''Όλες οι δυσάρεστες καταστάσεις που παρατηρήσαμε τα τελευταία χρόνια δεν είναι τίποτα άλλο από ένα ζέσταμα για την ακόμη μεγαλύτερη κρίση που θα πρέπει να περιμένουμε'' εκτιμούν σε κύριο άρθρο τους οι Financial Times.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα ''η κατάσταση είναι απελπιστική, αλλά δεν είναι σοβαρή. Δεν είναι σοβαρή ενόσω οι πολιτικοί αρνούνται να δουν ότι υπάρχει ένας ελέφαντας στο δωμάτιο – η μόχλευση – και αντιθέτως εφευρίσκουν τρόπους να ξεφύγουν από την κατάσταση.Είναι απελπιστική, γιατί δεν αναμένεται να υπάρξει λύση κατά τη διάρκεια αυτής της γενιάς''.
Διαβάστε όλο το άρθρο.
''Ορισμένες φορές είναι πιθανό να πιστέψει κανείς ότι αξίζει να υποφέρει, σαν να πληρώνει για παλιές αμαρτίες. Υπό αυτό το πρίσμα, η εποχή της λιτότητας την οποία υποτίθεται ότι διανύουμε, έχει κάποια χαρακτηριστικά λύτρωσης. Αν σφίξουμε λίγο τα δόντια, μπορεί να βρεθούμε στην άλλη πλευρά, εξαγνισμένοι και έτοιμοι για ισχυρή οικονομική ανάπτυξη.
Παρόλα αυτά, πέντε χρόνια μετά, βρισκόμαστε σε χειρότερη θέση από εκείνη που ξεκινήσαμε. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι η πρόσφατη απομόχλευση ήταν εκείνη που οδήγησε στην κατάρρευση των λόγων χρέους. Όμως, μετά την χρηματοοικονομική καταιγίδα της τελευταίας 5ετίας, στις 11 οικονομίες που βρίσκονται περισσότερο στο μικροσκόπιο των αγορών, το χρέος εκτινάχθηκε κατά μέσο όρο στο 417% του ΑΕΠ από 318% του ΑΕΠ τον Ιούνιο του 2007.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι σε Καναδά, Γερμανία, Ελλάδα, Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ισπανία, Πορτογαλία, Βρετανία και ΗΠΑ ο λόγος του συνολικού (ιδιωτικό και δημόσιο) χρέους προς ΑΕΠ είναι τώρα υψηλότερος από ότι ήταν το 2007.
Βεβαίως υπάρχουν διαφοροποιήσεις, ενώ σημειώνεται ότι το χρέος στις ΗΠΑ αυξήθηκε με το μικρότερο βαθμό, από 332% του ΑΕΠ προ πενταετίας, στο 340% του ΑΕΠ σήμερα. Δεν μπορούμε όμως, να παρηγορηθούμε πολύ από αυτό το στοιχείο, δεδομένου ότι στα στατιστικά των ΗΠΑ δεν περιλαμβάνεται το σύστημα υγείας και κοινωνικής ασφάλισης.
Η απομόχλευση αποδεικνύεται ανέφικτη στην πράξη. Ο κόσμος ακόμη παλεύει με ένα βουνό από χρέη με κόστος που μπορεί να οδηγήσει σε εξαφάνιση τα «ζωικά ένστικτα», τα οποία θα έπρεπε τώρα να κινητοποιούνται για να βελτιωθεί η κατάσταση. Με βάση αυτή την ανάλυση μπορούν να διατυπωθούν πέντε προβλέψεις:
Πρώτον: Δεδομένου ότι η απομόχλευση δεν έχει καν ξεκινήσει, δεν έχουμε δει ακόμη τίποτα και από την κρίση της παγκόσμιας οικονομίας. Όλες οι δυσάρεστες καταστάσεις που παρατηρήσαμε τα τελευταία χρόνια δεν είναι τίποτα άλλο από ένα ζέσταμα για την ακόμη μεγαλύτερη κρίση που θα πρέπει να περιμένουμε. Η ανάγκη να μειωθούν τα επίπεδα του χρέους είναι πιο έντονη από ποτέ, κυρίως στον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά επίσης στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία.
Δεύτερον: Θα χρειαστούν τουλάχιστον 15 χρόνια για να πετύχει η παγκόσμια οικονομία ταχύτητα εξόδου και να διατηρήσει ένα επίπεδο συμβατό με τα σενάρια υγιούς ανάπτυξης. Κι αυτό γιατί τα επίπεδα χρέους πρέπει να υποχωρήσουν κατά τουλάχιστον 150% του ΑΕΠ στις περισσότερες χώρες. Η ιστορία δείχνει ότι το χρέος δεν μπορεί να μειωθεί κατά περισσότερο από 10 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως, χωρίς να υπάρξει σοβαρός κοινωνικός και πολιτικός αντίκτυπος.
