ΣΤΟ Μουντιάλ του 1994 στις ΗΠΑ, ο Αντρες Εσκομπάρ, ένα από τα ταλέντα της Εθνικής Κολομβίας, πέτυχε ένα αυτογκόλ που απέκλεισε τπν ομάδα του από τη διοργάνωση.
Έξι μέρες αργότερα, ο 27χρονος αμυντικός, δολοφονήθηκε στη χώρα του βγαίνοντας από το μπαρ «El Indio».
Έξι μέρες αργότερα, ο 27χρονος αμυντικός, δολοφονήθηκε στη χώρα του βγαίνοντας από το μπαρ «El Indio».
Οι δολοφόνοι είχαν πάρει εντολή από τα καρτέλ ναρκωτικών...
που είχαν χάσει μεγάλα ποσά στοιχηματί ζοντας υπέρ τπς Εθνικής Κολομβίας στο Μουντιάλ. Ο Αντρες είχε διαπρέψει στπ «Νασιονάλ», όταν χρπματοδότης τπς ήταν ο γνωστός βαρόνος τπς κοκαΐνης και συνονόματος του Πάμπλο Εσκομπάρ.
Αν η ιστορία του Αντρέ Εσκομπάρ μοιάζει... δραματική για ένα απλό άθλημα όπως το ποδόσφαιρο, τότε σκεφθείτε πως υπάρχουν μερικά εκατομμύρια άνθρωποι που είναι έτοιμοι να αιματοκυλιστούν γιατί αδικήθπκε η ομάδα τους, την ώρα που ζουν την καθημερινή αδικία στη δουλειά τους και την κοινωνία, χωρίς να αντιδρούν στο ελάχιστο.
Ο Λουί Φελίπε Σκολάρι, προπονητής τπς Εθνικής ομάδας της Βραζιλίας η οποία είναι η χώρα που διοργανώνει το Μουντιάλ 2014, όταν ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις στη χώρα ενάντια στη διοργάνωση με τον κόσμο να ζητά «φαί και παιδεία και όχι Μουντιάλ», δήλωσε πως «το ποδόσφαιρο δεν έχει σχέση με την πολιτική».
Ο Λουί Φελίπε Σκολάρι μάλλον αγνοεί τον Μπέο και τον Μώραλη, αλλά το πιθανότερο να γνωρίζει πως το ποδόσφαιρο είναι πολιτική, ακριβώς επειδή αρνείται τη σχέση με την πολιτική. Δηλαδή την ενεργή και υγιή σχέση που επιτρέπει στον κόσμο να αναρωτηθεί για όσα συμβαίνουν,γιατί συμβαίνουν και κυρίως πώς αλλάζουν.
Πίσω βέβαια από την «μη πολιτική» του ποδοσφαίρου,υπάρχει η διαπλοκή του ποδοσφαίρου που σφιχταγκαλιάζει την Οικονομία, την Πολιτική και την Κοινωνία σαν χταπόδι. Έμποροι ναρκωτικών, εγκληματίες που διακινούν και κρύβουν μαύρο χρήμα, πολιτικοί που πληρώνονται για να μην βλέπουν και να μην ακούνε, εταιρείες στοιχημάτων, στρογγυλεύουν τις δραστηριότητές τους στα μάτια του κόσμου εμφανίζοντάς την σαν μπάλα.
Η θεαματικότητα του ποδοσφαίρου προφανώς έπαιξε βασικό ρόλο. Στο γήπεδο ή το τηλεοπτικό γήπεδο μπορούσαν να συνυπάρξουν οι πάντες. Να ανήκουν στην ίδια ομάδα ή να μαλώνουν ανήκοντας στην αντίπαλη, εκπληρώνοντας και ικανοποιώντας πάντα την ισορροπία μεταξύ φίλαθλου και ψυχαναλυόμενου. Στην ίδια κερκίδα μπορούσαν να βρεθούν το «αφεντικό» με τον «εργάτη» του, να συμπάσχουν, ακόμη και να αστειευτούν ή να νιώσουν την ίδια ανησυχία. Η παρουσία στην κερκίδα δεν απαιτούσε ειδικές γνώσεις. Δεν ήταν ούτε θέατρο ούτε ρεσιτάλ κλασσικής μουσικής.Ήταν ένα θέαμα στο οποίο ο καθένας μπορούσε να παίξει το ρόλο του ειδικούγια θέματα που έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσαν να επιβεβαιωθούν.
Η πέραση του ποδοσφαίρου δημιούργησε τον παραγοντισμό. Γήπεδα στήθηκαν παντού και σχεδόν παντού παράγοντες έτρωγαν και έπιναν με την επίκληση του οπαδικού πατριωτισμού. Οι κυβερνήσεις δεν είχαν κανένα λόγο να μην ανταποκριθούν,αφού το ποδόσφαιρο επέτρεπε στις μάζες να ανησυχούν για πράγματα που δεν ενέπνεαν ανησυχίες στις ίδιες.
Οι μεγαλύτεροι εγκληματίες στον κόσμο συνδέθηκαν με το ποδόσφαιρο για να αποκτήσουν λαϊκά ερείσματα και προσωπικούς στρατούς. Από τον Πάμπλο Εσκομπάρ που ξόδευε χωρίς φειδώ όσα έβγαλε από το εμπόριο κοκαΐνης, ως τον παραστρατιωτικό Αρκάν στο Βελιγράδι. Η Γερμανία αναστήθηκε και απενοχοποιήθηκε μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο με τις νίκες του ποδοσφαίρου και το καθεστώς Πινοσέτ,το 1978 διοργάνωσε το Μουντιάλ σε γήπεδα που απείχε ελάχιστα χιλιόμετρα από τις περιοχές όπου η χούντα δολοφονούσε ανθρώπους. Να μην ξεχάσουμε βέβαια την εθνική υπερηφάνεια της ελληνικής Χούντας με το Γουέμπλεϊ και τις νίκες του Παναθηναϊκού.
