Δύο άντρες συναντιούνται στον παράδεισο και ρωτά ο ένας:
- Πώς πέθανες εσύ, ρε φίλε;
- Άσε, μεγάλη ιστορία. Γύρισα μία μέρα σπίτι, έπειτα από μια κοπιαστική μέρα στη δουλειά και είδα τη γυναίκα μου ολόγυμνη στο κρεβάτι μας. Αμέσως κατάλαβα, ότι ο εραστής της κρυβόταν κάπου μέσα στο σπίτι και άρχισα να ψάχνω παντού σαν τρελός. Στην ντουλάπα, στην αποθήκη, στην κουζίνα, κάτω από τις σκάλες, παντού. Τελικά, από τη χαρά μου που δεν με απατούσε η γυναίκα μου, έπαθα ανακοπή και έμεινα στον τόπο. Εσύ, πώς έγινε και πέθανες;
- Εγώ πήγα από πνευμονία. Γιατί, αν την ώρα που έψαχνες την κουζίνα, άνοιγες και το ψυγείο ρε μ@λ@κ@, θα την είχαμε γλιτώσει και οι δυο μας.
- Πώς πέθανες εσύ, ρε φίλε;
- Άσε, μεγάλη ιστορία. Γύρισα μία μέρα σπίτι, έπειτα από μια κοπιαστική μέρα στη δουλειά και είδα τη γυναίκα μου ολόγυμνη στο κρεβάτι μας. Αμέσως κατάλαβα, ότι ο εραστής της κρυβόταν κάπου μέσα στο σπίτι και άρχισα να ψάχνω παντού σαν τρελός. Στην ντουλάπα, στην αποθήκη, στην κουζίνα, κάτω από τις σκάλες, παντού. Τελικά, από τη χαρά μου που δεν με απατούσε η γυναίκα μου, έπαθα ανακοπή και έμεινα στον τόπο. Εσύ, πώς έγινε και πέθανες;
- Εγώ πήγα από πνευμονία. Γιατί, αν την ώρα που έψαχνες την κουζίνα, άνοιγες και το ψυγείο ρε μ@λ@κ@, θα την είχαμε γλιτώσει και οι δυο μας.