Τρίτον: Όταν αρχίσουμε τελικά να μειώνουμε το χρέος μας, τότε ο οικονομικός αντίκτυπος θα είναι μαζικός. Χώρες όπως η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ θα πρέπει να αυξήσουν την πρωτογενή τους θέση κατά τουλάχιστον 10% του ΑΕΠ ώστε να σταθεροποιηθεί ο λόγος δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ στα επίπεδα του 2007.
Σε αυτούς τους υπολογισμούς δεν περιλαμβάνεται η απαιτούμενη απομόχλευση στον ιδιωτικό κλάδο. Το ακριβές επίπεδο της οικονομικής απόγνωσης μπορεί να υπολογιστεί από τον αποκαλούμενο πολλαπλασιαστή, ο οποίος καταμετρά τον αντίκτυπο από τη μείωση των δαπανών στην οικονομική ανάπτυξη. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει υπολογίσει ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, ο πολλαπλασιαστής αγγίζει το δύο: δηλαδή για κάθε ένα δολάριο που κόβεται από το έλλειμμα, μειώνεται κατά δύο δολάρια το ΑΕΠ. Ο πολλαπλασιαστής είναι δηλαδή τετραπλάσιος από τα επίπεδα προ του 2008.
Τέταρτον: Οι ριψοκίνδυνες τοποθετήσεις θα έχουν κακή πορεία για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Η επιχειρηματική κερδοφορία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις αλλαγές στη μόχλευση. Εάν μειωθεί το χρέος σημαντικά, τότε θα υποχωρήσει και η κερδοφορία. Το πριμ κινδύνου μετοχών για δείκτες όπως ο S&P 500 βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και πρέπει να αυξηθεί σημαντικά ώστε να αποζημιώνει τους επενδυτές για τους πολλαπλούς κινδύνους της αγοράς, από το ενδεχόμενο κρατικής χρεοκοπίας, τις πιέσεις πληθωρισμού, αλλά και αποπληθωρισμού και τους γεωπολιτικούς κινδύνους.
Το πέμπτο σημείο είναι ότι δεν υπάρχει μαγικό ραβδί. Στο παρελθόν, οι αξιωματούχοι είχαν στη διάθεσή τους διάφορα εργαλεία για να περιορίσουν τον αντίκτυπο των μέτρων που λάμβαναν για τη μείωση του χρέους. Μπορούσαν επί παραδείγματι να μειώνουν τα επιτόκια, ή να επιτρέψουν υποτίμηση του νομίσματός τους ώστε οι εξαγωγές να στηρίξουν την ανάκαμψη. Τώρα όμως, στην εποχή των ιστορικά χαμηλών – αν όχι μηδενικών – επιτοκίων, με τις περισσότερες χώρες να ανταγωνίζονται σε υποτιμήσεις των νομισμάτων τους, αυτά τα εργαλεία πολιτικής έχουν χάσει την αποτελεσματικότητά τους. Κατά συνέπεια, ο πολλαπλασιαστής είναι μεγαλύτερος.
Ακόμη και ο πληθωρισμός, που για ορισμένους είναι η λύση της πίσω πόρτας στη μείωση του χρέους, δεν θα βοηθούσε. Θα έστελνε τις αποδόσεις των ομολόγων σε δυσθεώρητα ύψη, αυξάνοντας το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, με αποτέλεσμα να εκμηδενιστεί η όποια πιθανότητα ανάκαμψης.
Πως θα αντιδράσουν οι αγορές εάν υλοποιηθεί αυτό το σενάριο; Τα ομόλογα των φερέγγυων κυβερνήσεων και επιχειρήσεων λογικά θα πάνε καλά σε ένα αποπληθωριστικό περιβάλλον με χαμηλά επιτόκια για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι μετοχές θα επιστρέψουν σε νέα χαμηλά και τα νομίσματα των υπερχρεωμένων χωρών θα δεχθούν πτωτικές πιέσεις.
Παραφράζοντας το αυστριακό ρητό, η κατάσταση είναι απελπιστική, αλλά δεν είναι σοβαρή. Δεν είναι σοβαρή ενόσω οι πολιτικοί αρνούνται να δουν ότι υπάρχει ένας ελέφαντας στο δωμάτιο – η μόχλευση – και αντιθέτως εφευρίσκουν τρόπους να ξεφύγουν από την κατάσταση. Είναι απελπιστική, γιατί δεν αναμένεται να υπάρξει λύση κατά τη διάρκεια αυτής της γενιάς''.
Euro2day