> Voliotaki: Είχε και μια ΚΡΥΦΗ ΠΛΕΥΡΑ ο Στάθης Ψάλτης;...

Παρασκευή 21 Απριλίου 2017

Είχε και μια ΚΡΥΦΗ ΠΛΕΥΡΑ ο Στάθης Ψάλτης;...

«Κάνει τα δικά του». Hταν μόνιμη επωδός των τεχνικών και κάποιων ηθοποιών που συνεργάστηκαν, από σκηνής –κυρίως επιθεώρησης–, με τον Στάθη Ψάλτη. 
Τα δικά του ήταν η υποκριτική μανιέρα την οποία σφυρηλάτησε στις αμφισβητούμενης αισθητικής, «καλτ» σήμερα, βιντεοταινίες του ’80 και στις επιθεωρήσεις με τους πονηρούς, υπαινικτικούς τίτλους.
Eκανε τα δικά του. Oμως, «ήταν για το κοινό του».


Aλλη μία επωδός για να δικαιολογήσει τις μούτες και τα τερτίπια του, τα γκαγκς και τις αισθητικές ακροβασίες στις οποίες είχε εκπαιδευθεί ως πρωταθλητής.

Hταν όμως μόνον αυτό ο Στάθης Ψάλτης; Ο γράφων θυμάται ακόμη και σήμερα τη συγκίνηση που του είχε προκαλέσει ένας σπαρακτικός μονόλογός του στο φινάλε μιας επιθεώρησης, στο «Δελφινάριο», στα πρώτα χρόνια του νέου αιώνα. 

Σχεδόν ακίνητος στη μέση της σκηνής τραβούσε, σαν φακίρης, τα δάκρυα από τα μάτια των θεατών του. Μάρτυς και ο παρακαθήμενός μου Σταμάτης Κραουνάκης. 

«Μα πώς το έκανες αυτό;», τον ρωτούσε μετά την αυλαία. «Ποιο;» αντιρωτούσε σχεδόν αθώα ο Στάθης Ψάλτης. Κι ας ήξερε…

Η συγκίνηση εκείνη την καλοκαιρινή βραδιά στο «Δελφινάριο» είχε ανασύρει και μνήμες. 

Από τον τηλεοπτικό «Συμβολαιογράφο» του Γιώργου Μιχαηλίδη, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Ραγκαβή, με το Βασίλη Διαμαντόπουλο στον επώνυμο ρόλο. 

Δεν απείχε η συγκίνηση εκείνη, από τα χρόνια της κρατικής τηλεόρασης, από το μακρινό 1978, από τη νέα συγκίνηση, κοντά 25 χρόνια μετά. 

Ο Στάθης Ψάλτης τότε είχε γίνει μαιτρ του γκρο πλαν, με τα μάτια να στάζουν συγκίνηση, με τη φωνή γλυκιά, σχεδόν γλυκερή, αλλά τόσο που να χαϊδεύει. Και μια ορθοφωνία, μα τι ορθοφωνία.

Αυτά τον ακολουθούσαν στα χρόνια που πέρασε από τις βιντεοταινίες στις επιθεωρήσεις. 

Όταν πάλευε να διατηρήσει την επιθεώρηση ως είδος και τα έλεγε έξω από τα δόντια: 

«Δυστυχώς κάποιοι διαχώρισαν το θέατρο σε είδη: μοντέρνο – κλασικό – μιούζικαλ – μουσική κωμωδία – επιθεώρηση. 

Το θέατρο για μένα είναι ένα. Εάν έχεις τα κότσια, ανέβα στη σκηνή και παίξε επιθεώρηση, διαφορετικά μην το μαστιγώνεις!» 

Κι ας μην θυμόταν κανείς ότι είχε παίξει «Ημερολόγιο ενός τρελού» του Γκόγκολ (που στη νέα, επερχόμενη, σεζόν σκοπεύει να ανεβάσει και ο Σωτήρης Χατζάκης).

Κι ας αγνοούσαν πολλοί –και σκηνοθέτες ή παραγωγοί– την επιθυμία του να παίξει Μπέκετ (κυρίως το «Περιμένοντας τον Γκοντό», όπως είχε διαδηλώσει) ή Σαίξπηρ, τον «Ριχάρδο τον Γ’». 

Σαίξπηρ έμελλε να είναι, πολύ πρόσφατα, ο τελευταίος κλασικός του κι απρόσμενος ρόλος, στο Πάνθεον της Πειραιώς. 

Στον πολύ νεανικό «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη. Ως παραμάνα της Ιουλιέτας.

Τι κι αν περιόδευε λίγο μετά, ανά την Ελλάδα, μαζί με τη Βάσια Τριφύλλη, με την επιθεώρηση «Ολοι μαζί τη… φάγαμε». 

Εκείνος επέμενε πως «η επιθεώρηση είναι από τα δυσκολότερα είδη θεάτρου και επιθυμία μου είναι να μη σταματήσει ποτέ η επιθεώρηση».

Ο Στάθης Ψάλτης ως «συγκλονιστικός» -κατά τον σκηνοθέτη- ηγούμενος της Μονής Σινά, σε εικόνα από τα γυρίσματα της ταινίας «Καζαντζάκης» του Γιάννη Σμαραγδή, που θα προβληθεί στις αίθουσες από τον Νοέμβριο

Την ίδια ώρα ο σκηνοθέτης Γιάννης Σμαραγδής τον καλούσε για να παίξει τον τελευταίο, όπως αποδείχθηκε, κινηματογραφικό ρόλο της καριέρας του: 

Ηγούμενος της Μονής Σινά στην ταινία «Καζαντζάκης», που θα βγει στις αίθουσες τον ερχόμενο Νοέμβριο. 

Οταν τον κάλεσε για τον ρόλο ο Γιάννης Σμαραγδής του είπε ότι αυτό ήταν «όχι για να καταθέσει πόσο μεγάλο υποκριτικό ταλέντο είναι, αλλά για να δείξει τον μέσα του ανώτερο πνευματικό ευατό».

«Μα γι’ αυτό ήρθα», θυμούνται την απάντηση του Στάθη Ψάλτη οι παρόντες. Oπως θυμούνται και την ιστορία που συνδύασε ο Γιάννης Σμαραγδής. 

Οταν ο Νίκος Καζαντζάκης συνάντησε στην Ισπανία έναν ηγούμενο που του μίλησε για την μικρή το δέμας (μικρόσωμη, αν θέλετε, όπως και ο Στάθης Ψάλτης) Αγία Θηρεσία με τον «μεγάλο μέσα της ανώτερο εαυτό». 

Λίγες ημέρες πριν το τέλος του Στάθη Ψάλτη, ο κρητικός σκηνοθέτης τον κάλεσε να δει τα πλάνα του. 

«Συνταρακτικά. Σπαρακτικά», όπως έχει πει ο Γιάννης Σμαραγδής σε φίλους. Συγκινήθηκε. Και τον ρώτησε: 

«Μα πώς με έδειξες έτσι; Σαν να είμαι ψηλός. Υπερμεγέθης». Ισως σαν αυτό τον άλλο του εαυτό…

Παύλος Ηλ. Αγιαννίδης (protagon)