Γεώργιος Εμ. Δημητράκης
Κάθε άνθρωπος οφείλει να υπερασπίζεται την Ιστορία. Όμως με την εξέλιξη των κοινωνιών εις την σύγχρονη εποχή κανείς άνθρωπος δεν έχει καταφέρει να ξεπεράσει το απόφθεγμα του Μαρξ, ότι οι άνθρωποι δημιουργούν μεν τη δική τους ιστορία, όχι όμως κάτω από τις συνθήκες της δικής τους επιλογής.
Ως γνωστόν, η ευρωπαϊκή ιστορία είναι γεμάτη από πολεμικές συγκρούσεις. Από την ευρωπαϊκή ήπειρο ξεκίνησε η μάστιγα της Αποικιοκρατίας με την οικονομική αφαίμαξη και καταστροφή δεκάδων εθνών και πολιτισμών, αλλά και οι 2 Παγκόσμιοι Πόλεμοι οι οποίοι αιματοκύλησαν την ανθρωπότητα.Κάθε άνθρωπος οφείλει να υπερασπίζεται την Ιστορία. Όμως με την εξέλιξη των κοινωνιών εις την σύγχρονη εποχή κανείς άνθρωπος δεν έχει καταφέρει να ξεπεράσει το απόφθεγμα του Μαρξ, ότι οι άνθρωποι δημιουργούν μεν τη δική τους ιστορία, όχι όμως κάτω από τις συνθήκες της δικής τους επιλογής.
Η ήττα της Γερμανίας και η έναρξη του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ των 2 Υπερδυνάμεων, αλλά και η απειλή των
πυρηνικών όπλων έφερε εις την Ευρώπη, εξ ανάγκης, μία περίοδο ειρήνης. Η μακροβιότερη εις την ιστορία της Ευρώπης.
Όμως η συμπεριφορά της Γερμανίας απέναντι της Ελλάδος και άλλων χωρών του Νότου, η οποία οφείλεται εις την απόλυτη κυριαρχία της επί των Ευρωπαϊκών Θεσμών, μας επιτρέπει μία αναθεώρηση της επικρατούσης αντίληψης περί της ήττας της Γερμανίας, και την σημασία για το Βερολίνο της έννοιας της «ευρωπαϊκής ειρήνης».
Διότι αυτό που οι περισσότεροι άνθρωποι ονομάζουν ειρήνη, δεν είναι παρά ένα όνομα, αφού εις την πραγματικότητα υπάρχει ένας ακήρυχτος πόλεμος που διεξάγεται κατά μία φυσική αναγκαιότητα.
Όσο οξύμωρο και αν ακούγεται, η Γερμανία λόγω της δικής της φιλοσοφίας, ουδέποτε αποδέχθηκε την ήττα της. Διότι η γερμανική πολιτική κυριαρχείται από την δοξασία της επικράτησης του ισχυρού και του υγιούς επί του ασθενικού και αδυνάτου (Friedrich Nietzsche).
Ως εκ τούτου η συνθηκολόγηση του 1945 εις την πραγματικότητα σήμαινε για την Γερμανία μία ανακωχή και μόνον και τίποτε περισσότερο.
Ο Ψυχρός Πόλεμος και η χρησιμοποίηση της Γερμανίας από τις Δυτικές Δυνάμεις ως «ανάχωμα για την υπεράσπιση της Ευρώπης», έδωσε το έναυσμα εις την Γερμανία, όμως κατά περίεργη προτροπή των πρώην αντιπάλων της, για να ενταχθεί εις το ΝΑΤΟ, αλλά και παράλληλα να συμμετάσχει σε όλες τις προσπάθειες και Ευρωπαϊκούς Θεσμούς ενοποίησης της Ευρώπης.
Οι Ευρωπαίοι Λαοί, μετά τα δεινά που υπέστησαν από τους 2 συνεχείς Παγκοσμίους Πολέμους, προσέβλεπαν εις το νέο δημιούργημα της Ε.Ο.Κ./π.χ. Ε.Ε και Ευρωζώνη, όχι μόνον την εμπέδωση της ειρήνης, αλλά παράλληλα και τον σεβασμό των Αρχών και Αξιών της ισότητας, της αξιοπρέπειας και αλληλεγγύης των λαών.
Όνειρο των Ευρωπαίων ήταν και είναι λοιπόν μία οργανωμένη κοινωνία αρμονίας με ένα σύστημα δικαίου, τάξης και ειρήνης χωρίς συγκρούσεις συμφερόντων και διεκδικήσεων. Εκ του λόγου αυτού από την δεκαετία του 60 άρχισε να επικρατεί η αντίληψη ότι η γερμανική οικονομία θα μπορούσε να συμβάλλει σημαντικά, ως μοχλός και ατμομηχανή, εις την δημιουργία μίας ισχυρής ευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής οντότητας.
