Οι συμμορίες της ιταλικής μαφίας έχουν παρεισφρήσει στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης εκμεταλλευόμενες νομικά παραθυράκια και κενά στη νομοθεσία για την αντιμετώπιση του οικονομικού εγκλήματος, ιδίως της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Ερευνητές καλούν τις γερμανικές αρχές να αντιμετωπίσουν κατεπειγόντως το πρόβλημα.
Ερευνητές καλούν τις γερμανικές αρχές να αντιμετωπίσουν κατεπειγόντως το πρόβλημα.
Η Γερμανία υποτιμά σε μεγάλο βαθμό το πόσο έχουν παρεισφρήσει στην οικονομία της – την τέταρτη μεγαλύτερη του κόσμου – οργανώσεις της ιταλικής μαφίας, σύμφωνα με δημοσιογράφους που έκαναν εκτενή έρευνα για το ζήτημα.
«Η Γερμανία δεν έχει συνειδητοποιήσει πως έχει πρόβλημα», επισήμανε ο Νταβίντ Σράβεν, ένας δημοσιογράφος του Funke Mediengruppe, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Γερμανικό Πρακτορείο έπειτα από ένα διεθνές δημοσιογραφικό συνέδριο στην Περούτζα της Ιταλίας νωρίτερα αυτόν τον μήνα.
Ο ίδιος επέκρινε αυτή που θεωρεί πολύ χαλαρή νομοθεσία όσον αφορά το ξέπλυμα χρήματος και το πάγωμα πόρων, καθώς και τους περιορισμούς που ισχύουν όσον αφορά τις παρακολουθήσεις των τηλεπικοινωνιών και την έλλειψη ενός νομικού πλαισίου αντίστοιχου με αυτού της Ιταλίας, όπου αποτελεί κακούργημα και μόνο το να ανήκει κανείς σε μια οργάνωση της μαφίας.
Η νομοθεσία στη Γερμανία «είναι απίστευτα αδύναμη», επομένως η χώρα αυτή «είναι ένας παράδεισος για τη μαφία» τα μέλη της οποίας «μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν εκεί», υπογράμμισε ο Σράβεν.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, μαζί με συναδέλφους του από την Ιταλία και τη Γερμανία, ο Σράβεν εργάστηκε στο πλαίσιο μιας έρευνας με τίτλο ‘Mafia in Deutschland’ («Η Μαφία στη Γερμανία»). Τον Απρίλιο άρχισαν να δημοσιεύονται άρθρα για τη λεγόμενη Baumafia, που συντάχθηκαν με βάση το υλικό που συγκεντρώθηκε στην έρευνα.
Ο όρος Μπαουμάφια παραπέμπει σε ιταλικές συμμορίες οι οποίες κυριαρχούν στον τομέα των κατασκευών και των ακινήτων στη Γερμανία. Επενδύουν βρώμικο χρήμα που μεταφέρουν από τη Σικελία, υπό την καθοδήγηση του ‘κάπο ντι κάπι’ (του «αφεντικού των αφεντικών») του οργανωμένου εγκλήματος, του Ματέο Μεσίνα Ντενάρο, του πλέον καταζητούμενου κακοποιού στην Ιταλία.
Δημοσιογράφοι που παρίσταναν τους κακοποιούς συνομίλησαν με έναν εκτελεστή της μαφίας στη Γερμανία. Ο επαγγελματίας δολοφόνος τους πληροφόρησε ότι «σήμερα η μαφία δεν σκοτώνει πια, τηρούμε την pax mafiosa και το επιχειρηματικό μοντέλο που έχει υπαγορεύσει ο Ματέο Μεσίνα Ντενάρο».
Υπό την καθοδήγησή του, η σικελική μαφία σταδιακά έπαψε να προβαίνει σε θεαματικές δολοφονίες. Έχει αφοσιωθεί στην προσπάθεια να παρεισφρήσει σε νόμιμους τομείς επιχειρηματικής δραστηριότητας. Ένας φυλακισμένος πρώην αρχιμαφιόζος, ο Τότο Ριίνα, πρόσφατα επέκρινε τον διάδοχό του ότι νοιάζεται μόνο για το πώς θα βγάλει λεφτά.
Η δημοσιογραφική έρευνα άρχισε αφότου περιήλθαν στην κατοχή του Σράβεν εμπιστευτικά έγγραφα της αστυνομίας, με βάση τα οποία μπόρεσε να αναπτυχθεί μια – δίχως ιστορικό προηγούμενο – βάση δεδομένων για 1.200 πρόσωπα στη Γερμανία, σε βάρος των οποίων υπάρχουν υποψίες ότι εμπλέκονται στο οργανωμένο έγκλημα. Η έρευνα πρόκειται να δοθεί εξ ολοκλήρου στη δημοσιότητα μέσα στους επόμενους τρεις μήνες.
