Του ΝΑΠΟΛΕΟΝΤΑ ΧΑΣΑΚΟΥ
Οι δείκτες του ρολογιού σημάδευαν την ώρα 12.Το κεράκι στο τραπέζι μας τρεμόσβηνε έτοιμο να λιώσει και τα δάκτυλα του πιανίστα από το διπλανό διαμέρισμα χάιδευαν τα πλήκτρα αρμονικά ώστε να ακούγεται το τραγούδι,"Με κούρασαν μες στην ζωή όλα τα ΘΑ και ΟΤΙ , όλα αυτά με έκαναν έναν μεγάλο πότη".
Το παραμύθι της γιαγιάς ΕΛΠΙΔΑΣ νανούριζε την μονάκριβη κόρη μας. Στη γιαγιά , άρεσαν τα καλά παραμύθια που ψυχαγωγούν τα παιδάκια , αλλά νευρίαζε με το κακό παραμύθι ,εκείνο που εκπορεύεται από το σύστημα για να αποκοιμίσει τους ανθρώπους και να κάμψη τις αντιστάσεις τους.
Δεν άρεσαν στη γιαγιά υποσχέσεις καυτερές με γεμιστά τιποτάκια και μια σος κοροϊδίας με επικάλυψη σπάνιας τριμμένης επανάστασης.
Το μυστικό σε αυτό το πιάτο είναι να το κοιτάς και όχι να το δοκιμάζεις και η γιαγιά ακόμη ένιωθε νέα και προσπαθούσε να αλλάξει τον κόσμο.
-Μια φορά και έναν καιρό άρχισε να λέει η γιαγιά Ελπίδα , ήταν μια πόλη που την αποκαλούσαν η "πόλη των φραπέ", που οι κάτοικοι της φοβούνταν ότι αν δεν βρουν σύντομα το δικό τους πρόσωπο ,κάποια μέρα θα ξυπνήσουν με μια γενική φάτσα, δημιούργημα των ρόλων που έπαιζαν ,της μόδας, των μέσων επικοινωνίας και τότε θα είχε μείνει ένα προσωπείο για πρόσωπο.
Παρόλα αυτά όσοι είχαν απομείνει ζωντανοί διατηρούσαν την αισιοδοξία τους σε ένα μπουκαλάκι φορμόλης .Η ηδονή της ακινησίας τους έτρεφε, και αν μένεις ακίνητος έλεγε η γιαγιά δεν είσαι πια ποτάμι ,αλλά γίνεσαι βάλτος και η ζωή δεν κυλά μέσα από ΣΕΝΑ και φυσικά πάντα θα υπάρχει ένας βλάκας για να θαυμάζει έναν πιο βλάκα.
Το αγαπημένο τους σλόγκαν στην πόλη αυτή ήταν "μούγκα στην στρούγκα".Τις περισσότερες φορές κυνηγούσαν τα λάθος πράγματα για να κερδίσουν την εκτίμηση λάθος ανθρώπων .Στην πόλη αυτή είχε και παστωμένα είχε και spa, είχε και σούσι είχε και τρίχες και μούσι .
Η τυφλή δύναμη που ανηφορίζει δεν καταδέχονταν να πιαστεί με τους κατοίκους της "πόλης των φραπέ" και τους άφηνε μέσα στην χλιαρή λάσπη συνήθως να κουτσοζούν, να κουτσαγαπούν και να κουτσοθέλουν …
Οι περισσότεροι κοιτούσαν και έκριναν με το πάχος της κοιλιάς τους και φυσικά δυσκολεύονταν να ξεβολευτούν από την δικιά τους ζεστασιά και να καταλάβουν τον άστεγο ,τον ανήμπορο ,τον άτυχο και να νιώσουν το δικό του, "κρύο του θανάτου" .Ακούγονταν πολύ συχνά σε αυτή την πόλη η εκφράση ξέρεις ποιος είμαι Εγώ ;
-Γιατί έλεγαν έτσι;
-Κοριτσάκι μου γλυκό, κάποιοι με ρηχή σκέψη και βαθιές τσέπες βαρθαλαμπουμπες τα λέγανε αυτά.
