Συναγερμός για τα απανωτά πλήγματα που έχει καταφέρει η οικονομική κρίση στην ψυχικήν υγεία των Ελλήνων σημαίνουν τα στοιχεία της τηλεφωνικής Γραμμής Βοηθείας για την κατάθλιψη (1034), καθώς τα τελευταία τρία χρόνια το ποσοστό των ατόμων με ψυχικά προβλήματα λόγω της οικονομικής δυσπραγίας που ζητούν επειγόντως στήριξη έχουν πενταπλασιαστεί !
Στο τέλος του β’ εξαμήνου του 2009 μόλις το 8,4% των ατόμων που καλούσαν στη Γραμμή έκανε αναφορά σε προβλήματα σχετικά με οικονομικές δυσκολίες. Ως το τέλος του 2012 το ποσοστό αυτό εκτοξεύθηκε στο 39,2% -και η πορεία είναι σταθερά ανοδική....
Αύξηση παρουσιάζει όμως γενικά ο αριθμός των κλήσεων: από το α’ εξάμηνο του 2011 μέχρι το αντίστοιχο διάστημα του 2012 οι κλήσεις για ψυχολογική βοήθεια αυξήθηκαν κατά 35%. Συνολικά, τα τελευταία τρία έτη η γραμμή έχει δεχθεί 11.542 κλήσεις.
«Τόσο η αυξημένη συχνότητα των κλήσεων στη Γραμμή Βοήθειας όσο και το περιεχόμενό τους τα τελευταία δύο έτη φαίνονται να σχετίζονται άμεσα με την οικονομική κρίση και τις δυσχερείς συνθήκες που αυτή έχει επιφέρει», λέει μιλώντας στο protothema.gr η επίκουρη καθηγήτρια Ψυχιατρικής, επιστημονικά υπεύθυνη του προγράμματος «Αντι-στιγμα» του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ), κυρία Μαρίνα Οικονόμου – Λαλιώτη, προσθέτοντας ότι «οι ποικίλες διαστάσεις της οικονομικής κρίσης, κυρίως η απώλεια της εργασίας, η εργασιακή αβεβαιότητα και τα χρέη, αποτελούν στρεσογόνους παράγοντες που είτε πυροδοτούν μια ψυχική διαταραχή ή επιβαρύνουν ένα προϋπάρχον ψυχικό πρόβλημα. Οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας ασφαλώς δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση, μπορούν όμως να προλάβουν ή και να περιορίσουν τις επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των Ελλήνων» καταλήγει η ειδικός.
«Αδύναμος κρίκος» οι οικογενειάρχες
Τα στοιχεία της Γραμμής Βοήθειας εμφανίζουν τις ψυχολογικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης να πλήττουν περισσότερο την κατεξοχήν παραγωγική ηλικιακή ομάδα των Ελλήνων, εκείνη των 36 έως 50 χρόνων, και ιδίως όσους έχουν να αντιμετωπίσουν πολλαπλές υποχρεώσεις, οικογενειακές, επαγγελματικές και άλλες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 58% όσων ζητούν βοήθεια είναι γονείς.
Αλλά και τα άτομα νεότερης ηλικίας, 21 έως 35 χρόνων, βιώνουν με έντονο άγχος την έλλειψη επαγγελματικών προοπτικών και τους όρους που προδιαγράφουν το εργασιακό μέλλον τους.
Η πλειοψηφία των κλήσεων γίνεται από γυναίκες (68%), χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι πλήττονται οι ίδιες, καθώς σε πολλές περιπτώσεις «μεταφέρουν» στη Γραμμή τα ψυχολογικά βάρη και του συζύγου ή συντρόφου ή και του παιδιού τους.
Η κρίση ωθεί στην αυτοχειρία
Στην πλειοψηφία τους (85,7%) όσοι καλούν στη Γραμμή αναφέρουν συμπτώματα κατάθλιψης, δηλαδή πεσμένη διάθεση, έλλειψη ενδιαφέροντος για καθημερινές δραστηριότητες, απελπισία). Επτά στους δέκα αναφέρουν συμπτώματα άγχους (έντονη ανησυχία, κρίσεις πανικού, φοβίες), ενώ το 68% «σωματοποιεί» τα ψυχικά προβλήματα, αναφέροντας μούδιασμα, τρέμουλο στα άκρα, ίλιγγο, απώλεια βάρους, διαταραχές ύπνου.
Την ίδια στιγμή, το 15,1% του συνόλου των κλήσεων έχει περιεχόμενο σχετικό με την αυτοκτονικότητα. Από τους καλούντες που κάνουν λόγο για αυτοκτονία ή για επιθυμία θανάτου, το 84,9% δηλώνουν ανήμποροι να αντιμετωπίσουν τη δυσχερή και αδιέξοδη κατάσταση στην οποία βρέθηκαν κι εύχονται να μπορούσαν να πεθάνουν. Το 30,7% αναφέρει ότι έχει ήδη κάνει απόπειρα και το 10,9% περιγράφει στους ειδικούς της Γραμμής το πλάνο αυτοκτονίας που σκέφτεται να υλοποιήσει.
