- Το σκεπτικό αναφέρει πως το κούρεμα έγινε όχι με αυθαίρετο τρόπο και σύμφωνα με τα διεθνή ήθη
- Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο μιλάει για ιδιαίτερως σοβαρή απώλεια περιουσίας αλλά αναγκαία
- Έμμεσες αιχμές για το πότε οι ομολογιούχοι αποφάσισαν να ρευστοποιήσουν και έτσι έχασαν περισσότερα
Συνταγματικό, νόμιμο και σύμφωνο με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) έκρινε το «κούρεμα» (PSI) των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου, που έγινε τον Μάρτιο του 2012, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις υπ' αριθμ' 1116 και 1117/2014 αποφάσεις της.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ απέρριψε κατά πλειοψηφία (31 υπέρ και 7 ή 8 κατά, ανάλογα με το νομικό ζήτημα που τέθηκε προς ψηφοφορία) όλους τους ισχυρισμούς των περίπου 7.000 ομολογιούχων, κ.λπ., οι οποίοι υποστήριζαν ότι με το PSI είχαν απώλεια κεφαλαίου 53,5%.
Η Ολομέλεια αναφέρει ότι ο νόμος 4050/2012 για τη διαδικασία «αντικατάστασης των τίτλων εκδόσεως ή εγγυήσεως του ελληνικού Δημοσίου με νέους τίτλους» προβλέφθηκε για λογούς δημοσίου συμφέροντος και με αυτήν την αντικατάσταση μειώθηκε το δημόσιο χρέος, ενώ ο εν λόγω νόμος δεν θεσπίστηκε «κατά τρόπο αυθαίρετο από το νομοθέτη, αλλά συμφώνα με τα διεθνή συναλλακτικά ήθη, όπως αυτά εξελίσσονται».
Ακόμη, όπως αναφέρεται στις δικαστικές αποφάσεις, η περιουσιακή απώλεια των ομολογιούχων ήταν «ιδιαιτέρως σοβαρή» αλλά «δεν προκύπτει ότι ήταν απρόσφορη ή μη αναγκαία ή υπέρμετρη» έτσι ώστε «να κριθεί απαγορευμένη» από τα άρθρα 17 και 25 του Συντάγματος και την ΕΣΔΑ.
Σύμφωνα με τους δικαστές, η πράξη υπουργικού συμβουλίου 5/2012, με την οποία καθορίστηκαν οι όροι ανταλλαγής των ομολόγων, εκδόθηκε καθώς διαπιστώθηκε η επιτακτική και άμεση ανάγκη μείωσης του δημοσίου χρέους και επαναφορά του σε πορεία βιωσιμότητας. Δηλαδή, για την αποφυγή της στάσης των πληρωμών (γι' αυτό το θέμα μειοψήφησαν οκτώ δικαστές).
Επίσης, κρίθηκε ότι το κούρεμα των ομολόγων δεν προσκρούει στο άρθρο 25 παράγραφος 1 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει την αρχή του κράτους δικαίου, στην έννοια του οποίου περιλαμβάνεται η ασφάλεια του δικαίου στις οικονομικές συναλλαγές, ούτε στο άρθρο 5 του Συνταγματικού Χάρτη που κατοχυρώνει το δικαίωμα των πολιτών να συμμετέχουν ελεύθερα στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας.
Ακόμη, δεν προσκρούει στη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4), γιατί ήταν γενική η ρύθμιση που έγινε, όπως αναφέρει η Ολομέλεια του ΣτΕ, αλλά ούτε στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ, ούτε στο άρθρο 17 του Συντάγματος που προστατεύουν την περιουσία.
Στις δικαστικές αποφάσεις υπογραμμίζεται ότι από τα στοιχεία που είχαν στα χέρια τους προκύπτει πως «η αγοραία αξία των νέων τίτλων των ομολογιούχων, αν και υπολείπεται της ονομαστικής αξίας τους, έχει τάση σαφώς ανοδική» και ότι εάν οι προσφεύγοντες στο ΣτΕ «παρά την ανοδική αυτή τάση, αποφάσισαν να ρευστοποιήσουν τους νέους τίτλους στις 8.2.2013 θα αποκόμιζαν το 29,246% της ονομαστικής αξίας των ακυρωθέντων τίτλων και όχι το 21,3%, όπως ισχυρίζονται».
Στο ΣτΕ είχαν προσφύγει χιλιάδες ομολογιούχοι (φυσικών προσώπων, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ, Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων, ΕΔΟΕΑΠ, φαρμακευτικών εταιρειών, ΤΕΙ Καβάλας, κ.λπ.) και στρέφονταν κατά των πράξεων του υπουργικού συμβουλίου (5 και 10/2012), των αποφάσεων του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, με τις οποίες υλοποιήθηκε το PSI.
- Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο μιλάει για ιδιαίτερως σοβαρή απώλεια περιουσίας αλλά αναγκαία
- Έμμεσες αιχμές για το πότε οι ομολογιούχοι αποφάσισαν να ρευστοποιήσουν και έτσι έχασαν περισσότερα
Συνταγματικό, νόμιμο και σύμφωνο με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) έκρινε το «κούρεμα» (PSI) των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου, που έγινε τον Μάρτιο του 2012, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις υπ' αριθμ' 1116 και 1117/2014 αποφάσεις της.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ απέρριψε κατά πλειοψηφία (31 υπέρ και 7 ή 8 κατά, ανάλογα με το νομικό ζήτημα που τέθηκε προς ψηφοφορία) όλους τους ισχυρισμούς των περίπου 7.000 ομολογιούχων, κ.λπ., οι οποίοι υποστήριζαν ότι με το PSI είχαν απώλεια κεφαλαίου 53,5%.
Η Ολομέλεια αναφέρει ότι ο νόμος 4050/2012 για τη διαδικασία «αντικατάστασης των τίτλων εκδόσεως ή εγγυήσεως του ελληνικού Δημοσίου με νέους τίτλους» προβλέφθηκε για λογούς δημοσίου συμφέροντος και με αυτήν την αντικατάσταση μειώθηκε το δημόσιο χρέος, ενώ ο εν λόγω νόμος δεν θεσπίστηκε «κατά τρόπο αυθαίρετο από το νομοθέτη, αλλά συμφώνα με τα διεθνή συναλλακτικά ήθη, όπως αυτά εξελίσσονται».
Ακόμη, όπως αναφέρεται στις δικαστικές αποφάσεις, η περιουσιακή απώλεια των ομολογιούχων ήταν «ιδιαιτέρως σοβαρή» αλλά «δεν προκύπτει ότι ήταν απρόσφορη ή μη αναγκαία ή υπέρμετρη» έτσι ώστε «να κριθεί απαγορευμένη» από τα άρθρα 17 και 25 του Συντάγματος και την ΕΣΔΑ.
Σύμφωνα με τους δικαστές, η πράξη υπουργικού συμβουλίου 5/2012, με την οποία καθορίστηκαν οι όροι ανταλλαγής των ομολόγων, εκδόθηκε καθώς διαπιστώθηκε η επιτακτική και άμεση ανάγκη μείωσης του δημοσίου χρέους και επαναφορά του σε πορεία βιωσιμότητας. Δηλαδή, για την αποφυγή της στάσης των πληρωμών (γι' αυτό το θέμα μειοψήφησαν οκτώ δικαστές).
Επίσης, κρίθηκε ότι το κούρεμα των ομολόγων δεν προσκρούει στο άρθρο 25 παράγραφος 1 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει την αρχή του κράτους δικαίου, στην έννοια του οποίου περιλαμβάνεται η ασφάλεια του δικαίου στις οικονομικές συναλλαγές, ούτε στο άρθρο 5 του Συνταγματικού Χάρτη που κατοχυρώνει το δικαίωμα των πολιτών να συμμετέχουν ελεύθερα στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας.
Ακόμη, δεν προσκρούει στη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4), γιατί ήταν γενική η ρύθμιση που έγινε, όπως αναφέρει η Ολομέλεια του ΣτΕ, αλλά ούτε στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ, ούτε στο άρθρο 17 του Συντάγματος που προστατεύουν την περιουσία.
Στις δικαστικές αποφάσεις υπογραμμίζεται ότι από τα στοιχεία που είχαν στα χέρια τους προκύπτει πως «η αγοραία αξία των νέων τίτλων των ομολογιούχων, αν και υπολείπεται της ονομαστικής αξίας τους, έχει τάση σαφώς ανοδική» και ότι εάν οι προσφεύγοντες στο ΣτΕ «παρά την ανοδική αυτή τάση, αποφάσισαν να ρευστοποιήσουν τους νέους τίτλους στις 8.2.2013 θα αποκόμιζαν το 29,246% της ονομαστικής αξίας των ακυρωθέντων τίτλων και όχι το 21,3%, όπως ισχυρίζονται».
Στο ΣτΕ είχαν προσφύγει χιλιάδες ομολογιούχοι (φυσικών προσώπων, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ, Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων, ΕΔΟΕΑΠ, φαρμακευτικών εταιρειών, ΤΕΙ Καβάλας, κ.λπ.) και στρέφονταν κατά των πράξεων του υπουργικού συμβουλίου (5 και 10/2012), των αποφάσεων του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, με τις οποίες υλοποιήθηκε το PSI.