-Τι είναι γιαγιάκα μου ο λαδαβαμπούκας;
– Βαρδαλαμπούπας γλυκιά μου, βαρδαλαμπούπας ,είναι ο κοντόχοντρος και ολοστρόγγυλος άνθρωπος , ένας άνθρωπος από άμμο με μένος καταχτητικό, κερδοσκοπία δίχως κόπο, απληστία ,βιασμό του καιρού ,οκνηρία , ένας εαυτός χτισμένος πάνω στο νερό που όσο μεγαλύτερες ευκολίες διεκδικεί τόσο πιο άγριο ΕΓΩ θρέφει ,που δεν μπορεί να καταλάβει ότι ο δότης ποτέ δεν φτωχαίνει .Η προσφορά αναβλύζει από την ελευθερία μας, αλλά η πλεονεξία είναι το βαρύτερο κάτεργο. Ένας ρακένδυτος στην πόλη αυτή μοίραζε λουλούδια.
- Λουλούδια;
-Ναι ματάκια μου ,όταν σου πετάνε πέτρες, πέτα και εσύ λουλούδια. Αλλά αυτός ο άνθρωπος γνώριζε καλλίτερα από τον καθένα ότι όποιος θέλει την ψυχή του πρέπει πρώτα να την χάσει, γιατί ο πόνος της ψυχής είναι η ίδια η ψυχή .Η σουπερμαντολίνη όμως της ηλιθιότητας δεν μας αφήνει να καταλάβουμε ότι το ΕΓΩ είναι μια συστηματική γεννήτρια νόσων ,και κανένας αναντικατάστατος γιατί τα νεκροταφεία είναι γεμάτα από αναντικατάστατους.
Στην πόλη αυτή είχαν αρχίσει σιγά σιγά όλοι να χαστουκίζουν τα μούτρα τους και ήταν φυσικό μετά από αυτό το περίσσευμα εικόνας και ματαιοδοξίας . Οι κάτοικοι αυτής της πόλης ήταν επαναστάτες συνείδησης δι αντιπροσώπου . Πως λέμε πίτσα Delivery που σου παραγγέλνω να φας; Κάπως έτσι
.Ο Σωκράτης κούκλα μου είχε μιλήσει για μια φοράδα που ήθελε μια κλωτσιά για να σηκωθεί δεν ξέρω αν εννοούσε τους κατοίκους της "πόλης των Φραπέ" .Ήταν και ένας με μια ντουντούκα…
- Ντζουντζούκα;
-Ντουντούκα γλύκα μου ,ντουντούκα. Αυτός τους φώναζε να σηκώσουν το κεφάλι και να κοιτάξουν τον ήλιο .Τους ρώταγε συνέχεια εως πότε θα αφήνουν τα μολυσμένα σύννεφα να τους τον κρύβουν;
-Κατάλαβα γιαγιά στου κουν φου την πόρτα όσο θέλεις βρόντα.-Στου κουφού κούκλα μου στου κουφού. Και μάλιστα φώναζε έναν έναν . Μπορείς να σε ξεγράψεις ; Πάτα το λοιπόν το γ@μημέν# το ξεγραφόκουμπο.
-Γιαγιάκα ,γιαγιάκα πες μου κάτι που σου ‘χει μείνει από αυτή την πόλη ;
-. Ένα σκάφος ματάκια μου ,αλλά τι σκάφος! Ευρωπαϊκών προδιαγραφών που κάποιοι έβγαλαν την τάπα για να το βουλιάξουν. Εβαλε βέβαια και το χεράκι του ο πρόεδρος της μονής ΟΥΕΦΑ Τσίγκινη
-Να το βουλιάξουν; Γιατί;
-Γιατί έσκιζε. Με ένα χρόνο παρουσίας βρέθηκε στα Ευρωπαϊκά σαλόνια και αδίκως προσπάθησαν να φορτώσουν τα χίλια μύρια κακά του δύσμοιρου ποδοσφαίρου σ αυτό στο όνομα της φούσκας που λέγονταν κάθαρση .Για πρώτη φορά ίσως η "πόλη των φραπέ" αφυπνίστηκε από τον λήθαργο της και με πολίτες και όχι κατοίκους, που είχαν το μεράκι της σκέψης και φυσικά άγκυρες μνήμης απάντησε σε αυτούς που είχαν δημιουργήσει μια υπόκοφη οργή .Εκεί απέδειξαν οι κάτοικοι της πόλης αυτής ότι δεν ήταν αυνάνες.
