Ο Αχιλλέας Μπέος έκανε τη συνηθισμένη του βόλτα περπατώντας στους δρόμους του Βόλου λέγοντας την προσευχή του.
Ξαφνικά λέει δυνατά:...
- Θεέ μου σε παρακαλώ, άσε με να σου κάνω μια ευχή!Ξαφνικά λέει δυνατά:...
Και τότε μονομιάς, οι ουρανοί σκοτεινιάζουν από την πλευρά του Πηλίου αλλά και των Μελισσιατίκων, σύννεφα απλώνονται από πάνω του και η φωνή του Θεού από το υπερπέραν ακούγεται να λέει:
- Επειδή ανέκαθεν προσπαθούσες και ήσουν πιστός σε Εμένα με κάθε τρόπο, θα σου δώσω την ευκαιρία να κάνεις την ευχή σου.
Κι ο Αχιλλέας λέει:
- Θέλω να φτιάξεις μια γέφυρα από τα Πευκάκια μέχρι την Αγριά και από τον Κατηγιώργη μέχρι το Banana Beach της Σκιάθου, έτσι ώστε εγώ και οι συμπολίτες μου να πηγαίνουμε με τα αμάξια μας όποια ώρα θελήσουμε.
Ο Κύριος του απαντάει:
- Το αίτημα σου είναι καθαρά τεχνοκρατικό.
Φαντάσου τις δαπάνες ενός τέτοιου εγχειρήματος.
Τα χιλιάδες στηρίγματα που θα χρειάζονταν και θα έφταναν τα βάθη στο Μπουγάζι στου Λευτέρη!
Το τσιμέντο και το ατσάλι που θα χρειαζόταν!
Μπορώ να το κάνω αλλά μου είναι δύσκολο να εκπληρώσω την επιθυμία σου για ένα ζήτημα τόσο πεζό. Μπορείς να σκεφτείς κάτι άλλο; Μια ευχή που θα με τιμούσε και θα με δόξαζε.
Ο Μπέος σκεφτόταν για πολύ, πολύ ώρα, μέχρι που έφθασε μέχρι τον Αναυρο, αφού πέρασε και από του Μεντεσόπουλου και έφαγε όλα τα Γαλακτομπούρεκα.
Τελικά λέει:
- Θεέ μου, εύχομαι να μπορούσα να καταλάβω τον Σκοτινιώτη. Θέλω να ξέρω πώς νοιώθει μέσα του, τι έχει στο μυαλό του όταν δε μιλάει, γιατί κλαίει, γιατί πήρε τόσο κατάκαρδα την ήττα, αφού τόσοι και τόσοι Δήμαρχοι έχουν ηττηθεί.
Μετά από λίγα λεπτά σκέψης ο θεός του λέει:
- Θέλεις δύο λωρίδες ή τέσσερις σε εκείνες τις γέφυρες Πευκάκια-Αγριά και Κατηγιώργη-Banana Beach;