Του Αντώνη-Μάριου Παπαγιώτη
(Πηγή: http://blogs.eliamep.gr/a-papagiotis/di-si-apla-ena-neo-komma-ike-kinima/ )
Πρόσφατα –με τη καθιερωμένη ελληνική απόδοση της χρονικής έννοιας του επιρρήματος- κατά την 21η Νοεμβρίου 2010, η κ. Μπακογιάννη ανακοίνωσε την ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα, της «Δημοκρατικής Συμμαχίας» (ΔΗ.ΣΥ.), τον οποίο αρέσκεται να αποκαλεί (και μάλιστα να διορθώνει επ’ αυτού τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όταν για πρώτη φορά τον επισκέφθηκε ως πρόεδρος κόμματος) «κίνημα», ενώ συχνά επιπροσθέτει στη βαρυσήμαντη έννοια τη γενική της ιδιότητας (ή τη γενική κτητική;) «(των) πολιτών».
Επικοινωνιακά, η χρήση της λέξης -του «κινήματος»- βοηθά τα θέλω της δημιουργού της ΔΗ.ΣΥ. αφού έτσι προσδίδεται (συνειρμικά μόνο και όχι κατ’ ουσίαν) στο εγχείρημα το πολυπόθητο στοιχείο της μαζικότητας και δίδεται η αίσθηση της μεγάλης λαϊκής συμμετοχής, χαρακτηριστικά απαραίτητα για την ένδειξη ευημερίας μιας εναλλακτικής κομματικής πρότασης. Η συλλήπτρια αυτής της νέας πρότασης με το παλαιό περιτύλιγμα που φέρει η εικόνα της, γνωρίζει ότι η δημιουργία ενός κόμματος από μόνη της δεν μπορεί να δώσει λύσεις στα αδιέξοδα της Οικονομίας και στη δυσκαμψία της Δημοκρατίας, οπότε προσπαθεί βεβιασμένα να του προσδώσει και τα extra χαρακτηριστικά που δεν έχει (τουλάχιστον ακόμη) για μια πιο ηχηρή του εισαγωγή στο χρηματιστήριο των πολιτικών αξιών....
Στα ίδια επικοινωνιακά πλαίσια –που θυμίζουν κατά πολύ την αντίστοιχη προσπάθεια του Ανδρέα Παπανδρέου αρχικά με την ίδρυση του ΠΑΚ και στη συνέχεια του ΠΑΣΟΚ- και κάτω από την πίεση της κοινώνησης συγκεκριμένου φιλολαϊκού πλαισίου στη μάζα, ως αίτια αυτής της γένεσης ενός «πανελλήνιου δημοκρατικού κινήματος ανεξάρτητων πολιτών», παρουσιάζονται οι απορέουσες απαιτήσεις από τις κοινωνικές ανάγκες και οι διαμορφωμένες συνθήκες που απαιτούν την παρουσία εκφραστών νέων πολιτικών έξω από τα ήδη υπάρχοντα κόμματα. Τα κόμματα δηλαδή που ασθμαίνουν, περνώντας μια επίπονη κρίση ιδεολογικής ταυτότητας και που μοιάζουν να έχουν απολέσει τον πολιτικό προσανατολισμού τους.
Αντίθετος μ’ αυτό το διαφαινόμενο κοινωνικό αίτημα των καιρών της –απ’ όλους σημειωμένης- παρακμής του πολιτικού συστήματος. ο αδελφός της ιδρύτριας και πρώην υπουργού Εξωτερικών, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος με κάθε ευκαιρία σημειώνει ότι «δεν υπάρχει χώρος για νέα κόμματα», προφανώς για να προλάβει εκείνους που τον θέλουν να εντάσσεται συν τω χρόνω στο νέο κόμμα, λόγω της αιματικής σχέσης μ’ αυτό.
Είναι όμως αυτό το νεοσύστατο κόμμα τελικώς (και) κίνημα;
Κατά έναν ορισμό[1], το (κοινωνικό) κίνημα είναι η δραστηριότητα μιας ορισμένης κοινωνικής ομάδας που διέπεται από κάποια οργάνωση και επιδιώκει ορισμένους στόχους εναντίον ορισμένης κατάστασης, εναντίον θεσμών, εναντίον συνολικά μιας κατεστημένης τάξης (αρνητικός στόχος) και υπέρ κάποιων εναλλακτικών προοπτικών (θετικοί στόχοι). Υπάρχει πληθώρα κινημάτων (π.χ. εργατικό, αγροτικό, επαναστατικό, διεθνιστικό, εθνικο-απελευθερωτικό, φοιτητικό, γυναικείο, οικολογικό, ειρηνιστικό κ.λπ.) με αντίστοιχη ιδεολογική και θεωρητική υποστήριξη. Η αποτελεσματική συμβολή ενός κινήματος στην αναδιαμόρφωση του υφιστάμενου συσχετισμού κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων είναι συνάρτηση: α) του τρόπου και του περιεχομένου της δράσης του, β) του βαθμού της θεωρητικής θεμελίωσης των στρατηγικών και τακτικών στόχων του, γ) των κοινωνικών αναγκών που εκφράζει, δ) της σύνθεσης, της μαζικότητας και της οργανωτικής συγκρότησης του, ε) της εσωτερικής και εξωτερικής ιστορικής συγκυρίας.