Η οποία θα εξασφάλιζε όχι μόνον την προστασία και την ευμάρεια των λαών της Ευρώπης, βάσει των Αρχών του σεβασμού της ισότητας, της αξιοπρέπειας και της αλληλεγγύης, αλλά παράλληλα και μίας ευρωπαϊκής δύναμης για τη συμβολή αυτής εις την παγκόσμια ειρήνη.
Δυστυχώς όμως η Γερμανία χρησιμοποίησε τον δυναμισμό της Οικονομίας της όχι μόνον για την εξάντληση και καταστροφή των οικονομιών των «Εταίρων» της, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αλλά παράλληλα ως όπλο για την απόλυτη κυριαρχία της σε όλους τους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς, οι οποίοι κατέστησαν υποτελή φερέφωνα όργανα της, για να αναδειχθεί σε κυρίαρχη δύναμη της Ευρώπης.
Μίας Ευρώπης, οι ηγέτες των χωρών της οποίας τώρα είναι άβουλοι και λιπόθυμοι, υπάκουοι εις τις εντολές και τα κελεύσματα του παντοδύναμου Βερολίνου. Το οποίο χρησιμοποίησε την Οικονομία της και το Ευρώ ως ισχυρότατο όπλο, αλλά και ως Δούρειο Ίππο, για να μετατρέψει την ευρωπαϊκή Ήπειρο σε Γερμανική Ευρώπη.
Με την δημιουργία μίας «ομάδας η οποία δρα σε κλειστό σύνολο», η οποία ακολουθεί εις τα πλαίσια των βίαιων οικονομικών απειλών και εκβιασμών ορισμένους τύπους συμπεριφοράς.
Η βία επί ευρωπαϊκού επιπέδου εξοπλίζεται τώρα με τις ανακαλύψεις νέων κανόνων εξαναγκασμού του «εχθρού» σε υποταγή ή υπαγωγή εις την θέληση και εξουσία της Γερμανίας.
Οι περιορισμοί που αναπτύσσονται εις το πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου για τα δικαιώματα των αδυνάτων υπάγονται σε τελική ανάλυση και αυτά εις το δίκαιο του ισχυρού ή του ισχυρότερου.
Αυτός είναι τώρα ο άμεσος στρατηγικός στόχος της επιθετικότητας της Γερμανίας εναντίον της Ελλάδος.
Αυτή την στιγμή η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως «εξωτερικός κίνδυνος» π.χ. ως «εχθρός», ο οποίος απειλεί τα συμφέροντα της Γερμανικής Ευρώπης. Πρόκειται για μία πάλη αντιθέσεων η οποία ξεπερνάει την φιλοσοφική δράση και αντίδραση των αντιθέτων ουσιών και προσλαμβάνει μορφές προκλητικής αγριότητας, βαρβαρότητας και υποβάθμισης της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας.
Με αδιαφανείς σκοπούς, αλλά και ανεξέλεγκτες επιπτώσεις για το μέλλον όμως των Ευρωπαϊκών Λαών. Ως γνωστόν, ένας πόλεμος διενεργείται εναντίον εξωτερικών αντιπάλων που χαρακτηρίζονται με την ιδιότητα «εχθρός».
Είναι η κατάσταση σύγκρουσης μεταξύ δύο οντοτήτων που χαρακτηρίζεται από την χρήση βίας π.χ. την πρόκληση φόβου εις τον αντίπαλο, του οικονομικού εκβιασμού, πειθαναγκασμού και την υποχρέωση σε ολοκληρωτική υποταγή της Ελλάδος.
Διότι οι κυρίαρχοι της Γερμανικής Ευρώπης εις το Βερολίνο διαβλέπουν ένα τεράστιο κίνδυνο εις τις αντιδράσεις της Ελλάδος, οι οποίες ως επιδημικές συνέπειες και ντόμινο δύνανται να αφυπνίσουν λαούς και ηγέτες πολλών χωρών, οι οποίοι ανέχονται τώρα με σιωπή, την οικονομική εξάντληση, εξαθλίωση και την εθνική τους ταπείνωση από την αλαζονική Γερμανία.
Η οποία με την Οικονομία της, ως ισχυρότατο όπλο, κατόρθωσε αυτό το οποίο δεν κατόρθωσε με την πολεμική της ισχύ το 1939. Την υποταγή της Ευρώπης.
Είναι όμως η μοίρα της Ελλάδος, με την Ιστορία και τον Οικουμενισμό της, να βγει μπροστά και να χαράξει και πάλιν το μέλλον και την τύχη των Λαών της Ευρώπης.
Γεώργιος Εμ. Δημητράκης
Υποσημείωση: Ο αρθρογράφος διαμένει εις την Ξάνθη. Σπούδασε Πολιτικές, Οικονομικές Επιστήμες και Κοινωνιολογία εις την Βόννη και Πολιτιστική Κληρονομιά εις την Αθήνα. Απασχολήθηκε επί 5 χρόνια εις την Ομοσπονδιακή Βουλή της Γερμανίας