν αποκαλέσει δημαγωγό, λαϊκιστή, λαοπλάνο, καιροσκόπο και πολλά άλλα…
Ελάχιστοι ωστόσο μπορούν να αμφισβητήσουν ότι ήταν χαρισματικός ηγέτης, μια εμβληματική προσωπικότητα και ένας διορατικός πολιτικός.
Πρωτοπόρος στη σκέψη και στις πολιτικές του επιλογές, άφησε πίσω του σπουδαία παρακαταθήκη προς μελέτη και αξιοποίηση τόσο για τους υποστηρικτές του όσο και για τους αμφισβητίες του.
Βασικό προτέρημα ήταν ότι έβλεπε μπροστά από την εποχή του. Είχε το αισθητήριο να «διαβάζει» τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στο ελληνικό και διεθνές γίγνεσθαι, ανοίγοντας δρόμους και χαράζοντας μακροπρόθεσμα σχέδια για τη χώρα και τους πολίτες.
Είχε μυαλό στρατηγού και βούληση πολεμιστή, υποστηρίζουν όσοι τον έζησαν από κοντά, αρετές τις οποίες συνήθως συνδύαζε με αρμονία, επιτυγχάνοντας σημαντικά αποτελέσματα για το λαό και τον τόπο.
Προφανώς, δεν δικαιώθηκε σε όλα και -εφόσον άσκησε εξουσία ως πρωθυπουργός για αρκετά χρόνια- μπορεί κανείς να του καταλογίσει μερίδιο ευθύνης για τα προβλήματα που μας ταλαιπωρούν μέχρι τις μέρες μας.
Scripta Manent
Λένε ότι η ιστορία κρίνει του πάντες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν αποτελεί εξαίρεση. Ειδικά για τους πολιτικούς, εκτός από το έργο τους, κληρονομιά για τις μετέπειτα γενιές αποτελούν οι ομιλίες τους. Είναι τα «ντοκουμέντα» εκείνα από τα οποία αξιολογείται το μεγαλείο ή η μετριότητα του κάθε πολιτικού προσώπου. Scripta manent, κατά τους Λατίνους.
Αν και ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ προτιμούσε να μιλά από στήθους, μισώντας τα προκατασκευασμένα κείμενα των λογογράφων, διατηρείται ώς σήμερα πλούσιο υλικό από δημόσιες παρεμβάσεις του.
Ένα τέτοιο κείμενο, σχεδόν προφητικό και εντυπωσιακά επίκαιρο, παρά το ότι χρονολογείται το 1992, είναι η ομιλία του στη Βουλή (28 Ιουλίου) με θέμα τη Συνθήκη του Μάαστριχτ.
Με αφορμή τη συμπλήρωση -αυτές τις ημέρες- 25 ετών από την υπογραφή της ιστορικής αυτής συνθήκης για την ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η «Εφημερίδα των Συντακτών» αναζήτησε και παρουσιάζει τον λόγο του Ανδρέα Παπανδρέου, με τον οποίο εξηγούσε τις προκλήσεις, τις αβεβαιότητες και τους κινδύνους που εγκυμονεί το εγχείρημα της Ενωμένης Ευρώπης.
Για τη Γερμανία
Με μεγάλη ακρίβεια και διορατικότητα προέβλεπε μεταξύ άλλων ότι η Γερμανία θα επιχειρήσει να ράψει το ευρωπαϊκό κουστούμι στα δικά της μέτρα και σταθμά, η σύγκρουση Βορρά- Νότου θα είναι σκληρή όσο απουσιάζει η ουσιαστική πολιτική σύγκλιση στην ΕΕ και οι χώρες του Νότου θα πρέπει να συνεργαστούν για να γλιτώσουν μια αδιέξοδη πορεία.
Επίσης, εκτιμούσε ότι η δείκτες-στόχοι της ΟΝΕ συνιστούν το όραμα ενός «Ευρωπαίου τραπεζίτη» και κατά κύριο λόγο εκφράζουν τις συντηρητικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις. Από την άλλη πλευρά σημείωνε πως η Ελλάδα είναι ένα «αναπόσπαστο τμήμα» της «νέας Ευρώπης» που γεννιέται και στην ευρωπαϊκή πρόκληση δεν χωρά παρά μόνο μια σθεναρή και θετική απάντηση, «ναι, θα συμμετάσχουμε ενεργά και ισότιμα».
Σύμφωνα με τον Παπανδρέου, η Συνθήκη του Μάαστριχτ αποτελούσε ένα «εισιτήριο» σε έναν «δύσκολο και άνισο αγώνα», αφού εξέφραζε «σχεδόν απόλυτα τα συμφέροντα και την οπτική γωνία του πλούσιου Βορρά».
Πίστευε όμως ακράδαντα ότι το «κλειδί» για τη δικαίωση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος και μιας πραγματικά ομόσπονδης Ευρώπης το κρατούν στα χέρια τους τα προοδευτικά κόμματα, τα οποία με ευρύτατες κοινωνικές συναινέσεις θα είναι ικανά να μετατρέψουν το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης «σε χειροπιαστή πραγματικότητα».
Τα υπόλοιπα αποσπάσματα που ακολουθούν προέρχονται από το απομαγνητοφωνημένο κείμενο της ομιλίας στη Βουλή, προσαρμοσμένο όμως σε δομή γραπτή λόγου, με τη φροντίδα του Κώστα Λαλιώτη, επί σειρά ετών στενού συνεργάτη του Ανδρέα.
