Δεν ξύπνησε από τον χειμέριο ύπνο ο 17χρονος Μίσα, η αρκούδα που είχε μεταφερθεί το 1999...κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, από τον Ζωολογικό κήπο του Βελιγραδίου στο καταφύγιο του "Αρκτούρου", στο Νυμφαίο.
Μόλις μπήκε η ΄Ανοιξη, οι φροντιστές και οι βιολόγοι του "Αρκτούρου" εντόπισαν όλες τις αρκούδες, ακόμη και τον γηραιότερο αρκούδο του κόσμου, τον Ανδρέα, να κυκλοφορούν και πάλι κανονικά στο καταφύγιο. Ελειπε μόνο ο Μίσα που φαινόταν να μην έχει ξυπνήσει
και έτσι πλησίασαν τη φωλιά του όπου και εντόπισαν το άψυχο σώμα του.
Στο ζώο δε βρέθηκε κάποιο τραύμα, ούτε συγκεκριμένη αιτία θανάτου που επήλθε πριν από περίπου 20 μέρες. Η ταφή του έγινε στους μη επισκέψιμους χώρους του Κτηνιατρικού Σταθμού Περίθαλψης Άγριων Ζώων που λειτουργεί ο "Αρκτούρος" στον Αετό της Φλώρινας.
Ο Μίσα γεννήθηκε και πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στον Ζωολογικό Κήπο του Βελιγραδίου. Ο πόλεμος που ξέσπασε στη Γιουγκοσλαβία, το 1999 δημιούργησε μια σειρά από έντονα προβλήματα στη λειτουργία του Ζωολογικού Κήπου -έλλειψη τροφών και κτηνιατρικού υλικού, σε συνδυασμό με τον μεγάλο αριθμό ζώων.
Οι βομβαρδισμοί μέσα στο Βελιγράδι και η ισχυρή όχληση τρομοκράτησαν τα ζώα και άρχισαν να παρατηρούνται αλλαγές στη συμπεριφορά τους. Μεγάλος ήταν και ο κίνδυνος να θανατωθούν τα ζώα προκειμένου να μην ελευθερωθούν σε περίπτωση βομβαρδισμού του ίδιου του Ζωολογικού Κήπου.
Έτσι ο "Αρκτούρος" αποφάσισε να «υιοθετήσει» τις τρεις πιο νεαρές αρκούδες του Ζωολογικού Κήπου και να τις μεταφέρει στο Περιβαλλοντικό Κέντρο, από τις πρώτες κιόλας μέρες των βομβαρδισμών, στο πλαίσιο της Διαβαλκανικής Συνεργασίας για τη διατήρηση των μεγάλων σαρκοφάγων ζώων και των ορεινών διασυνοριακών περιοχών (Balkan Net).
Ο Μίσα όταν έφτασε στον Κτηνιατρικό Σταθμό, ήταν τριών ετών, δεν είχε ιδιαίτερα προβλήματα υγείας, ήταν όμως φανερά ταλαιπωρημένος, πολύ αδύνατος και φοβισμένος. Στα επόμενα χρόνια ο Μίσα έγινε ένας πολύ υγιής αρκούδος, με σκούρο καφέ χρώμα και κοντό και πυκνό τρίχωμα.
Το σώμα του ήταν μακρύτερο από των άλλων αρκούδων και σχετικά πιο λεπτό και μυώδες. Το προσωπικό του Καταφυγίου τον αποκαλούσε «λουκάνικο» χαριτολογώντας. Παρά το ότι ήταν δυνατός και γεροδεμένος δεν ήταν καθόλου επιθετικός και συμβίωνε για 13 χρόνια αρμονικά με όλους στους συγκατοίκους του.
Μόλις μπήκε η ΄Ανοιξη, οι φροντιστές και οι βιολόγοι του "Αρκτούρου" εντόπισαν όλες τις αρκούδες, ακόμη και τον γηραιότερο αρκούδο του κόσμου, τον Ανδρέα, να κυκλοφορούν και πάλι κανονικά στο καταφύγιο. Ελειπε μόνο ο Μίσα που φαινόταν να μην έχει ξυπνήσει
και έτσι πλησίασαν τη φωλιά του όπου και εντόπισαν το άψυχο σώμα του.
Στο ζώο δε βρέθηκε κάποιο τραύμα, ούτε συγκεκριμένη αιτία θανάτου που επήλθε πριν από περίπου 20 μέρες. Η ταφή του έγινε στους μη επισκέψιμους χώρους του Κτηνιατρικού Σταθμού Περίθαλψης Άγριων Ζώων που λειτουργεί ο "Αρκτούρος" στον Αετό της Φλώρινας.
Ο Μίσα γεννήθηκε και πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στον Ζωολογικό Κήπο του Βελιγραδίου. Ο πόλεμος που ξέσπασε στη Γιουγκοσλαβία, το 1999 δημιούργησε μια σειρά από έντονα προβλήματα στη λειτουργία του Ζωολογικού Κήπου -έλλειψη τροφών και κτηνιατρικού υλικού, σε συνδυασμό με τον μεγάλο αριθμό ζώων.
Οι βομβαρδισμοί μέσα στο Βελιγράδι και η ισχυρή όχληση τρομοκράτησαν τα ζώα και άρχισαν να παρατηρούνται αλλαγές στη συμπεριφορά τους. Μεγάλος ήταν και ο κίνδυνος να θανατωθούν τα ζώα προκειμένου να μην ελευθερωθούν σε περίπτωση βομβαρδισμού του ίδιου του Ζωολογικού Κήπου.
Έτσι ο "Αρκτούρος" αποφάσισε να «υιοθετήσει» τις τρεις πιο νεαρές αρκούδες του Ζωολογικού Κήπου και να τις μεταφέρει στο Περιβαλλοντικό Κέντρο, από τις πρώτες κιόλας μέρες των βομβαρδισμών, στο πλαίσιο της Διαβαλκανικής Συνεργασίας για τη διατήρηση των μεγάλων σαρκοφάγων ζώων και των ορεινών διασυνοριακών περιοχών (Balkan Net).
Ο Μίσα όταν έφτασε στον Κτηνιατρικό Σταθμό, ήταν τριών ετών, δεν είχε ιδιαίτερα προβλήματα υγείας, ήταν όμως φανερά ταλαιπωρημένος, πολύ αδύνατος και φοβισμένος. Στα επόμενα χρόνια ο Μίσα έγινε ένας πολύ υγιής αρκούδος, με σκούρο καφέ χρώμα και κοντό και πυκνό τρίχωμα.
Το σώμα του ήταν μακρύτερο από των άλλων αρκούδων και σχετικά πιο λεπτό και μυώδες. Το προσωπικό του Καταφυγίου τον αποκαλούσε «λουκάνικο» χαριτολογώντας. Παρά το ότι ήταν δυνατός και γεροδεμένος δεν ήταν καθόλου επιθετικός και συμβίωνε για 13 χρόνια αρμονικά με όλους στους συγκατοίκους του.