-Τι θα πει αυνανες γιαγιάκα μου;
-Το πιασε το αυτάκι σου ,δεν σου ξεφεύγει τίποτα . Ωχ ! Τώρα τι να σου πω ;Και πώς να στο πω; Αυνανες ,είναι οι άνθρωποι χωρίς παρτενερ ,χωρις συντροφο και ΟΧΙ ΜΟΝΟ ,εκεί είναι όλα τα λεφτά στην Ελλάδα αν φορολογηθούν, γιατί η μαλ(θ) ακία πάει σύννεφο Η αδικία αυτή αγγελούδι μου λειτούργησε σαν συναισθηματική κόλλα διαρκείας στους πολίτες της πόλης και όχι σε αυτούς που ήθελαν να είναι απλά και μόνον θεατές και αυτός ο συναισθηματικός εμβολιασμός που είχε γίνει μέρα την μέρα, έκανε καλό γιατί οι μάσκες έπεσαν και φάνηκε το πρόσωπο του καθενός. Ήρθαν όλοι πιο κοντά σαν άνθρωποι
-Τώρα αρχίζω και καταλαβαίνω γιατί ο παππούς ακούει συνέχεια εκείνο το τραγούδι που λέει ΟΛΥΜΠΙΑΚΕ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ είσαι η καρδιά της πόλης είσαι η ψυχή …Και ο καπετάνιος γιαγιάκα ; Ο καπετάνιος;
-Είχε γίνει η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για να ξεπλύνει ο καθένας τις ευθύνες του ,γι αυτό όλη αυτή η υποτιθέμενη κάθαρση ήταν μια πιστολιά στον αέρα. Οι "Ηρακληδείς του συστήματος προσπάθησαν να τους κάνουν όλους να πιστέψουν ότι οι άλλες ομάδες διοικούνταν από Άγιους πατέρες αποστειρωμένους μέχρι το κόκαλο, αλλά εκεί είχε ηλεκτροφόρα καλώδια, που να ακουμπήσεις ; Μωράκι μου εσύ, αντί να κοιμηθείς, γούρλωσες τα μάτια σου.
-Θέλω να μάθω και άλλα , και άλλα
-Άκουσε με τότε προσεχτικά .Φαντάσου δυο ανθρώπους που συμπλέκονται ο ένας είναι "κτήνος" και η βαναυσότητα του και η βία θα πρέπει να κυριαρχούν. Ο άλλος είναι ένας τέλειος τζέντλεμαν, που πιστεύει ότι στο τέλος οι καλοί τρόποι θα θριαμβεύσουν .Το κτήνος θα ορμήσει, στο τέλος θα χάσει την μάχη ,όμως η κτηνωδία του θα έχει θριαμβεύσει.
-Ο καπετάνιος τι κάνει τώρα ;
- Βρε καυμό για τον καπετάνιο; Από ότι ακούω, και ξανά προς την δόξα τραβά.
-Καλά γιαγιά και από τους υπεύθυνους δεν συναχώθηκε κανένας;
-Τι να σου πω κούκλα μου ;Το ποδόσφαιρο είναι μια εκτονωτική κλοτσοπατινάδα ,άντε να σου το πω πιο επιστημονικά μια ελεγχόμενη συγκινησιακή αποφόρτιση. Αντί να σκάει η βόμβα στο κέντρο της πόλης από τα χιλιάδες προβλήματα της καθημερινότητας, μεταφέρεται σε ένα γήπεδο και αυτοί έκλεισαν την βαλβίδα από τον ταχυβραστήρα.
-Τα ανάποδα δηλαδή .
-Εσύ μια σταλιά και το καταλαβαίνεις .Ακριβώς ότι έπρεπε για να γίνει το μπαμ.Έλα τώρα κλείσε τα ματάκια σου, αρκετά για σήμερα …και επειδή οι άλλες γιαγιάδες νανουρίζουν με υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις, οι οποίες όμως σιγά σιγά αποκαλύπτεται ότι είναι φούσκες , λόγια που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν οπότε η χαρά και οι προσδοκίες αντικαθίστανται από την επίγνωση της ματαιότητας και της εξαπάτησης, η γιαγιά Ελπίδα προσπαθεί έστω και αν τα παραμύθια της δεν έχουν δράκο να έχει την εγγονή της έτοιμη και προσγειωμένη, όταν στη ζωή της παρουσιαστεί το πνεύμα του κακού να μην την παρασύρει στην αποχαύνωση και την ευπιστία.