Οι όποιες προσθήκες υπήρχαν στο αρχικό κείμενο δεν αλλάζουν το περιεχόμενο του, απλώς είχαν περικοπεί από τον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου για να δώσει έμφαση στον προφορικό λόγο, κυρίως όμως για να συντομεύσει τον χρόνο της ομιλίας του.
«Παραμένει πάντα το ερώτημα αν πορευόμαστε προς μια “ευρωπαϊκή Γερμανία” ή προς μία “γερμανική Ευρώπη”. Ας δώσουμε ένα παράδειγμα. Πρόσφατα η Γερμανία αύξησε το επιτόκιο, την ώρα που όλοι στην Ευρώπη και στην Αμερική ζητούσαν να μην το κάνουν, διότι η πορεία προς την ύφεση είναι σαφής. Εύλογα διερωτάται κανείς σε ποιο μέτρο μπορεί να στηρίζεται η Ευρώπη στη γερμανική αλληλεγγύη».
«Στο πλαίσιο της ΕΟΚ σοβεί πάντα η σύγκρουση Βορρά και Νότου. Και αυτό γιατί η ενιαία αγορά, όταν απουσιάζει κάθε άλλη ουσιαστική πολιτική σύγκλισης και συνοχής πολύ υψηλότερου επιπέδου, οξύνει τις αντιθέσεις. Εάν δεν υπάρξουν κάποια ουσιαστικά μέτρα, κάποιες αποτελεσματικές παρεμβάσεις θα μεγαλώσουν οι αποστάσεις και οι αποκλίσεις ανάπτυξης ανάμεσα στις πλούσιες και τις φτωχές περιφέρειες».
«Το ΠΑΣΟΚ θα ψηφίσει την κύρωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Εχουμε χρέος να περιγράψουμε και να προβάλουμε ορισμένες κρίσιμες πτυχές της. Το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να πει στον λαό μόνο τα αναμενόμενα οφέλη, ούτε να ωραιοποιήσει την εικόνα. Αντίθετα πρέπει να τονίσει με ειλικρίνεια το κόστος αυτής της προσαρμογής».
«Για μένα είναι σαφέστατο. Σημαίνουν ότι ήδη προβλέπονται, έστω και αν δεν ομολογούνται, δύο ταχύτητες στην Ενωμένη Ευρώπη. Ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη μας το τεράστιο κοινωνικό κόστος και τις εκρηκτικές κοινωνικές καταστάσεις τις οποίες θα αντιμετωπίζουμε σε αυτή την πορεία τουλάχιστον για τις χώρες του Νότου».
«Η απάντηση της Νέας Δημοκρατίας είναι ναι στη συνεχιζόμενη μονόπλευρη λιτότητα. Ναι στη βίαιη ταξική επίθεση ενάντια στους εργαζόμενους, ναι, τελικά, στην αποτυχία. Η απάντηση του ΠΑΣΟΚ είναι όχι. Υπάρχουν και άλλοι δρόμοι, που θα οδηγήσουν στην προσέγγιση των ονομαστικών στόχων του Μάαστριχτ, με δίκαιη επιμέτρηση του κόστους της προσαρμογής.
Δρόμοι, που οδηγούν ακόμα στην επίτευξη των στόχων, εφόσον όμως πληρωθούν ορισμένες προϋποθέσεις. Κάτι τέτοιο απαιτεί συνεχιζόμενη διεκδίκηση την πορεία προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Απαιτεί, επίσης, μια άλλη οικονομική πολιτική, διότι για τη Νέα Δημοκρατία, η ΕΟΚ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο ΟΟΣΑ αποτελούν το άλλοθι για να συνεχίζει τη δική της αντιφατική, μυωπική πολιτική».
«Εδώ, ήθελα να φέρω ένα παράδειγμα: Όταν υπάρχει ενοποίηση του νομίσματος σε πέρα από μία χώρα, σε δύο, σε τρεις, σε πέντε χώρες, αυτό λειτουργεί κατά τρόπο αρνητικό για όλες τις καθυστερήσεις ή ασθενέστερες χώρες ή περιοχές. Θα δώσω το απλό παράδειγμα των δύο Γερμανιών.
Μόλις έγινε το ενιαίο νόμισμα, εμφανίστηκαν αμέσως τα τραγικά προβλήματα της Ανατολικής Γερμανίας. Η Δυτική Γερμανία αναγκάζεται, τώρα, να κάνει μεταφορές πόρων, πραγματικά αστρονομικών διαστάσεων στην τέως Ανατολική Γερμανία, γιατί έχει την ευθύνη και μπορεί να ασκήσει δημοσιονομική πολιτική».
«Είναι απαραίτητο και κλειδί να ολοκληρωθεί ο ομοσπονδιακός χαρακτήρας της Ευρώπης, έτσι ώστε η ευθύνη να είναι εκεί όπου υπάρχουν τα μέσα. Τα μέσα θα τα έχουν οι Βρυξέλλες μετά την Ένωση.
Δεν θα τα έχουν τα κράτη-μέλη. Και εκεί υπάρχει η ευθύνη, η οποία βεβαίως πρέπει και να ελέγχεται δημοκρατικά. Μόνο με μια πολιτική ένωση θα αναληφθούν αυτές οι ευθύνες»
«Δεν αρκεί η ενιαία αγορά και το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, για να αντιμετωπίσει η Ευρώπη τις προκλήσεις του μέλλοντος. Απαιτείται η διαμόρφωση μιας αναπτυξιακής ευρωπαϊκής πολιτικής».
«Το πεδίο της δράσης ανάμεσα στις συντηρητικές και τις προοδευτικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις μεταφέρεται τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε μεγάλο βαθμό στο ευρωπαϊκό επίπεδο».
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών