''Το Κατάρ ελέγχει μερίδια με μεγάλη επιρροή σε δύο καθιερωμένες δυτικές τράπεζες (Barclays και Credit Suisse), σε ένα τρίο ταχέως αναπτυσσόμενων τραπεζών από τις χώρες Bric (Agricultural Bank of China, Santander Brasil και την ρωσική VTB), ενώ αγοράζει φρέσκα μερίδια και στην γερμανική Deutsche Bank.
Εχουν γίνει...
κι άλλες, πιο «περιφερειακές» τοποθετήσεις, από την Αίγυπτο ως την Ελλάδα'' γράφουν οι Financial Times σε κύριο άρθρο τους.
Διαβάστε όλο το άρθρο με τίτλο: Επέλαση του Κατάρ στις ευρωτράπεζεςΕχουν γίνει...
κι άλλες, πιο «περιφερειακές» τοποθετήσεις, από την Αίγυπτο ως την Ελλάδα'' γράφουν οι Financial Times σε κύριο άρθρο τους.
Πριν τέσσερα περίπου χρόνια, ο Nader Shenouda και ο Asar Mashkoor μπήκαν στα γραφεία της Panmure Gordon στο Λονδίνο και υπέγραψαν μια επιταγή 23 εκατ. στερλινών για την εξαγορά του 44% της βαρύτιμης λονδρέζικης χρηματιστηριακής.
Οι δύο άνδρες –το δίδυμο που τότε ήταν υπεύθυνο για το επενδυτικό ταμείο του Κατάρ QInvest – θεώρησαν ότι ήταν μια ελκυστική ευκαιρία για να εισέλθουν σε έναν μεγάλο θεσμό του City του Λονδίνου. Δεν ψώνιζαν απλώς σε καλή τιμή: Εισέρχονταν επίσης σε μια επιχείρηση που θα τους επέτρεπε να αξιοποιήσουν την πλούσια ροή από επιχειρηματικές εξαγορές και χρηματιστηριακές εισαγωγές εταιριών.
Τα πράγματα δεν ήρθαν ακριβώς έτσι. Η μετοχή της Panmure, που αγοράστηκε στις 34 πένες – κινείται σήμερα στις μόλις 15 πένες. Όσο έδειχνε να διαψεύδεται η απλή επενδυτική λογική της συγκεκριμένης κίνησης, τόσο έδειχνε να καταρρέει και το ευρύτερο στρατηγικό σχέδιο.
Όμως το στοίχημα της Panmure -μια από τις πιο αθόρυβες επενδύσεις του Κατάρ τα τελευταία χρόνια- ήταν κατά κοινή ομολογία η εξαίρεση σε μια πιο καλή εικόνα. Τα ποικίλα κεφάλαια του πλούσιου σε φυσικό αέριο εμιράτου, και ειδικά το Qatar Investment Authority και ο βραχίονας απευθείας επενδύσεων Qatar Holding, πέρασαν πολλά χρόνια από την χρηματοοικονομική κρίση, συγκεντρώνοντας μερίδια μεγάλων τραπεζών ανά τον πλανήτη. «Οι τράπεζες ήταν πιεσμένες. Το Κατάρ είναι αγοραστής πιεσμένων, υποβαθμισμένων ενεργητικών», εξηγεί τραπεζίτης σε μια τέτοια, υποβαθμισμένη, τράπεζα.
Εχοντας διαθέσει πολλά δισεκατομμύρια δολάρια, σήμερα το κρατίδιο ελέγχει μερίδια με μεγάλη επιρροή σε δύο καθιερωμένες δυτικές τράπεζες (Barclays και Credit Suisse), σε ένα τρίο ταχέως αναπτυσσόμενων τραπεζών από τις χώρες Bric (Agricultural Bank of China, Santander Brasil και την ρωσική VTB), ενώ σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα των FT, το Κατάρ αγοράζει φρέσκα μερίδια και στην γερμανική Deutsche Bank. Εχουν γίνει κι άλλες, πιο «περιφερειακές» τοποθετήσεις, από την Αίγυπτο ως την Ελλάδα.
Οσον αφορά τις χθεσινές εξελίξεις με την Deutsche Bank, που άντλησε πριν λίγες εβδομάδες 2,9 δισ. ευρώ από τους επενδυτές για να τονώσει τους κεφαλαιακούς συντελεστές της, αρχικά είχε εκτιμηθεί ότι τις περισσότερες μετοχές είχαν αγοράσει υπάρχοντες μέτοχοι της μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζας. Ωστόσο σύμφωνα με τραπεζίτες, το Κατάρ ήταν βασικός επενδυτής μέσα σε έναν κατάλογο νέων μετόχων. Το ποσό που δόθηκε παραμένει άγνωστο, αλλά οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι ήταν πάνω από 100 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον, η Qatar Investment Authority σκοπεύει να επενδύσει έως 1 δισ. δολ. αυτή την εβδομάδα στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου 3,2 δισ. δολ. της ρωσικής VTB.
Οσον αφορά τώρα, τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα για τα μεγάλα τραπεζικά μερίδια, από καθαρά οικονομικούς όρους, τα αποτελέσματα είναι μικτά.