Οι δείκτες του ρολογιού σημάδευαν την ώρα 12.Το κεράκι στο τραπέζι μας τρεμόσβηνε έτοιμο να λιώσει και τα δάκτυλα του πιανίστα από το διπλανό διαμέρισμα χάιδευαν τα πλήκτρα αρμονικά ώστε να ακούγεται το τραγούδι,"Με κούρασαν μες στην ζωή όλα τα ΘΑ και ΟΤΙ , όλα αυτά με έκαναν έναν μεγάλο πότη".
Το παραμύθι της γιαγιάς ΕΛΠΙΔΑΣ νανούριζε την μονάκριβη κόρη μας. Στη γιαγιά , άρεσαν τα καλά παραμύθια που ψυχαγωγούν τα παιδάκια , αλλά νευρίαζε με το κακό παραμύθι ,εκείνο που εκπορεύεται από το σύστημα για να αποκοιμίσει τους ανθρώπους και να κάμψη τις αντιστάσεις τους.
Δεν άρεσαν στη γιαγιά υποσχέσεις καυτερές με γεμιστά τιποτάκια και μια σος κοροϊδίας με επικάλυψη σπάνιας τριμμένης επανάστασης.
Το μυστικό σε αυτό το πιάτο είναι να το κοιτάς και όχι να το δοκιμάζεις και η γιαγιά ακόμη ένιωθε νέα και προσπαθούσε να αλλάξει τον κόσμο.
-Μια φορά και έναν καιρό άρχισε να λέει η γιαγιά Ελπίδα , ήταν μια πόλη που την αποκαλούσαν η "πόλη των φραπέ", που οι κάτοικοι της φοβούνταν ότι αν δεν βρουν σύντομα το δικό τους πρόσωπο ,κάποια μέρα θα ξυπνήσουν με μια γενική φάτσα, δημιούργημα των ρόλων που έπαιζαν ,της μόδας, των μέσων επικοινωνίας και τότε θα είχε μείνει ένα προσωπείο για πρόσωπο.
Παρόλα αυτά όσοι είχαν απομείνει ζωντανοί διατηρούσαν την αισιοδοξία τους σε ένα μπουκαλάκι φορμόλης .Η ηδονή της ακινησίας τους έτρεφε, και αν μένεις ακίνητος έλεγε η γιαγιά δεν είσαι πια ποτάμι ,αλλά γίνεσαι βάλτος και η ζωή δεν κυλά μέσα από ΣΕΝΑ και φυσικά πάντα θα υπάρχει ένας βλάκας για να θαυμάζει έναν πιο βλάκα.
Το αγαπημένο τους σλόγκαν στην πόλη αυτή ήταν "μούγκα στην στρούγκα".Τις περισσότερες φορές κυνηγούσαν τα λάθος πράγματα για να κερδίσουν την εκτίμηση λάθος ανθρώπων .Στην πόλη αυτή είχε και παστωμένα είχε και spa, είχε και σούσι είχε και τρίχες και μούσι .
Η τυφλή δύναμη που ανηφορίζει δεν καταδέχονταν να πιαστεί με τους κατοίκους της "πόλης των φραπέ" και τους άφηνε μέσα στην χλιαρή λάσπη συνήθως να κουτσοζούν, να κουτσαγαπούν και να κουτσοθέλουν …
Οι περισσότεροι κοιτούσαν και έκριναν με το πάχος της κοιλιάς τους και φυσικά δυσκολεύονταν να ξεβολευτούν από την δικιά τους ζεστασιά και να καταλάβουν τον άστεγο ,τον ανήμπορο ,τον άτυχο και να νιώσουν το δικό του, "κρύο του θανάτου" .Ακούγονταν πολύ συχνά σε αυτή την πόλη η εκφράση ξέρεις ποιος είμαι Εγώ ;
-Γιατί έλεγαν έτσι;
-Κοριτσάκι μου γλυκό, κάποιοι με ρηχή σκέψη και βαθιές τσέπες βαρθαλαμπουμπες τα λέγανε αυτά.
