«Πρόκληση για τη χειμαζόμενη κοινωνία» χαρακτηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ τις «φιέστες και τους πανηγυρισμούς» της κυβέρνησης περί επανεκκίνησης των μεγάλων έργων.
Σε ανακοίνωσή του μία μέρα μετά την κοινή παρουσία των κ.κ. Σαμαρά, Βενιζέλου και Τσούκαλη στα εργοτάξια...
της Ολυμπίας Οδού, το Τμήμα Χωροταξικού Σχεδιασμού του ΣΥΡΙΖΑ επανέρχεται στο θέμα, κάνοντας λόγο για «επικοινωνιακό παιχνίδι» την ώρα που κατατίθενται στη Βουλή «νέα σκληρά μέτρα» με το πολυνομοσχέδιο.
Όπως τονίζει μάλιστα η Κουμουνδούρου, «κανένα έργο δεν πρόκειται να ξεκινήσει εκτός τηλεοπτικών καμερών αφού, όπως παραδέχθηκε ο ίδιος ο υπουργός Ανάπτυξης, ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί η συμφωνία με τις δανείστριες τράπεζες, η απόσυρση των οποίων από τη χρηματοδότηση των έργων αυτών ήταν και ο βασικός λόγος διακοπής των εργασιών τους».
Σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ, η μόνη διαπραγμάτευση που έχει τελεσφορήσει είναι «η σκανδαλώδης συμφωνία περί ‘αποζημιώσεων παρελθόντος’ στις τέσσερις κατασκευαστικές κοινοπραξίες με το ποσό των 353,3 εκατ. συν ένα επιπλέον ποσό της τάξεως των 50 εκατ. ευρώ περίπου, που δίδεται ως κόστος επανέναρξης των εργασιών».
«Αφού δηλαδή αποζημιώθηκαν πλήρως οι κατασκευαστές για τις καθυστερήσεις οι οποίες θεωρήθηκαν ότι βαρύνουν καθ’ ολοκληρία το ελληνικό δημόσιο, θα λάβουν και ένα επί πλέον ποσόν, επειδή διακόπηκαν οι εργασίες λόγω έλλειψης χρηματοδότησης, η ευθύνη της οποίας όμως σύμφωνα με τις συμβάσεις βαρύνει αποκλειστικά τους παραχωρησιούχους», σημειώνει.
Όπως αναφέρει ακόμη το αρμόδιο τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ, εκτός της διαπραγμάτευσης με τους κατασκευαστές, αναμένεται και η έκβαση των διαπραγματεύσεων με τους παραχωρησιούχους, οι αξιώσεις των οποίων (κυρίως για απώλεια εσόδων) ανέρχονται σε ύψος αρκετών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Με δεδομένη μάλιστα την πολιτική του υπουργείου «που δεν αναγνωρίζει ούτε ψήγμα - όχι υπευθυνότητας αλλά ούτε καν συνυπευθυνότητας εκ μέρους της πλευράς των παραχωρησιούχων», ο ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει απαισιόδοξος για την έκβαση των διαπραγματεύσεων, παρόλο που, όπως σημειώνει, «όλα αυτά τα χρόνια οι παραχωρησιούχοι συνέχιζαν να εισπράττουν διόδια από έργα τα οποία είχαν ‘παγώσει’ με δικιά τους υπαιτιότητα.
Επισημαίνει τέλος ότι θεωρεί αναγκαία την επανέναρξη των εργασιών στους οδικούς άξονες «ώστε να μη συνεχίζεται και η προϊούσα απαξίωση των εκτελεσμένων έργων», αλλά, όπως υπογραμμίζει, αυτό δεν θα πρέπει να γίνει «σε καμία περίπτωση με οποιοδήποτε τίμημα».