Nα διασφαλιστεί η Διαφάνεια για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και της φοροδιαφυγής μέσω κερδισμένων δελτίων τυχερών παιχνιδιών, ζητά με επιστολή του ο Γενικός Γραμματέας Διαφάνειας Γ. Σούρλας από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου και Εποπτείας των Παιγνίων Ευγένιο Γιαννακόπουλο.
Συγκεκριμένα, στην επιστολή του ο Γ. Σούρλας αναφέρει:«Πληθαίνουν οι καταγγελίες πολιτών για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγή, μέσω δελτίων τυχερών παιχνιδιών. Είναι γνωστό, εδώ και χρόνια, ότι κυκλώματα επιτήδειων καταφέρνουν να «νομιμοποιούν» μεγάλα χρηματικά ποσά από άδηλες και παράνομες δραστηριότητες, παρουσιάζοντας ως κερδισμένα, από αυτούς, δελτία τυχερών παιχνιδιών, τα οποία όμως στην πραγματικότητα έχουν κερδίσει άλλοι, που τελικά «συνεργάζονται» μαζί τους.
Η παράνομη αυτή πρακτική προκάλεσε πλήθος δημοσιευμάτων και αποκαλύψεων, αλλά και την παρέμβαση, κατά το πρόσφατο παρελθόν, Διωκτικών Αρχών. Ακόμα και η Επιτροπή καταπολέμησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες έχει επισημάνει, κατά το πρόσφατο επίσης παρελθόν, την παράνομη αυτή πρακτική, σε έκθεσή της που κατατέθηκε στη Βουλή.
Παρά ταύτα, σύμφωνα με τις καταγγελίες, τα κυκλώματα φέρονται να συνεχίζουν ανενόχλητα τη δράση τους, αφού τα κερδισμένα δελτία μπορούν ακόμη να αλλάζουν χέρια, σαν να είναι «ανώνυμα αξιόγραφα», που εξαργυρώνονται από τον οποιοδήποτε κομιστή.
Διερωτώνται οι πολίτες, τι άλλο πρέπει να γίνει για να ληφθούν μέτρα όταν, σύμφωνα με έγκυρα δημοσιεύματα, βρέθηκε «υπερτυχερός» με 300 κερδισμένα δελτία σε ένα χρόνο και όταν, κατά το παρελθόν, έμπορος κοκαΐνης στη Βόρεια Ελλάδα βρέθηκε να έχει κερδίσει εκατοντάδες, επίσης, δελτία.
Και όλα αυτά συμβαίνουν σε μια χρονική περίοδο όπου ο παράνομος τζόγος έχει ετήσιο τζίρο ίσο ή μεγαλύτερο από τον νόμιμο που ανέρχεται περίπου στα 5 δις ευρώ, από τη δράση κυκλωμάτων που αναμένεται να αντιμετωπιστούν από τις Διωκτικές Αρχές και τη Δικαιοσύνη.
Είναι προφανές ότι πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα αδιαφάνειας, φοροδιαφυγής και ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί και μάλιστα συνολικά, για όλους δηλαδή τους διοργανωτές τυχερών παιχνιδιών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται τόσο η Διαφάνεια όσο και η Νομιμότητα.
Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί, από διάφορους φορείς, προτάσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου, αλλά το μέτρο εκείνο που προτείνεται και διασφαλίζει σχεδόν απόλυτα τη ζητούμενη Νομιμότητα και τη Διαφάνεια, είναι αυτό της κατάθεσης ονομαστικών ή ταυτοποιημένων δελτίων, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των παικτών.»