Του Αλέξη Παπαχελά-Καθημερινή
Ο ιστορικός του μέλλοντος θα γράψει κάποτε για το πώς μια ομάδα νεαρών αριστερών ακτιβιστών μπόρεσε να ξεδοντιάσει ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού αστικού καθεστώτος.
Είχε με το μέρος της θράσος και μια κοινωνία που έφτασε στα όρια των αντοχών της.
Δεν έφταναν, όμως, αυτά. Το ελληνικό κατεστημένο αποδείχθηκε πολύ λίγο και αδύναμο. Είχε άλλωστε από καιρό σκάψει τον λάκκο του.
Το ευαγγέλιο του ακραίου λαϊκισμού, της δικαιολόγησης κάθε ακραίας πράξης διαμαρτυρίας κ.λπ. διαβαζόταν καθημερινά από τον άμβωνα των δικών του τηλεοπτικών καναλιών.
Στην ιδιωτική τηλεόραση ανδρώθηκε και δοξάστηκε ο σημερινός κυρίαρχος πολιτικός λόγος. Η δικαιολογία, απλή: «Τι να κάνουμε αφού αυτό πουλάει και θέλει ο κόσμος;». Οπως έστρωσες θα κοιμηθείς, λέει ο σοφός λαός.
Το ούτως αποκαλούμενο κατεστημένο έτρεξε όμως να κάνει τις συμφωνίες του και τα παρασκηνιακά deals από το 2012 και μετά.
Ο καθένας είχε τον λόγο του. Αλλος φοβόταν για να μη βγουν στη φόρα οι σκελετοί του. Αλλος ήθελε να πάρει την εκδίκησή του επειδή ένιωσε απόβλητος των αθηναϊκών σαλονιών.
Κάποιοι ακολουθούσαν την πάγια αρχή που δίδαξε ο μακαρίτης Μποδοσάκης, που επέβαλλε ότι «πρέπει να τα έχουμε καλά με το γκουβέρνο». Από όλες αυτές τις περίφημες συμφωνίες, ελάχιστες τηρήθηκαν.
Λίγη Ιστορία να είχε διαβάσει κανείς, θα ήξερε ότι αυτού του τύπου οι συμφωνίες και λυκοφιλίες δεν κρατούν πολύ.
Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Ενα κομμάτι του ελληνικού κατεστημένου είχε ήδη σαπίσει πολύ. Η κρίση το αποτελείωσε, αλλά ήταν και πριν «στον αέρα».
Οι υπερβολές, η παντελής έλλειψη κανόνων διακυβέρνησης επιχειρήσεων, η απουσία σεβασμού στους θεσμούς είχαν οδηγήσει σε ένα Φαρ Ουέστ νεοελληνικού τύπου.
Οι επελαύνοντες βρήκαν όμως πολύτιμα στηρίγματα σε ένα κομμάτι του αστικού πολιτικού κόσμου, το οποίο για δικούς του λόγους έδωσε όλη τη σχετική τεχνογνωσία της διακυβέρνησης των σκληρών μηχανισμών του κράτους. Επαιξαν και αυτοί οι άνθρωποι τον ρόλο τους.
Σήμερα λοιπόν έχουμε μια μεγάλη αλλαγή σκηνικού, ένα ξαναμοίρασμα της πίτας ισχύος και χρήματος.
Η Ελλάδα περνάει τέτοιες φάσεις κάθε 30-40 χρόνια. Μετά την κρίση του 2009, ήταν αναπόφευκτο να έχουμε ακόμη έναν τέτοιο κύκλο.
Θα προκύψει, λοιπόν, ένα καλύτερο, υγιέστερο κατεστημένο; Φοβούμαι ότι μπορεί να φτάσουν, ακόμη και οι σημερινοί κυβερνώντες, να νοσταλγήσουν κάποια στιγμή το… παλιό, τη δοκιμασμένη διαπλοκή περασμένων εποχών, που ήταν (τουλάχιστον) προβλέψιμη και είχε και κανένα-δύο δικούς της κανόνες.
Το νεοπλουτίστικο Φαρ Ουέστ του 2000 μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματικό, με καουμπόηδες, πιστόλια και άγριους τσακωμούς σε σαλούν…
Θα το γευθεί αυτό σύντομα η παρέα των αριστερών ακτιβιστών που γκρέμισε ένα κομμάτι του κατεστημένου και τώρα θέλει να δημιουργήσει το δικό της.
Το ερώτημα είναι πού βρίσκεται και γιατί κρύβεται ό,τι έχει απομείνει από το μη κρατικοδίαιτο, δυναμικό, υγιές κατεστημένο της χώρας. Η αλήθεια; Εχει τρομάξει και έχει πάρει τα βουνά.
Ορισμένοι έφυγαν για άλλες χώρες, άλλοι θέλουν να μην τους πιάνει κανένα ραντάρ.
Αν όμως δεν παίξουν τον ρόλο τους, η χώρα θα περάσει στα χέρια πειρατών, φανατικών λειτουργών της Δικαιοσύνης με ιδιόμορφες ατζέντες, συμμοριών κάθε είδους και θα αρχίσει να ουκρανοποιείται ταχύτατα.
Χρειάζονται αναχώματα, και μέσα στην ίδια την Αριστερά, για να αποτραπεί αυτή η μοιραία εξέλιξη.