Το ποδόσφαιρο έπαψε πολύ γρήγορα να είναι θέαμα. Έγινε θέαμα με τεράστιες οικονομικές προεκτάσεις, πολιτικό ρόλο και σχέσεις με το έγκλημα. Οι ίδιοι οι διοργανωτές των Παγκόσμιων Κυπέλλων, έχουν καταγγελθεί για διαφθορά και εγκληματικές πράξεις. Δίπλα στις διοργανώσεις, εταιρείες στοιχημάτων με τζίρο δισεκατομμυρίων και μαφιόζους που στήνουν παιχνίδια έχουν γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του ποδοσφαίρου.
Οι εταιρείες τηλεοπτικών δικαιωμάτων αποτελούν την άλλη μαφία του ποδοσφαίρου. Ο τζίρος γύρω από τα δικαιώματα των τηλεοπτικών μεταδόσεων ή τα σήματα,θα ήταν αρκετός να θρέψει την Αφρική, αλλά θρέφει αποκλειστικά μερικούς τύπους που κλωτσάνε τη μπάλα και μερικές χιλιάδες διεφθαρμένους δισεκατομμυριούχους που δημιουργήθηκαν από τη λαϊκή πίστη πως το ποδόσφαιρο είναι κάτι «αθώο και δικό μας».
Η σχέση του ποδοσφαίρου και των Μουντιάλ με την πολιτική, δεν προκύπτει μόνο από τον πολιτικό ρόλο που παίζει το ποδόσφαιρο, δηλαδή από την μετατροπή του κατά περίπτωση σε όπιο ή κόκα του λαού. Η πολιτική σχέση πλέον είναι ευθεία. Το χρήμα του ποδοσφαίρου και των στοιχημάτων γύρω από το ποδόσφαιρο ή της πώλησης των δικαιωμάτων, κινείται μέσα από offshore εταιρείες και αχυρανθρώπους. Χρησιμοποιείται για να τροφοδοτεί πολιτικούς είτε με χρήμα είτε με εκλογική πελατεία.
Στην Ελλάδα υπάρχουν δύο εξιστορήσεις που είναι άκρως αποκαλυπτικές. Η μία αφορά τον Μάκη Ψωμιάδη. Στις δίκες για τα στημένα παιχνίδια όπου ήταν κατηγορούμενος, το σύνολο των μαρτύρων κατηγορίας, κατέληξαν μάρτυρες υπεράσπισης που δήλωναν ότι είναι απλός χριστιανός και οικογενειάρχης.
Η δεύτερη αφορά τις συνήθεις νομικές ρυθμίσεις που γίνονται υπέρ ομάδων. Oι νόμοι Βενιζέλου, επέτρεψαν σε χρεωμένες ΠΑΕ όπως ο ΠΑΟΚ, σε ανώνυμες εταιρείες δηλαδή, να ξεπεράσουν τους νομικούς σκοπέλους, καλύπτοντας ταυτόχρονα καταχρήσεις που είχαν γίνει από μια ομάδα παραγόντων που δεν έκανε τίποτα άλλο από το να κλέβει. Τα χρέη χαρίστηκαν για να «σωθεί η ομάδα η οποία είναι θρησκεία». Βεβαίως όλη αυτή η χαριστική διαδικασία για τη θρησκεία της ομάδας έκανε το Βενιζέλο θεό στην περιοχή όπου εκλέγεται.
Στην πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση για τις Περιφερειακές εκλογές, οι υποψήφιοι φρόντισαν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί σε όσα έλεγαν και αφορούσαν το γήπεδο της ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια αφού υπήρχε ο κίνδυνος το εκλογικό σώμα να γυρίσει με την ίδια ευκολία που γυρνάει η μπάλα.
Οι διοργανώσεις των Μουντιάλ, είναι σίγουρα διοργανώσεις που αφορούν το πιο λαοφιλές άθλημα. Αλλά την ίδια ώρα είναι διοργανώσεις που σκορπούν δισεκατομμύρια παρέχοντας θέαμα και εκφόρτιση σε αυτούς που έχουν ανάγκη κυρίως από φαΐ και παιδεία.
Δισεκατομμύρια ανθρώπων που πεινάνε, θα στηθούν στην τηλεόραση για να ξεχάσουν την πείνα, αγνοώντας πως κλάσμα των εξόδων της διοργάνωσης θα ήταν αρκετό για να τους μετατρέψει από άθλιους, σε ανθρώπους με ζωή και δικαιώματα.
«Μα φταίει το ποδόσφαιρο για όλα αυτά;» θα αναρωτηθούν κάποιοι. Για τις φαβέλες στη Βραζιλία δεν φταίει το ποδόσφαιρο. Αλλά φταίμε εμείς όταν δεν βλέπουμε τις φαβέλες και το ρόλο του ποδοσφαίρου μόνο και μόνο για να πιούμε δυο μπίρες βλέποντας… ποδόσφαιρο.
Πηγή: Κώστας Βαξεβάνης – «Hot Doc»