Είναι αδύνατον να αποσαφηνιστεί η ακριβής εμφάνιση οποιασδήποτε επένδυσης, επειδή κοινοποιούνται ελάχιστα στοιχεία. Πάντως είναι ξεκάθαρο ότι η μεγαλύτερη επιτυχία ήταν η επένδυση 2,3 δισ. στερλίνες στην Barclays το 2008. Ένα χρόνο αργότερα, η Qatar Holding εξασφάλισε κέρδος 1,4 δισ. στερλίνες μέσω μετατροπής warrants που συνόδευαν τις μετοχές. Σήμερα το Κατάρ κατέχει μερίδιο περίπου 10%.
Η Agricultural Bank of China έχει επίσης ικανοποιητική εμφάνιση, η μετοχή παραμένει σχεδόν αμετάβλητη από τότε που το Κατάρ επένδυσε στις αρχικές δημόσιες εγγραφές τρία χρόνια πριν.
Λιγότερη επιτυχία έχει η επένδυση στην Credit Suisse. Εχοντας τοποθετήσει περίπου 5 δισ. δολ. όταν ο τίτλος άξιζε περίπου 60 ελβετικά φράγκα, το μερίδιο αξίζει σήμερα λιγότερα από τα μισά χρήματα, αν και το πλήγμα περιορίζεται χάρη στα υψηλά κουπόνια του πρόσθετου contingent capital ύψους πολλών δισ. δολαρίων. Κάποιες απώλειες υπάρχουν και στην επένδυση της Santander Brasil, που έγινε μέσω υψηλής απόδοσης μετατρέψιμων ομολόγων πριν τρία χρόνια, αλλά με αξία μετατροπής που κινείται 60% πάνω από την τρέχουσα τιμή.
«Η μεγάλη στρατηγική τους είναι πάντα να παράγουν απόδοση, με προστασία από τους κινδύνους», σχολιάζει ο Ken Costa, βετεράνος επενδυτικός τραπεζίτης που παρείχε υπηρεσίες συμβούλου σε πολλά βρετανικά deals του Κατάρ.
Η επενδυτική εμφάνιση δεν είναι όμως όλο το θέμα. Για το Κατάρ, η αγορά μεριδίων σε τράπεζες, σε αντίθεση με τις επενδύσεις σε άλλων ειδών εταιρείες, εξυπηρετεί τον δευτερογενή σκοπό της εξασφάλισης μια σταθερής και έμπιστης οδού προς άλλες δυνητικές επενδύσεις.
Υπάρχει και τρίτος λόγος, σύμφωνα με όσους έχουν δουλέψει με στελέχη του εμιράτου: Η εκπαίδευση. Καθώς το Κατάρ και τα κεφάλαιά του εξελίσσονται ταχέως σε έναν από τους πιο βαρυσήμαντους επενδυτές στον κόσμο, αναγνωρίζει ότι έχει ανάγκη να ανεβάσει το επίπεδο της εγχώριας χρηματοπιστωτικής ειδίκευσης αντί να επαφίεται, όπως γινόταν πάντα, στην εισαγόμενη τεγνογνωσία.
«Ξεφορτώνονται τους ξένους μάνατζερ και διοικούν οι ίδιοι», τονίζει ο Tim Linacre, πρώην διευθύνων σύμβουλος της Panmure. “Υπάρχει αξιοκρατία στις οικογένειες. Οι πιο ευφυείς διακρίνονται και ακμάζουν. Έχουν σπουδάσει στις ΗΠΑ και την Βρετανία. Η επόμενη γενιά καθοδηγείται προς μεγάλες επιτυχίες».
Ένα κομμάτι της αποστολής επιτυγχάνεται απλώς με την αποστολή των καλύτερων του Κατάρ στο εξωτερικό για «να μάθουν την δουλειά». Ο Tamim Al-Kawari, για παράδειγμα, που σήμερα είναι επικεφαλής της QInvest, παλαιότερα δούλευε στην Goldman Sachs και προς το τέλος ήταν επικεφαλής των επιχειρήσεων της αμερικανικής τράπεζας στο Κατάρ.
Παράλληλα, το εμιράτο εφαρμόζει την στρατηγική της δημιουργικής αξιοποίησης των διοικητικών εδρών στα τράπεζες, ώστε όχι μόνο να εκπροσωπούν τα επενδυτικά συμφέροντα αλλά και να απορροφούν την δυτική τραπεζική ειδίκευση.
Παράγοντες της Credit Suisse υποδεικνύουν τον Jassim Bin Hamad J.J. Al Thani, τον 30χρονο υιό του πρωθυπουργού, που είναι πρόεδρος της QInvest καθώς και εκπρόσωπος του Κατάρ στο Δ.Σ. της ελβετικής τράπεζας. «Είναι εκπαίδευση για αυτόν» σχολιάζει τραπεζίτης για τον πρίγκιπα. «Απλώς κάθεται εκεί και 'απορροφάει'».
Οι τραπεζίτες είναι πεπεισμένοι ότι η διαδικασία θα παγιώσει τις στρατηγικές «λαβές» του Κατάρ σε τράπεζες του πλανήτη, τροφοδοτώντας παραπάνω την ακόρεστη, όπως δείχνει, όρεξη του εμιράτου για εξαγορές. Έχει περάσει πολύ καιρός από την επένδυση στην Panmure -και ακόμη και σε αυτή την περίπτωση η τοποθέτηση αρχίζει να αποδίδει. Το μοντέλο είναι πολύ καλύτερο και πολύ μεγαλύτερο, σε άλλες περιπτώσεις.