«Θα είναι κάτι μοναδικό, η πρώτη βάση δεδομένων ανοικτού κώδικα για το οργανωμένο έγκλημα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο», που θα δίνει σε δημοσιογράφους-ερευνητές από όλη την ήπειρο τη δυνατότητα να αντλούν στοιχεία για το ζήτημα, επισήμανε ο Σράβεν.
«Αυτή τη στιγμή επικεντρώνεται μόνο στη Γερμανία, αλλά στο μέλλον θέλουμε να τη διευρύνουμε, να συλλέξουμε πληροφορίες από άλλες χώρες. Φυσικά πρόκειται να συνεργαστούμε με συναδέλφους σε όλη την Ευρώπη», εξήγησε.
Η κοινή γνώμη στη Γερμανία ίσως αντιλήφθηκε ότι η ιταλική μαφία δρα εκεί το 2007, όταν έξι μέλη της Ντράνγκετα – της μαφίας της Καλαβρίας – δολοφονήθηκαν στην πόλη Ντούισμπουργκ, στο δυτικό τμήμα της χώρας.
Αλλά η Άννα Μαρία Νάιφερ, μια δημοσιογράφος του ραδιοφώνου WDR που έλαβε μέρος στην έρευνα, επισημαίνει πως η ενημέρωση της κοινής γνώμης στη Γερμανία για τη δράση του οργανωμένου εγκλήματος είναι ακόμη πολύ επιδερμική. Αυτό προσκόπτει τους εισαγγελικούς λειτουργούς που εμπλέκονται σε λεπτές και δαπανηρές έρευνας, τόνισε.
«Ο κόσμος πρέπει να αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεται για τη μαφία. Μπορεί να νομίζει ότι υπάρχει μόνο στις ταινίες, στους Sopranos, ή ότι πρόκειται για κάτι που καμιά φορά μπορεί και να βγει από τα σύνορα της Ιταλίας, αλλά δεν είναι αληθινό πρόβλημα στην ίδια τη Γερμανία.
Όμως στην πραγματικότητα η μία στις πέντε πιτσαρίες στη χώρα πιστεύεται ότι ενέχεται σε μαφιόζικη δραστηριότητα». Ιδίως πρόκειται για επιχειρήσεις-βιτρίνες ή κέντρα για να μεταφέρονται και να αποθηκεύονται όπλα, ναρκωτικά και πόρνες, εξήγησε η Νάιφερ.
Ο Σράβεν και η Νάιφερ επικαλέστηκαν ένα δημοσίευμα του περιοδικού Wirtschaftswoche, που αποκάλυψε τον περασμένο μήνα ότι ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) έδωσε τελεσίγραφο στη Γερμανία για να τροποποιήσει επί το αυστηρότερο το νομικό πλαίσιό της για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ως τον ερχόμενο Ιούνιο.
«Όταν δεν προσπαθείς καν να εξακριβώσεις από πού προέρχονται τα χρήματα και αποδέχεται αδιακρίτως ροές κεφαλαίου που εισέρχονται στη χώρα σου, τίθεται σε κίνδυνο η ηθική ενός ολόκληρου λαού», προειδοποίησε ένας εισαγγελέας στο Παλέρμο, ο Ρομπέρτο Σκαρπινάτο.
Οι ιταλικές αρχές προειδοποιούν εδώ και χρόνια ότι η επιρροή της μαφίας εξαπλώνεται πολύ πέραν των εθνικών συνόρων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε εκφράσει παρόμοιες ανησυχίες σε μια έκθεσή του για το οργανωμένο έγκλημα που ψηφίστηκε τον περασμένο Οκτώβριο.
Ο Σράβεν σημείωσε ότι η οικονομική κρίση η οποία πλήττει την Ιταλία – αλλά και η πιο αποτελεσματική δράση των ιταλικών διωκτικών αρχών – είναι επίσης παράγοντες που ωθούν τις συμμορίες του οργανωμένου εγκλήματος να αναζητήσουν ζωτικό χώρο στο εξωτερικό.
Πέρυσι ο Γεργκ Τσίρκε, ο επικεφαλής της BKA, της υπηρεσίας δίωξης σοβαρών εγκλημάτων της ομοσπονδιακής γερμανικής αστυνομίας, είχε δηλώσει σε μια σύνοδο στη Σικελία ότι οι μισές συμμορίες που δρουν στη Γερμανία ανήκουν στη Ντράνγκετα.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι είναι «εκ των ων ουκ άνευ» η Γερμανία να αντιγράψει τον τρόπο που έδρασε η Ιταλία και ιδίως να θεσπίσει ένα νόμο που θα καθιστά το να ανήκει κανείς σε μαφιόζικες συμμορίες κακούργημα.
«Η μαφία δεν μπορεί να καταπολεμηθεί μόνο στην Ιταλία. Είναι πρόβλημα και της Γερμανίας», είχε τονίσει ο Τσίρκε. Ο Σκαρπινάτο ήταν ακόμη πιο κατηγορηματικός: «Η Γερμανία πρέπει να αποφασίσει αν θέλει να αγκαλιάσει τη μαφία ή αν θέλει να την πολεμήσει», είχε προειδοποιήσει.