Και ενώ το τωρινό, διαμορφωμένο, κοινωνικό περιβάλλον, η εσωτερική και εξωτερική συγκυρία, μοιάζει ιδανική για τη δημιουργία ενός κινήματος (τόσο ιδανική που οδήγησε και τον Μεγάλο Μίκυ Θεοδωράκη, παρά το προχωρημένον της ηλικίας του, να προχωρήσει στην ίδρυση ακόμη ενός «κινήματος») η ΔΗ.ΣΥ. αιχμαλωτίζεται στο ιστορικό χρονικό της ιδρύτριάς της. Ένα ιστορικό που έχει ως σημαντικούς σταθμούς τόσο στιγμές συγκεβερνησίας της κ. Μπακογιάννη με συνώνυμα της αποτυχίας των τελευταίων χρόνων, όσο και την προσωπική έριδα που έχει η ίδια με το νυν πρόεδρο της ΝΔ. Και είναι αυτές οι ανεξίτηλες στιγμές της προσωπικής της πορείας που απειλούν να νοθεύσουν την κατά τ’ άλλα αγνή πρόθεση των στόχων της ΔΗ.ΣΥ. ενάντια στον δικομματισμό και υπέρ των προοπτικών αλλαγής του παρηκμασμένου πολιτικού συστήματος. Η κ. Μπακογιάννη θα πρέπει, όμως, να πείσει την πλειοψηφία του κοινού στο οποίο απευθύνεται ότι τα κίνητρά της δεν περιορίζονται απλά και μόνο σε προσωπικές φιλοδοξίες ή σε κινήσεις εκδίκητικής τακτικής από την απώλεια της αρχηγίας της Συντηρητικής Παράταξης και ότι διέπονται από την αρχή της δράσης υπέρ του κοινού καλού. Θα πρέπει να εναντιωθεί με το ίδιο της τον πολιτικό βίο, να αναιρέσει σημαντικές παραγράφους του 20χρονου βιογραφικού της που συνδημιούργησε τις σαθρές κρατικές δομές, τον χαοτικό και αντιπαραγωγικό δημόσιο τομέα, που ενδεχόμενα αποτελούν ανατρεπτικούς στόχους ενός σύγχρονου κινήματος. Θα πρέπει, ίσως, να αποχωρήσει από την κατεστημένη πολιτική τάξη η ίδια, δια να μπορεί έπειτα να πρεσβεύει το κίνημά της τη ρήξη με το αναποτελεσματικό ανώτατο πολιτικό προσωπικό. Τότε και μόνον τότε, το κόμμα της θα μπορεί να χαρακτηρισθεί «κίνημα». Ως τότε, αδυνατεί κάποιος επιστημονικά να του προσάψει έστω το χαρακτήρα του «κινήματος βάσης»[2]. Ενός κινήματος, δηλαδή, που βασίζεται στα μέλη της κοινότητας για την λειτουργία του. Και δεν συνταιριάζει ακόμα κι αυτός ο περιορισμένου βεληνεκούς χαρακτηρισμός με τη ΔΗ.ΣΥ. γιατί τα κινήματα βάσης ξεκινούν χωρίς προηγούμενη οργάνωση και δεν βασίζονται σε παραδοσιακές μεθόδους οργάνωσης. Αντίθετα, η «Δημοκρατική Συμμαχία» βασίζεται αποκλειστικά σε παραδοσιακές μεθόδους λειτουργίας και οργάνωσης, αρχής γενομένης με το αίτημα οικονομικής ενίσχυσης και χορηγίας από τα μέλη του.
Είναι αντιληπτό και προσημειωμένο ότι το κίνημα, εξ ορισμού, εμπεριέχει την έννοια της μαζικότητας. Αν δεν είναι μαζικό, τότε μιλάμε για κάτι διαφορετικό και χρησιμοποιούμε λάθος λέξη. Σύμφωνα με την ως τώρα καταγεγραμμένη σε δημοσκοπήσεις δυναμική της, η ΔΗ.ΣΥ. σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζεται από μαζικότητα. (Πολλοί, ενδεχομένως να έχουν ενστάσεις για την εγκυρότητα των δημοσκοπήσεων και να αίρουν ερωτηματικά ως προς τις προθέσεις τους, αλλά νομίζω είναι κοινή αίσθηση ότι το ρεύμα και το αρχικό αποτύπωμα του νέου κόμματος δεν είναι ιδιαίτερα έντονο.).
Ας μη ξεχνάμε πως η κοινωνία, ως συντηρητικός μηχανισμός, δεν έχει ανάγκη το κίνημα (ή τουλάχιστο δεν το ξέρει), αντιθέτως το κίνημα έχει ανάγκη την κοινωνία, δηλαδή το πλήθος των ανυποψίαστων για να αυτοπραγματωθεί, να ικανοποιήσει τον ορισμό του. Η ανατρεπτική σκέψη δεν βρίσκεται προγεγραμμένη σε κανένα μαγικό γονίδιο, αλλά αντίθετα έχουν καταγραφεί πολλά πολιτικά γονίδια που στη πράξη έχουν καταδείξει ότι δεν κατέχουν την όποια ανατρεπτική σκέψη και την συνακόλουθη διάθεση εκ βάθρων αλλαγής...
[1] http://www.politikokafeneio.com/leksiko/l22.htm
[2] http://ell.proz.com/kudoz/english_to_greek/government_politics/3056782-grassroots_movement.html