Πηγή : protothema.gr
Στο τέλος του β’ εξαμήνου του 2009 μόλις το 8,4% των ατόμων που καλούσαν στη Γραμμή έκανε αναφορά σε προβλήματα σχετικά με οικονομικές δυσκολίες. Ως το τέλος του 2012 το ποσοστό αυτό εκτοξεύθηκε στο 39,2% -και η πορεία είναι σταθερά ανοδική....
Αύξηση παρουσιάζει όμως γενικά ο αριθμός των κλήσεων: από το α’ εξάμηνο του 2011 μέχρι το αντίστοιχο διάστημα του 2012 οι κλήσεις για ψυχολογική βοήθεια αυξήθηκαν κατά 35%. Συνολικά, τα τελευταία τρία έτη η γραμμή έχει δεχθεί 11.542 κλήσεις.
«Τόσο η αυξημένη συχνότητα των κλήσεων στη Γραμμή Βοήθειας όσο και το περιεχόμενό τους τα τελευταία δύο έτη φαίνονται να σχετίζονται άμεσα με την οικονομική κρίση και τις δυσχερείς συνθήκες που αυτή έχει επιφέρει», λέει μιλώντας στο protothema.gr η επίκουρη καθηγήτρια Ψυχιατρικής, επιστημονικά υπεύθυνη του προγράμματος «Αντι-στιγμα» του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ), κυρία Μαρίνα Οικονόμου – Λαλιώτη, προσθέτοντας ότι «οι ποικίλες διαστάσεις της οικονομικής κρίσης, κυρίως η απώλεια της εργασίας, η εργασιακή αβεβαιότητα και τα χρέη, αποτελούν στρεσογόνους παράγοντες που είτε πυροδοτούν μια ψυχική διαταραχή ή επιβαρύνουν ένα προϋπάρχον ψυχικό πρόβλημα. Οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας ασφαλώς δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση, μπορούν όμως να προλάβουν ή και να περιορίσουν τις επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των Ελλήνων» καταλήγει η ειδικός.
«Αδύναμος κρίκος» οι οικογενειάρχες
Τα στοιχεία της Γραμμής Βοήθειας εμφανίζουν τις ψυχολογικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης να πλήττουν περισσότερο την κατεξοχήν παραγωγική ηλικιακή ομάδα των Ελλήνων, εκείνη των 36 έως 50 χρόνων, και ιδίως όσους έχουν να αντιμετωπίσουν πολλαπλές υποχρεώσεις, οικογενειακές, επαγγελματικές και άλλες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 58% όσων ζητούν βοήθεια είναι γονείς.
Αλλά και τα άτομα νεότερης ηλικίας, 21 έως 35 χρόνων, βιώνουν με έντονο άγχος την έλλειψη επαγγελματικών προοπτικών και τους όρους που προδιαγράφουν το εργασιακό μέλλον τους.
Η πλειοψηφία των κλήσεων γίνεται από γυναίκες (68%), χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι πλήττονται οι ίδιες, καθώς σε πολλές περιπτώσεις «μεταφέρουν» στη Γραμμή τα ψυχολογικά βάρη και του συζύγου ή συντρόφου ή και του παιδιού τους.
Η κρίση ωθεί στην αυτοχειρία
Στην πλειοψηφία τους (85,7%) όσοι καλούν στη Γραμμή αναφέρουν συμπτώματα κατάθλιψης, δηλαδή πεσμένη διάθεση, έλλειψη ενδιαφέροντος για καθημερινές δραστηριότητες, απελπισία). Επτά στους δέκα αναφέρουν συμπτώματα άγχους (έντονη ανησυχία, κρίσεις πανικού, φοβίες), ενώ το 68% «σωματοποιεί» τα ψυχικά προβλήματα, αναφέροντας μούδιασμα, τρέμουλο στα άκρα, ίλιγγο, απώλεια βάρους, διαταραχές ύπνου.
Την ίδια στιγμή, το 15,1% του συνόλου των κλήσεων έχει περιεχόμενο σχετικό με την αυτοκτονικότητα. Από τους καλούντες που κάνουν λόγο για αυτοκτονία ή για επιθυμία θανάτου, το 84,9% δηλώνουν ανήμποροι να αντιμετωπίσουν τη δυσχερή και αδιέξοδη κατάσταση στην οποία βρέθηκαν κι εύχονται να μπορούσαν να πεθάνουν. Το 30,7% αναφέρει ότι έχει ήδη κάνει απόπειρα και το 10,9% περιγράφει στους ειδικούς της Γραμμής το πλάνο αυτοκτονίας που σκέφτεται να υλοποιήσει.
Πηγή : protothema.gr