-Τι είναι γιαγιάκα μου ο λαδαβαμπούκας;
– Βαρδαλαμπούπας γλυκιά μου, βαρδαλαμπούπας ,είναι ο κοντόχοντρος και ολοστρόγγυλος άνθρωπος , ένας άνθρωπος από άμμο με μένος καταχτητικό, κερδοσκοπία δίχως κόπο, απληστία ,βιασμό του καιρού ,οκνηρία , ένας εαυτός χτισμένος πάνω στο νερό που όσο μεγαλύτερες ευκολίες διεκδικεί τόσο πιο άγριο ΕΓΩ θρέφει ,που δεν μπορεί να καταλάβει ότι ο δότης ποτέ δεν φτωχαίνει .Η προσφορά αναβλύζει από την ελευθερία μας, αλλά η πλεονεξία είναι το βαρύτερο κάτεργο. Ένας ρακένδυτος στην πόλη αυτή μοίραζε λουλούδια.
- Λουλούδια;
-Ναι ματάκια μου ,όταν σου πετάνε πέτρες, πέτα και εσύ λουλούδια. Αλλά αυτός ο άνθρωπος γνώριζε καλλίτερα από τον καθένα ότι όποιος θέλει την ψυχή του πρέπει πρώτα να την χάσει, γιατί ο πόνος της ψυχής είναι η ίδια η ψυχή .Η σουπερμαντολίνη όμως της ηλιθιότητας δεν μας αφήνει να καταλάβουμε ότι το ΕΓΩ είναι μια συστηματική γεννήτρια νόσων ,και κανένας αναντικατάστατος γιατί τα νεκροταφεία είναι γεμάτα από αναντικατάστατους.
Στην πόλη αυτή είχαν αρχίσει σιγά σιγά όλοι να χαστουκίζουν τα μούτρα τους και ήταν φυσικό μετά από αυτό το περίσσευμα εικόνας και ματαιοδοξίας . Οι κάτοικοι αυτής της πόλης ήταν επαναστάτες συνείδησης δι αντιπροσώπου . Πως λέμε πίτσα Delivery που σου παραγγέλνω να φας; Κάπως έτσι
.Ο Σωκράτης κούκλα μου είχε μιλήσει για μια φοράδα που ήθελε μια κλωτσιά για να σηκωθεί δεν ξέρω αν εννοούσε τους κατοίκους της "πόλης των Φραπέ" .Ήταν και ένας με μια ντουντούκα…
- Ντζουντζούκα;
-Ντουντούκα γλύκα μου ,ντουντούκα. Αυτός τους φώναζε να σηκώσουν το κεφάλι και να κοιτάξουν τον ήλιο .Τους ρώταγε συνέχεια εως πότε θα αφήνουν τα μολυσμένα σύννεφα να τους τον κρύβουν;
-Κατάλαβα γιαγιά στου κουν φου την πόρτα όσο θέλεις βρόντα.-Στου κουφού κούκλα μου στου κουφού. Και μάλιστα φώναζε έναν έναν . Μπορείς να σε ξεγράψεις ; Πάτα το λοιπόν το γ@μημέν# το ξεγραφόκουμπο.
-Γιαγιάκα ,γιαγιάκα πες μου κάτι που σου ‘χει μείνει από αυτή την πόλη ;
-. Ένα σκάφος ματάκια μου ,αλλά τι σκάφος! Ευρωπαϊκών προδιαγραφών που κάποιοι έβγαλαν την τάπα για να το βουλιάξουν. Εβαλε βέβαια και το χεράκι του ο πρόεδρος της μονής ΟΥΕΦΑ Τσίγκινη
-Να το βουλιάξουν; Γιατί;
-Γιατί έσκιζε. Με ένα χρόνο παρουσίας βρέθηκε στα Ευρωπαϊκά σαλόνια και αδίκως προσπάθησαν να φορτώσουν τα χίλια μύρια κακά του δύσμοιρου ποδοσφαίρου σ αυτό στο όνομα της φούσκας που λέγονταν κάθαρση .Για πρώτη φορά ίσως η "πόλη των φραπέ" αφυπνίστηκε από τον λήθαργο της και με πολίτες και όχι κατοίκους, που είχαν το μεράκι της σκέψης και φυσικά άγκυρες μνήμης απάντησε σε αυτούς που είχαν δημιουργήσει μια υπόκοφη οργή .Εκεί απέδειξαν οι κάτοικοι της πόλης αυτής ότι δεν ήταν αυνάνες.