Ενα κομμάτι του ελληνικού κατεστημένου είχε ήδη σαπίσει πολύ
Κάθε χώρα έχει αυτό που ονομάζουμε ένα «αστικό καθεστώς» ή, άλλως, κατεστημένο.Ο ιστορικός του μέλλοντος θα γράψει κάποτε για το πώς μια ομάδα νεαρών αριστερών ακτιβιστών μπόρεσε να ξεδοντιάσει ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού αστικού καθεστώτος.
Είχε με το μέρος της θράσος και μια κοινωνία που έφτασε στα όρια των αντοχών της.
Δεν έφταναν, όμως, αυτά. Το ελληνικό κατεστημένο αποδείχθηκε πολύ λίγο και αδύναμο. Είχε άλλωστε από καιρό σκάψει τον λάκκο του.
Το ευαγγέλιο του ακραίου λαϊκισμού, της δικαιολόγησης κάθε ακραίας πράξης διαμαρτυρίας κ.λπ. διαβαζόταν καθημερινά από τον άμβωνα των δικών του τηλεοπτικών καναλιών.
Στην ιδιωτική τηλεόραση ανδρώθηκε και δοξάστηκε ο σημερινός κυρίαρχος πολιτικός λόγος. Η δικαιολογία, απλή: «Τι να κάνουμε αφού αυτό πουλάει και θέλει ο κόσμος;». Οπως έστρωσες θα κοιμηθείς, λέει ο σοφός λαός.
Το ούτως αποκαλούμενο κατεστημένο έτρεξε όμως να κάνει τις συμφωνίες του και τα παρασκηνιακά deals από το 2012 και μετά.
Ο καθένας είχε τον λόγο του. Αλλος φοβόταν για να μη βγουν στη φόρα οι σκελετοί του. Αλλος ήθελε να πάρει την εκδίκησή του επειδή ένιωσε απόβλητος των αθηναϊκών σαλονιών.
Κάποιοι ακολουθούσαν την πάγια αρχή που δίδαξε ο μακαρίτης Μποδοσάκης, που επέβαλλε ότι «πρέπει να τα έχουμε καλά με το γκουβέρνο». Από όλες αυτές τις περίφημες συμφωνίες, ελάχιστες τηρήθηκαν.
Λίγη Ιστορία να είχε διαβάσει κανείς, θα ήξερε ότι αυτού του τύπου οι συμφωνίες και λυκοφιλίες δεν κρατούν πολύ.
Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Ενα κομμάτι του ελληνικού κατεστημένου είχε ήδη σαπίσει πολύ. Η κρίση το αποτελείωσε, αλλά ήταν και πριν «στον αέρα».
Οι υπερβολές, η παντελής έλλειψη κανόνων διακυβέρνησης επιχειρήσεων, η απουσία σεβασμού στους θεσμούς είχαν οδηγήσει σε ένα Φαρ Ουέστ νεοελληνικού τύπου.
Οι επελαύνοντες βρήκαν όμως πολύτιμα στηρίγματα σε ένα κομμάτι του αστικού πολιτικού κόσμου, το οποίο για δικούς του λόγους έδωσε όλη τη σχετική τεχνογνωσία της διακυβέρνησης των σκληρών μηχανισμών του κράτους. Επαιξαν και αυτοί οι άνθρωποι τον ρόλο τους.
Σήμερα λοιπόν έχουμε μια μεγάλη αλλαγή σκηνικού, ένα ξαναμοίρασμα της πίτας ισχύος και χρήματος.
Η Ελλάδα περνάει τέτοιες φάσεις κάθε 30-40 χρόνια. Μετά την κρίση του 2009, ήταν αναπόφευκτο να έχουμε ακόμη έναν τέτοιο κύκλο.
Θα προκύψει, λοιπόν, ένα καλύτερο, υγιέστερο κατεστημένο; Φοβούμαι ότι μπορεί να φτάσουν, ακόμη και οι σημερινοί κυβερνώντες, να νοσταλγήσουν κάποια στιγμή το… παλιό, τη δοκιμασμένη διαπλοκή περασμένων εποχών, που ήταν (τουλάχιστον) προβλέψιμη και είχε και κανένα-δύο δικούς της κανόνες.
Το νεοπλουτίστικο Φαρ Ουέστ του 2000 μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματικό, με καουμπόηδες, πιστόλια και άγριους τσακωμούς σε σαλούν…
Θα το γευθεί αυτό σύντομα η παρέα των αριστερών ακτιβιστών που γκρέμισε ένα κομμάτι του κατεστημένου και τώρα θέλει να δημιουργήσει το δικό της.
Το ερώτημα είναι πού βρίσκεται και γιατί κρύβεται ό,τι έχει απομείνει από το μη κρατικοδίαιτο, δυναμικό, υγιές κατεστημένο της χώρας. Η αλήθεια; Εχει τρομάξει και έχει πάρει τα βουνά.
Ορισμένοι έφυγαν για άλλες χώρες, άλλοι θέλουν να μην τους πιάνει κανένα ραντάρ.
Αν όμως δεν παίξουν τον ρόλο τους, η χώρα θα περάσει στα χέρια πειρατών, φανατικών λειτουργών της Δικαιοσύνης με ιδιόμορφες ατζέντες, συμμοριών κάθε είδους και θα αρχίσει να ουκρανοποιείται ταχύτατα.
Χρειάζονται αναχώματα, και μέσα στην ίδια την Αριστερά, για να αποτραπεί αυτή η μοιραία εξέλιξη.