-Τι θα πει αυνανες γιαγιάκα μου;
-Το πιασε το αυτάκι σου ,δεν σου ξεφεύγει τίποτα . Ωχ ! Τώρα τι να σου πω ;Και πώς να στο πω; Αυνανες ,είναι οι άνθρωποι χωρίς παρτενερ ,χωρις συντροφο και ΟΧΙ ΜΟΝΟ ,εκεί είναι όλα τα λεφτά στην Ελλάδα αν φορολογηθούν, γιατί η μαλ(θ) ακία πάει σύννεφο Η αδικία αυτή αγγελούδι μου λειτούργησε σαν συναισθηματική κόλλα διαρκείας στους πολίτες της πόλης και όχι σε αυτούς που ήθελαν να είναι απλά και μόνον θεατές και αυτός ο συναισθηματικός εμβολιασμός που είχε γίνει μέρα την μέρα, έκανε καλό γιατί οι μάσκες έπεσαν και φάνηκε το πρόσωπο του καθενός. Ήρθαν όλοι πιο κοντά σαν άνθρωποι
-Τώρα αρχίζω και καταλαβαίνω γιατί ο παππούς ακούει συνέχεια εκείνο το τραγούδι που λέει ΟΛΥΜΠΙΑΚΕ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ είσαι η καρδιά της πόλης είσαι η ψυχή …Και ο καπετάνιος γιαγιάκα ; Ο καπετάνιος;
-Είχε γίνει η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για να ξεπλύνει ο καθένας τις ευθύνες του ,γι αυτό όλη αυτή η υποτιθέμενη κάθαρση ήταν μια πιστολιά στον αέρα. Οι "Ηρακληδείς του συστήματος προσπάθησαν να τους κάνουν όλους να πιστέψουν ότι οι άλλες ομάδες διοικούνταν από Άγιους πατέρες αποστειρωμένους μέχρι το κόκαλο, αλλά εκεί είχε ηλεκτροφόρα καλώδια, που να ακουμπήσεις ; Μωράκι μου εσύ, αντί να κοιμηθείς, γούρλωσες τα μάτια σου.
-Θέλω να μάθω και άλλα , και άλλα
-Άκουσε με τότε προσεχτικά .Φαντάσου δυο ανθρώπους που συμπλέκονται ο ένας είναι "κτήνος" και η βαναυσότητα του και η βία θα πρέπει να κυριαρχούν. Ο άλλος είναι ένας τέλειος τζέντλεμαν, που πιστεύει ότι στο τέλος οι καλοί τρόποι θα θριαμβεύσουν .Το κτήνος θα ορμήσει, στο τέλος θα χάσει την μάχη ,όμως η κτηνωδία του θα έχει θριαμβεύσει.
-Ο καπετάνιος τι κάνει τώρα ;
- Βρε καυμό για τον καπετάνιο; Από ότι ακούω, και ξανά προς την δόξα τραβά.
-Καλά γιαγιά και από τους υπεύθυνους δεν συναχώθηκε κανένας;
-Τι να σου πω κούκλα μου ;Το ποδόσφαιρο είναι μια εκτονωτική κλοτσοπατινάδα ,άντε να σου το πω πιο επιστημονικά μια ελεγχόμενη συγκινησιακή αποφόρτιση. Αντί να σκάει η βόμβα στο κέντρο της πόλης από τα χιλιάδες προβλήματα της καθημερινότητας, μεταφέρεται σε ένα γήπεδο και αυτοί έκλεισαν την βαλβίδα από τον ταχυβραστήρα.
-Τα ανάποδα δηλαδή .
-Εσύ μια σταλιά και το καταλαβαίνεις .Ακριβώς ότι έπρεπε για να γίνει το μπαμ.Έλα τώρα κλείσε τα ματάκια σου, αρκετά για σήμερα …και επειδή οι άλλες γιαγιάδες νανουρίζουν με υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις, οι οποίες όμως σιγά σιγά αποκαλύπτεται ότι είναι φούσκες , λόγια που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν οπότε η χαρά και οι προσδοκίες αντικαθίστανται από την επίγνωση της ματαιότητας και της εξαπάτησης, η γιαγιά Ελπίδα προσπαθεί έστω και αν τα παραμύθια της δεν έχουν δράκο να έχει την εγγονή της έτοιμη και προσγειωμένη, όταν στη ζωή της παρουσιαστεί το πνεύμα του κακού να μην την παρασύρει στην αποχαύνωση και την ευπιστία.